Η αυτοαποκαθήλωση ενός μοιραίου (πρώην) ηγέτη. Δεύτερη αποτυχημένη παρέμβαση μέσα σε λίγες μέρες
Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά και έντονες αντιδράσεις προκάλεσε σε όλο το φάσμα του πολιτικού κόσμου η επανεμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα, οκτώ μήνες μετά την παραίτησή του. Ο πρώην πρωθυπουργός, απαλλαγμένος από την κούρσα των εθνικών εκλογών αλλά και έχοντας αποχωριστεί την ηγεσία της Κουμουνδούρου, εμφάνισε ένα τελείως διαφορετικό προφίλ, προχωρώντας σε μια εκ βαθέων κριτική για την περίοδο διακυβέρνησης του στο συνέδριο της «Καθημερινής». Μίλησε για τα μεγάλα στοιχήματα που έχει μπροστά του ο προοδευτικός κόσμος, ενώ τοποθετήθηκε και για τις κοινωνικές διεργασίες που συντελούνται εντός της ελληνικής κοινωνίας.
Οπως ήταν αναμενόμενο, τα φώτα της δημοσιότητας τράβηξαν οι αναφορές του πρώην πρωθυπουργού τόσο για το σκάνδαλο της Novartis όσο όμως και για τον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών. Ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε τη διαχείριση των δυο υποθέσεων «ατυχή», παρά το γεγονός ότι οι προθέσεις της κυβέρνησής του ήταν καλές. «Στην υπόθεση Novartis είχαμε ένα μεγάλο σκάνδαλο. Η πρόθεσή μας να μην παρέμβουμε σε αυτό το σκάνδαλο έδινε την εντύπωση ότι βάζαμε στο ίδιο τσουκάλι ανθρώπους που ενδεχομένως είχαν εμπλοκή με ανθρώπους που δεν είχαν. Υπήρξαν λάθη στους χειρισμούς μας» είπε, ενώ για τις τηλεοπτικές άδειες σημείωσε πως «η πρόθεσή μας ήταν να δημιουργήσουμε ένα ευνομούμενο πλαίσιο στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο».
Αναστοχασμός
Ωστόσο, ο πρώην πρωθυπουργός δεν απέφυγε τον πειρασμό να μιλήσει και για τη δύσκολη κατάσταση την οποία βιώνει ο προοδευτικός κόσμος στη χώρα, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου στις ηγεσία των ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. Ο Αλέξης Τσίπρας, μεταξύ άλλων, επεσήμανε τον μεγάλο κίνδυνο επέλασης της αντιπολιτικής, εντοπίζοντας την αδυναμία του προοδευτικού χώρου και της αντιπολίτευσης, η οποία, όπως είπε, «δημιουργεί συνθήκες ενίσχυσης ενός αντιπολιτικού ρεύματος». Μεταξύ άλλων, σημείωσε πως «η Αριστερά δεν καταφέρνει να συμβαδίσει με τις εξελίξεις και να δώσει προοπτική ενθουσιασμού και μιας καλύτερης ζωής», διαπιστώνοντας ότι «οφείλει να αναστοχαστεί, γιατί οι αξίες της είναι διαχρονικές».
Από το στόχαστρό του όμως δεν έλειψε η σημερινή κυβέρνηση, την οποία κατηγόρησε τόσο για το έγκλημα των Τεμπών όσο και για το σκάνδαλο των υποκλοπών. «Η δημοκρατία γιορτάζει 50 χρόνια, αλλά υπάρχει μια μαύρη κηλίδα στο επίσημο φόρεμά της, που είναι η κηλίδα των υποκλοπών.
Οι υποκλοπές ήταν ένα πρωτοφανές σκάνδαλο» είπε, ενώ, αναφερόμενος στην τραγωδία στα Τέμπη, έκανε λόγο για προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών και στη συνέχεια τόνισε πως «μια δημοκρατία χωρίς ισχυρά θεσμικά αντίβαρα, με μεγάλο ασθενή τη Δικαιοσύνη, είναι σίγουρα πάσχουσα». Για τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι την περίοδο εκείνη η χώρα δεν μπορούσε να προχωρήσει χωρίς μια νέα δανειακή σύμβαση και συνέχισε: «Η ηγεσία της Ευρώπης δεν τολμούσε να κάνει ένα βήμα πίσω. Το δημοψήφισμα δραματοποίησε τις εξελίξεις και έδωσε τη δυνατότητα και στις δύο πλευρές να κάνουν ένα βήμα πίσω. Εμείς κάναμε μεταρρυθμίσεις με πολιτικό κόστος. Η ευρωπαϊκή ηγεσία έδωσε την προοπτική διεξόδου με την αναδιάρθρωση του χρέους». Αναφορικά με το Μνημόνιο σημείωσε: «Φέραμε ένα Μνημόνιο, εγκλωβιστήκαμε σε πρόσωπα που είχαν προσωπικές ατζέντες.
Υπήρχαν πρόσωπα και δυνάμεις που φλέρταραν με την ανάγκη η χώρα να βγει από το ευρώ. Και η Αριστερά παραγνώρισε τους κινδύνους της οικονομίας. Αφεθήκαμε στο αφήγημα της δήθεν θωρακισμένης οικονομίας». Σε ερώτηση για το δημοψήφισμα απάντησε: «Ούτε μια στιγμή δεν πέρασε από το μυαλό μου να διαπραγματευτώ την παρουσία της χώρας στην Ε.Ε. και στο ευρώ. Ηταν μια δραματική στιγμή, αλλά ήταν η κατάληξη μιας μακράς περιόδου λιτότητας και αδυναμίας της ευρωπαϊκής ηγεσίας. Είχαμε μια λαϊκή εντολή διαπραγμάτευσης για να υπάρξει μια βιώσιμη προοπτική εξόδου από την κρίση με την κοινωνία όρθια». Αναφερόμενος στον Προκόπη Παυλόπουλο, είπε πως είχαν μια θεσμική και διαρκή επικοινωνία. «Είχαμε και μια ανθρώπινη σχέση, που είχε καλλιεργηθεί από την περίοδο του 2008».
Τέλος, ο πρώην πρωθυπουργός δήλωσε ευτυχής που η κυβέρνησή του έπαιξε ρόλο στην ομαλοποίηση των σχέσεων με τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα τόνισε πως «όλες οι κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης είχαν πάντα στενές σχέσεις με όλους στην εξωτερική πολιτική», «δείχνοντας» ως πρώτο που άνοιξε τον δρόμο για πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.