Τα εμβόλια γενετικού υλικού mRNA είναι πρωτοεμφανιζόμενα, αλλά όχι άγνωστα. Πολλά εξ αυτών βρίσκονται σε κλινικές δοκιμές για διάφορους τύπους καρκίνου, αλλά και για ιούς, χωρίς ωστόσο να έχουν εγκριθεί.
Υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα, τα οποία θα απαντηθούν αφού εμβολιαστεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού. «Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα, ξέρουμε μόνο τη γενική ιδέα. Είναι, δηλαδή, σαν να με ρωτήσετε πώς γίνεται ένα σπίτι: Γίνεται με τούβλα, με τσιμέντο, και έχει από πάνω κεραμίδια. Από εκεί και πέρα, δεν ξέρω» σημειώνει στη «δημοκρατία» ο καθηγητής Φαρμακολογίας Δ. Κούβελας. Η παρουσίαση της σύντομης έκθεσης του εμβολίου της Pfizer από τον FDA την περασμένη εβδομάδα δεν μας έκανε σοφότερους, καθώς τα ευρήματα είναι περιορισμένα. Έτσι, δεν γνωρίζουμε πώς το εμβόλιο θα επιδράσει στο ιικό φορτίο της κοινότητας, ούτε τον κίνδυνο μετάδοσης.
Δεν γνωρίζουμε αν αυτός που εμβολιάζεται και έχει μολυνθεί μπορεί να μεταδώσει τη νόσο. Αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε είναι πως οι ρυθμιστικές Αρχές της Βρετανίας εξέδωσαν προειδοποίηση πως όσοι πολίτες έχουν σημαντικό ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων δεν πρέπει να κάνουν το εμβόλιο.
Ειδικότερα, όπως σημειώνεται στη μελέτη, δεν γνωρίζουμε:
-Την αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της θνησιμότητας σε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων που βρίσκονται στην κατηγορία υψηλού ρίσκου να νοσήσουν από τον Covid-19.
-Tην αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της μετάδοσης σε άτομα που μολύνθηκαν παρά τον εμβολιασμό. Και αυτό γιατί, όπως επισημαίνεται, είναι πιθανόν η αποτελεσματικότητα κατά της ασυμπτωματικής μόλυνσης να είναι χαμηλότερη από την αποτελεσματικότητα κατά της συμπτωματικής λοίμωξης.
Μείωση χρήσης μάσκας
Ως εκ τούτου, υπογραμμίζεται πως η μείωση της χρήσης μάσκας και της κοινωνικής αποστασιοποίησης θα συνέβαλλε σημαντικά στη συνεχιζόμενη μετάδοση. «Θα χρειαστούν περαιτέρω εκτιμήσεις, που περιλαμβάνουν δεδομένα από κλινικές δοκιμές και από τη χρήση του εμβολίου μετά την άδεια κυκλοφορίας, για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του εμβολίου στην αποτροπή της μείωσης του ιικού φορτίου σε συγκεκριμένα άτομα με ασυμπτωματική μόλυνση» υπογραμμίζεται.
Παρά το γεγονός ότι στην έρευνα εγγράφηκαν συμμετέχοντες ηλικίας 16 έως 17 ετών στη φάση 3 των δοκιμών, τα ασφαλή στοιχεία για αυτή την ηλικιακή ομάδα είναι περιορισμένα. Τα στοιχεία ως προς την ασφάλεια του εμβολίου είναι ανεπαρκή, επίσης, για τις έγκυες, τις γυναίκες που θηλάζουν, αλλά και τους ανοσοκατασταλμένους. Το εμβόλιο διαπιστώθηκε πως προκαλεί αυξημένες τοπικές συστηματικές δυσμενείς αντιδράσεις, που συνήθως διαρκούν λίγες ημέρες. Σε αυτές περιλαμβάνονται πυρετός, κεφαλαλγία, καταβολή, ρίγη, εμετός, διάρροια, μυαλγίες, τοπική ερυθρότητα, οίδημα και πόνος, πόνος στις αρθρώσεις, καθώς και υπερευαισθησία (αλλεργικές αντιδράσεις), που στη μελέτη προσδιορίζεται στο 0,63%, ποσοστό που θεωρείται υψηλό. Επίσης, καταγράφηκαν λεμφαδενοπάθεια, καθώς και το σύνδρομο Bell’s palsy, δηλαδή παράλυση του προσώπου. Η τελευταία περίπτωση αφορά σοβαρή επιπλοκή νευρολογικής φύσης.
«Μετά την άδεια κυκλοφορίας του εμβολίου, η χρήση σε μεγαλύτερο αριθμό ατόμων μπορεί να αποκαλύψει πιθανότατα λιγότερο συχνά και/ή πιο σοβαρά δυσμενή περιστατικά, τα οποία δεν ανιχνεύτηκαν στις δοκιμές ασφαλείας, στις οποίες έλαβαν μέρος 44.000 συμμετέχοντες την περίοδο των ερευνών. Η ενεργή και η παθητική παρακολούθηση ασφαλείας θα συνεχιστούν και την περίοδο μετά την άδεια κυκλοφορίας» υπογραμμίζεται, όπως και ότι «πιθανότητα που σχετίζεται με μειούμενη ανοσία χρειάζεται να αξιολογηθεί περαιτέρω στις τρέχουσες κλινικές δοκιμές και τις έρευνες παρατήρησης που θα διενεργηθούν μετά την άδεια κυκλοφορίας ή την αδειοδότηση».