Η συναρπαστική ζωή της Ελληνίδας Καρυάτιδας που «έφυγε» σε ηλικία 93 ετών στη γενέτειρά της, το Χιλιομόδι Κορινθίας
Στο Χιλιομόδι Κορινθίας η Ειρήνη Λελέκου -ως Ειρήνη Παπά- είπε «αντίο», λίγες μέρες μετά τα γενέθλιά της. Γεγονός που, σύμφωνα με στατιστικές μελέτες, συμβαίνει στις ζωές των ολοκληρωμένων και πεφωτισμένων πνευμάτων που βάδισαν στη Γη.
Εκεί, στη γη όπου είδε για πρώτη φορά το φως της ημέρας η εμβληματική ηθοποιός, η τελευταία Καρυάτιδα, η κατά πολλούς «13η Ελληνίδα θεά», άφησε την τελευταία της πνοή, αναζητώντας τη δική της βουβή λύτρωση μετά την πολυετή μάχη της με το Αλτσχάιμερ.
Ζώντας για καιρό στον δικό της σιωπηλό κόσμο, η Ειρήνη Παπά (όπως θα επιθυμούσε και εκείνη να γράφεται το επίθετό της, όπως γραφόταν «Irene Papas» και στους τίτλους των ξένων ταινιών), μόλις προσβλήθηκε από την ασθένεια του Αλτσχάιμερ και έχοντας πουληθεί το τριώροφο παλάτι της στο Κολωνάκι (κοντά στον λόφο του Λυκαβηττού και διακοσμημένο μαγικά από τον σκηνογράφο Βασίλη Φωτόπουλο), πέρασε τα τελευταία «πέτρινα χρόνια» της βουβής μοναξιάς της βυθισμένη στον δικό της κόσμο.
Η τεράστια κυρία του ελληνικού και παγκόσμιου σινεμά, όσο κι αν πάλεψε, παραδόθηκε για χρόνια πολλά στη νόσο και ο επίλογος της ζωής της μοιάζει σαν αρχαίο δράμα. «Είναι άδικο. Τι έκανα; Δεν θέλεις να αρρωσταίνεις. Δεν θέλεις να γερνάς, ούτε να βλέπεις τα γηρατειά σου στα μάτια του άλλου» είχε πει η ίδια σε ανύποπτο χρόνο. Η ημερομηνία γέννησής της σηματοδοτεί απλά έναν αριθμό. 3 Σεπτεμβρίου 1929! Σύμφωνα με τους εκλογικούς καταλόγους και τα μητρώα δημοτολογίου, αυτή είναι η ορθή και όχι το 1926.
Στα 17 της τελειώνει την Εθνική Σχολή Κλασικού Θεάτρου (τη σημερινή Δραματική Σχολή Εθνικού Θεάτρου) και καταξιώνεται με την πάροδο του χρόνου στην παγκόσμια σκηνή του κινηματογράφου. Η ζωή και ο δρόμος της τελευταίας Καρυάτιδας υπήρξαν αστραφτερά αλλά και κακοτράχαλα.
Ηταν μια δυναμική γυναίκα, έξω από τα περιθώρια του συμβιβασμού και των δεσμεύσεων. Γεννήθηκε στο Χιλιομόδι Κορινθίας, αλλά επέλεξε, ως δεύτερη πατρίδα της, τη Ρώμη.
Αποζητούσε μόνο την ευτυχία. Η υποκριτική αποτελούσε για εκείνη ένα «επάγγελμα θεραπείας».
Δωδεκάμισι ετών «ανακατεύτηκε» με τη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, την οποία ολοκλήρωσε ύστερα από τέσσερα χρόνια σπουδών, στα 17 της. Στη ζωή της τα πάντα έγιναν πολύ γρήγορα, εκτός από τη διαδρομή της προς το τέλος. Ξεκίνησε το σχολείο στα πέντε και στα 18 της κλέφτηκε και παντρεύτηκε για να χωρίσει ύστερα από λίγα χρόνια. Οκτώ ετών -μαζί με τις άλλες τρεις αδερφές της και τους γονείς της- εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Φοίτησε στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία. Η μητέρα της, στα 19 της, «έκλεψε» τον πατέρα της, ο οποίος ήταν μεγαλύτερός της κατά 30 χρόνια. Αξιολογούσε πάντα τη διάκριση (την καριέρα) ως «υποπροϊόν», αφού θεωρούσε τον εαυτό της -μόνο- «μία γέφυρα μεταξύ των θεατρικών κειμένων και του κοινού της». Ποτέ δεν αναζήτησε καριέρες. Οι σπουδές της εκτός Ελλάδας προέκυψαν ως ανάγκη για να αφουγκραστεί τεχνικές και μεθόδους, ψάχνοντας την έκφραση. Λάτρεψε την αμερικανική σχολή, την οποία πολύ γρήγορα βαρέθηκε.