Σοκάρουν οι καταθέσεις, αναδεικνύοντας την εγκληματική αμέλεια των εντολέων της αποστολής με τους 5 νεκρούς: «Δεν ξέρουμε ακριβώς πού θα πάμε, δεν ξέρουμε ακριβώς τι θα κάνουμε»
Νέες αποκαλύψεις έρχονται στο φως για την αποστολή θανάτου στη Λιβύη εξαιτίας εγκληματικής αμέλειας, προχειρότητας και ανευθυνότητας. Οι Data Journalists, διά χειρός Πάρι Καρβουνόπουλου, φέρνουν στο φως τις καταθέσεις που έχουν δώσει για την ΕΔΕ του ΓΕΕΘΑ στρατιωτικοί και διπλωμάτες, στις οποίες αποκαλύπτεται ο καθοριστικός ρόλος του Ελληνα πρωθυπουργού.
Σύμφωνα με όσα κατέθεσε ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Βεγγάζη Σταύρος Βενιζέλος: «Την Τετάρτη 13/9/23 αποφασίστηκε από τον πρωθυπουργό της Ελλάδας η αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λιβύη, κατόπιν σχετικής του επιστολής προς τον πρόεδρο της Λιβύης». Ως γνωστόν, στις 17 Σεπτεμβρίου 2023 σκοτώθηκαν 5 από τα 13 μέλη της ελληνικής ανθρωπιστικής αποστολής στη Λιβύη λόγω σφοδρού τροχαίου δυστυχήματος έξω από τη Βεγγάζη.
Μετά την εντολή του Μητσοτάκη ακολούθησε το χάος. Γιατρός κατέθεσε πως «ο Αντιστράτηγος Διευθυντής Ειδικών Επιχειρήσεων συγκέντρωσε όλους και ουσιαστικά μάς είπε ότι δεν ξέρουμε ακριβώς πού θα πάμε, δεν ξέρουμε ακριβώς τι θα κάνουμε, αλλά πάνω απ’ όλα προέχει η τιμή και η ελληνική σημαία». Οι προειδοποιήσεις ήταν σαφέστατες, καθώς η εκτίμηση κινδύνου που έγινε από στρατιωτικούς των Ειδικών Δυνάμεων ανέφερε: «Τα οδικά ταξίδια εντός Λιβύης παραμένουν εξαιρετικά επικίνδυνα. Εξακολουθεί να υπάρχει κίνδυνος να εμπλακούν σε κρούσματα τοπικής βίας μεταξύ ένοπλων ομάδων. Υπάρχει επίσης υψηλός κίνδυνος κλοπής αυτοκινήτων, ληστείας και πρόσκρουσης σε μη εκραγμένα πυρομαχικά εκτός δρόμου». Μάλιστα, η ελληνική αποστολή χρησιμοποίησε τον πιο επικίνδυνο δρόμο.
Η βιασύνη για την αποστολή θανάτου αποδίδεται σε λόγους επικοινωνίας και μόνο. Η πληροφορία ότι οι Τούρκοι πήγαν στη Λιβύη οδήγησε σε εσφαλμένες αποφάσεις. Η αποστολή οργανώθηκε όπως όπως, αφού το κυρίαρχο ζητούμενο ήταν να βγουν οι φωτογραφίες με την ελληνική αποστολή και τη σημαία. Οι φωτογραφίες βγήκαν πριν καν η αποστολή αναχωρήσει από το αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Η τραγωδία είναι ότι η σημαία επέτρεψε στην Ελλάδα πάνω σε φέρετρα… Το πόσο μεγάλη ήταν η πίεση του προσωπικού να αναχωρήσει άμεσα για τη Λιβύη προκύπτει και από το γεγονός ότι τα διαβατήρια των στρατιωτικών που είχαν επιλεγεί -άγνωστο με ποια κριτήρια- για την αποστολή διακινήθηκαν μέσω της εφαρμογής Viber. Υπήρξε πρόβλημα με στρατιωτικούς που δεν είχαν διαβατήριο σε ισχύ και πιέστηκαν να το ανανεώσουν εντός ωρών.
Ενδεικτικά είναι και τα μηνύματα που αντάλλαξαν μέλη της αποστολής με τον επικεφαλής Συνταγματάρχη Θεοφάνη Δημάκο. Στην κατάθεσή του ο τότε Διευθυντής Α’ Κλάδου, Υποστράτηγος Προκόπιος Μαυραγάνης λέει: «Αρχικά ο Γενικός Πρόξενος κ. Σταύρος Βενιζέλος ανέφερε ότι το αεροδρόμιο προσγείωσης θα είναι το αεροδρόμιο Αλ Αμπράκ, το οποίο απέχει από την Ντέρνα περί τα 72 χιλιόμετρα. Εν συνεχεία και κατόπιν σχετικής ενημέρωσης από τον Γενικό Πρόξενο της Ελληνικής Πρεσβείας στην Τρίπολη της Λιβύης, προς τον κ. Βενιζέλο, το ΕΘΚΕΠΙΧ του ΓΕΕΘΑ ενημερώθηκε ότι το αεροδρόμιο της Αλ Αμπράκ είναι κλειστό λόγω καθίζησης και ότι ως αεροδρόμιο μετάβασης καθορίστηκε αυτό της Βεγγάζης που απέχει 290 χλμ.».
