Φέρνει αλλαγές που δεν αγγίζουν το μείζον πρόβλημα με το «πόθεν», το οποίο… αγνοείται εδώ και δεκαετίες από τις δηλώσεις
Τον δρόμο της ψήφισης παίρνει το πολυδιαφημισμένο από την κυβέρνηση Μητσοτάκη νομοσχέδιο με τις αλλαγές στον τρόπο υποβολής των «πόθεν έσχες», το οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπει την αυτοτελή υποχρέωση των συζύγων να υποβάλλουν δήλωση -και οι εν διαστάσει-, ειδικές πρόνοιες για τους ελέγχους της Βουλής, καθώς και τον τρόπο υποβολής των δηλώσεων αποκλειστικά ηλεκτρονικά, μέσω ενιαίας ηλεκτρονικής εφαρμογής.
Η κυβέρνηση φιλοδοξεί να αντικαταστήσει με το νομοσχέδιο την όλη διαδικασία υποβολής και ελέγχου των δηλώσεων από ένα σαφές και κατανοητό νομοθέτημα, που απλοποιεί την υποβολή για όλους τους υπόχρεους και αποσαφηνίζει το πλαίσιο ελέγχου για τους ελεγκτές.
Απλοποίηση
Ακόμη κι αν οι προθέσεις είναι αγαθές και πράγματι σκοπός είναι η απλοποίηση της διαδικασίας υποβολής των «πόθεν έσχες», είναι ξεκάθαρο πως με τη νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργείου Δικαιοσύνης δεν αλλάζει το πλαίσιο για τη δημοσιοποίησή τους, ενώ παραμένουν τα ερωτήματα για το κατά πόσο ο έλεγχος που θα γίνεται θα είναι περισσότερο εμβριθής από ό,τι σήμερα. Κι αυτό διότι δεν αλλάζει το μείζον και διαχρονικό πρόβλημα με το «πόθεν», το οποίο… αγνοείται εδώ και δεκαετίες από τις δηλώσεις.
Το νούμερο 1 ζήτημα που προκύπτει με τα «πόθεν έσχες» που δίνονται στη δημοσιότητα -εκείνα των δικαστών δεν δημοσιοποιούνται- είναι πως οι πολιτικοί μας ταγοί, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης, καταφέρνουν να μη λογοδοτήσουν για το πώς ακριβώς απέκτησαν το χρήμα, τις μετοχές και την ακίνητη περιουσία τους, μια και οι δηλώσεις που αναρτώνται στον ιστότοπο της Βουλής δεν είναι παρά μια απλή τυπική καταγραφή των περιουσιακών στοιχείων των υπόχρεων, δίχως αναφορά στην προέλευση και τον τρόπο απόκτησής τους.
Το νομοσχέδιο του Κώστα Τσιάρα, το οποίο εισάγεται σήμερα στην επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης και Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει, -πόσο μάλλον δεν λύνει- το βασικό αυτό διαχρονικό αίτημα διαφάνειας και δημοκρατικής λογοδοσίας.
Το πρόβλημα
Σε κάθε περίπτωση, με το νομοσχέδιο που συζητείται στο Κοινοβούλιο η κυβέρνηση φιλοδοξεί να λύσει το πρόβλημα με το υφιστάμενο άτακτο, αποσπασματικό νομοθετικό πλαίσιο.
Μεταξύ άλλων, παύει η ταλαιπωρία των υπόχρεων να συλλέγουν οι ίδιοι τα στοιχεία της δήλωσης που είναι ευχερώς διαθέσιμα στο ελεγκτικό όργανο, όπως δηλαδή η ανάγκη λήψης βεβαιώσεων από κάθε τράπεζα για το υπόλοιπο των λογαριασμών και των πιστωτικών καρτών, καθώς πλέον όλα τα αναγκαία στοιχεία της δήλωσης θα αποτυπώνονται αυτόματα στη δήλωση, μέσω των οικείων ηλεκτρονικών συστημάτων, με αποτέλεσμα ο υπόχρεος να αρκεί απλώς να συναινέσει για την υποβολή της.
Επιπλέον, το υπουργείο Δικαιοσύνης διατρανώνει πως με το νομοσχέδιο τίθενται ετησίως σαφείς και μετρήσιμοι ελεγκτικοί στόχοι, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται η αύξηση του αριθμού των κατ’ έτος ελεγχομένων δηλώσεων, μέσω της εισαγωγής κριτηρίων που θέτει η Επιτροπή Ελέγχου και του ορισμού ελάχιστου ποσοστού (minimum πλαφόν) ελεγχομένων υποθέσεων.
Ακόμη, αποφεύγεται η πολυδιάσπαση του ελεγκτικού έργου που υφίσταται σήμερα με τέσσερα ελεγκτικά όργανα, μέσω της αποκλειστικής αρμοδιότητας πλέον ενός μόνο οργάνου, δηλαδή της Επιτροπής Ελέγχου της Βουλής.
Από δω και πέρα η επιτροπή της Βουλής θα είναι η μόνη αρμόδια για να κατανέμει το ελεγκτικό έργο μεταξύ των ειδικών οργάνων και να ορίζει τον συντονιστή για την επίτευξη του ετήσιου ελεγκτικού στόχου.