Μόνο που ο επιτετραμμένος της πρεσβείας της Ελλάδας στην Τρίπολη λέει στη δική του κατάθεση: «Οι αρμόδιες λιβυκές Αρχές της Τρίπολης μας ενημέρωσαν ότι δεν ήταν δυνατή η προσγείωση αεροσκαφών στο αεροδρόμιο Αλ Αμπράκ, λόγω υπερκορεσμού, και έδωσαν ως εναλλακτικό αεροδρόμιο το αεροδρόμιο της Βεγγάζης». Η αλήθεια είναι ότι, σύμφωνα με τους χάρτες, το αεροδρόμιο Αλ Αμπράκ λειτουργούσε κανονικά! Στους χάρτες από το flight radar φαίνεται ότι την ίδια ώρα που το ελληνικό C-130 βρισκόταν στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης, ιταλικό μεταγωγικό είχε προσγειωθεί στο Αλ Αμπράκ. Στον χάρτη φαίνονται το ελληνικό C-130 στη Βεγγάζη και το ιταλικό στο Αλ Αμπράκ.
Στη φωτογραφία από τον «Guardian» μέλη της γαλλικής αποστολής βρίσκονται στο αεροδρόμιο Αλ Αμπράκ, λίγες ώρες πριν από την άφιξη της δικής μας αποστολής, που όμως έγινε στη Βεγγάζη. Αρα το αεροδρόμιο είχε πρόβλημα υπερκορεσμού, το οποίο θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με το να γίνει η αποστολή μας λίγα 24ωρα μετά. Στην ΕΔΕ του ΓΕΕΘΑ κατέθεσαν, όπως αναφέρουν οι Data Journalists, όλοι οι επιζώντες στρατιωτικοί, διπλωμάτες, αλλά και Ελληνες που ζουν στη Λιβύη. Κατέθεσαν και όσοι είχαν ευθύνη για τον σχεδιασμό της επιχείρησης. Σύμφωνα με την κατάθεση στρατιωτικού ιατρού: «Η κατάσταση στο αεροδρόμιο της Βεγγάζης ήταν χαοτική, με λόφους σκουπιδιών, τριγύρω χαμάληδες και διάσπαρτους οπλισμένους και μασκοφορεμένους στρατιώτες, οι οποίοι ήταν απειλητικοί και δεν κατάλαβα αν μας φρουρούν ή μας ελέγχουν».
Οπως πρόσθεσε: «Ηδη αντιλαμβανόμουν ότι διατρέχαμε κίνδυνο. Κατά τη διαδρομή ο άγνωστος σε εμένα και αμφίβολης ποιότητας Λίβυος οδηγός του λεωφορείου άρχισε να οδηγεί με πολύ μεγάλη ταχύτητα και επικίνδυνα. Σε έναν κακής ποιότητας ασφαλτόδρομο διπλής κατεύθυνσης, χωρίς διαχωριστικό και με πάρα πολλές ανωμαλίες».
«Ηταν ξεκάθαρα ένα επικοινωνιακό παιχνίδι που κατέληξε σε φιάσκο»
Τα ερωτήματα που προκύπτουν για τον επικεφαλής της αποστολής, Συνταγματάρχη Θεοφάνη Δημάκο είναι εύλογα: Βλέποντας την κατάσταση από τη στιγμή άφιξης της αποστολής και διαπιστώνοντας τις επικίνδυνες συνθήκες μεταφοράς του προσωπικού γιατί δεν ματαίωσε την αποστολή; Επικοινώνησε με το ΓΕΕΘΑ ή με τον επικεφαλής της Διοίκησης Ειδικού Πολέμου Δημήτρη Χούπη -αναβαθμισμένος σήμερα σε Α/ΓΕΕΘΑ- για να τον ενημερώσει και να αιτηθεί διακοπή της αποστολής; Ο ίδιος στην κατάθεσή του επιβεβαιώνει ότι επικοινώνησε. Εφόσον όμως εξέθεσε την κατάσταση, οι κύριοι Χούπης, Επικεφαλής της ΔΕΠ και Μαυραγάνης Επικεφαλής του Α’ Κλάδου τού συνέστησαν να συνεχίσει την αποστολή;
Η ασφάλεια που υποτίθεται είχε συμφωνηθεί να παράσχουν οι Λίβυοι ήταν ανύπαρκτη, όπως προκύπτει από κατάθεση στρατιωτικού: «Βρεθήκαμε σε ένα επικίνδυνο περιστατικό που έκανε προσπέραση μια νταλίκα, ενώ ερχόταν αυτοκίνητο από το αντίθετο ρεύμα, και βρεθήκαμε νταλίκα, λεωφορείο και αυτοκίνητο σε λωρίδα διπλής κυκλοφορίας για να προλάβουμε την ασφάλεια». Οσα καταθέτουν κάποιοι από τους στρατιωτικούς για το πώς εστάλησαν στη Λιβύη είναι συγκλονιστικά: «Μέχρι και τώρα που μιλάω δεν έχω γνώση καμιάς διαταγής σχεδιασμού και εκτέλεσης της αποστολής… Ολα έχουν γίνει στο προφορικό και είναι έκδηλη σε εμένα η βιασύνη, η πρεμούρα το να προλάβουμε κάτι, η προχειρότητα, η ασάφεια, η επιπολαιότητα (…). Η αποστολή ξεκάθαρα σε εμένα σήμαινε περισσότερο ένα επικοινωνιακό παιχνίδι που κατέληξε σε φιάσκο, παρά η πραγματική βοήθεια ανθρώπων»…