Το νομοσχέδιο Πλεύρη – Γκάγκα, που αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα, μετουσιώνει σε πράξη το σχέδιο ιδιωτικοποίησης της κυβέρνησης και οδηγεί τα δημόσια νοσοκομεία στη διάλυση
Πανηγυρικό είναι το κλίμα στο Μέγαρο Μαξίμου. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικό, καθώς τα νεοφιλελεύθερα «γεράκια» του υπουργείου Υγείας κατάφεραν αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο: να ιδιωτικοποιήσουν τη δημόσια υγεία. Το αποτύπωμα που θα αφήσουν πίσω τους οι Θάνος Πλεύρης και Μίνα Γκάγκα στη δημόσια υγεία θα μείνει στην Ιστορία. Ή, για να είμαστε ακριβείς, οι πολίτες θα πληρώνουν αυτό το «αποτύπωμα» πάρα πολύ ακριβά, και μάλιστα από την ίδια τους την τσέπη…
Το νομοσχέδιο που αναμένεται να ψηφιστεί σήμερα στη Βουλή είναι ο τελευταίος κρίκος σε μια αλυσίδα νομοσχεδίων που βάζουν ταφόπλακα στον δημόσιο χαρακτήρα της Υγείας. Και αυτό δεν συνιστά λεκτική υπέρβαση, αλλά ακριβή αποτύπωση της κατάστασης. Από σήμερα, η δημόσια υγεία μετατρέπεται σε ένα ακριβό προνόμιο λίγων, ο γιατρός γίνεται έμπορος και ο ασθενής καταναλωτής που θα χρειάζεται να πληρώνει αδρά.
Κοινώς, η βαρβαρότητα του σύγχρονου νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, που θέλει τον πλούσιο κυρίαρχο και τον φτωχό έρμαιο της ανέχειάς του, θα μεταφερθεί και στον πλέον πυρηνικό τομέα της ανθρώπινης ύπαρξης, αυτόν της υγείας. Η κυβέρνηση αυτό το γνωρίζει, όπως το γνωρίζουν και οι γιατροί, οι οποίοι ανεξαρτήτως ιδεολογίας και πολιτικής τοποθέτησης τάσσονται κατά του συγκεκριμένου νομοσχεδίου.
Όσο και αν οι μεταγραφές του ακραίου Κέντρου (βλέπε Μίνα Γκάγκα) και της ακραίας Δεξιάς (βλέπε Θάνος Πλεύρης) προσπαθούν να μας πείσουν για το αντίθετο, οι γιατροί του ΕΣΥ δεν αποφάσισαν να γίνουν σε μια νύχτα… κομμουνιστές, δεν εμφορούνται από συντεχνιακά αιτήματα και δεν συμμετέχουν σε κανένα κρυφό κέντρο αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Απλά δεν έχουν πάρει διαζύγιο από τη λαϊκότητα, ζουν ανάμεσα στον κόσμο της ανέχειας και γνωρίζουν πως, μετά την ψήφιση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, τα δημόσια νοσοκομεία θα περάσουν σε βαθιά παρακμή.
Οι αλλαγές που συντελούνται στον χώρο της Υγείας είναι τεκτονικές και κυρίως επηρεάζουν τον απλό πολίτη, τον ασθενή, αυτόν που χρειάζεται νοσηλεία και δεν έχει να πληρώσει μια περιουσία. Η στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης εδώ και τρία χρόνια είχε τρία επίπεδα:
-Να φτάσει τους υπάρχοντες γιατρούς στα όρια της φυσικής εξουθένωσης, με απίστευτες ώρες υπερεργασίας.
-«Πάγωμα» των μόνιμων προσλήψεων σε γιατρούς και νοσηλευτές, με αποτέλεσμα την περαιτέρω εξουθένωση.
-Να κρατήσει χαμηλά τους μισθούς των γιατρών, ώστε να μην είναι ελκυστικό το Εθνικό Σύστημα Υγείας για τους υπάρχοντες και τους νέους γιατρούς.
Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής ήταν μεγάλη μερίδα κόσμου, ιδιαίτερα την περίοδο της πανδημίας, να στραφεί προς τον ιδιωτικό τομέα, αφού οι λίστες χειρουργείων στα δημόσια νοσοκομεία είχαν «εκτοξευτεί», ενώ οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας είχαν υποβαθμιστεί λόγω της πίεσης.
Σήμερα, αυτή η στρατηγική επιλογή μετουσιώνεται στο απόλυτο σχέδιο διάλυσης της δημόσιας υγείας με δύο τρόπους:
-Οι μισθοί των γιατρών διατηρούνται σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο, με αποτέλεσμα το ΕΣΥ να μην είναι ελκυστικό ούτε στους ήδη υπηρετούντες ούτε όμως στους νέους γιατρούς.
-Δικαίωμα παράλληλης απασχόλησης των γιατρών στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και στον ιδιωτικό τομέα, ώστε να συμπληρώνουν τα εισοδήματά τους.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση καλεί τους γιατρούς, αν θέλουν να ζήσουν με αξιοπρεπείς μισθούς, να στερήσουν τις υπηρεσίες που προσφέρουν στα δημόσια νοσοκομεία και να ρίξουν το βάρος τους στον ιδιωτικό τομέα. Κοινώς, οι ίδιοι, μέσω των δημόσιων νοσοκομείων, να «ψαρεύουν» πελατεία, την οποία μετά θα μεταφέρουν στις ιδιωτικές κλινικές, όπου οι πολίτες θα πρέπει να δίνουν μια ολόκληρη περιουσία.
Οι εικόνες που έρχονται από το μέλλον είναι ζοφερές και περισσότερο παραπέμπουν σε κοινωνική ζούγκλα. Το ΕΣΥ υποφέρει, και πράγματι έχει υποβαθμιστεί, όμως η λύση δεν μπορεί να είναι για μια καθημαγμένη κοινωνία η περαιτέρω ιδιωτικοποίησή της. Ούτε φυσικά η κυριαρχία του ιδιωτικού τομέα στη νοσηλεία ασθενών.
Η ψήφιση του νομοσχεδίου αυτού δεν θα βελτιώσει την πραγματικότητα του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Αντίθετα, θα φέρει:
-Αύξηση στις λίστες των τακτικών χειρουργείων, με δεδομένο πως στο ΕΣΥ θα υπηρετούν και θα προσφέρουν λιγότεροι γιατροί.
-Ανταγωνισμό μεταξύ των γιατρών και όχι συνεργασία, με δεδομένο πως ο ασθενής θα αντιμετωπίζεται ως πελάτης.
-Αδρές πληρωμές από τους ασθενείς είτε στα ιδιωτικά θεραπευτήρια είτε στα απογευματινά χειρουργεία που θα γίνονται εντός των δημόσιων νοσοκομείων.
Το νομοσχέδιο Πλεύρη – Γκάγκα δεν είναι απλά μια αλλαγή σελίδας για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Είναι το κλείσιμο ενός ολόκληρου βιβλίου και το άνοιγμα μιας νέας, σκοτεινής σελίδας, όπου οι κοινωνικές ανισότητες θα θριαμβεύσουν στον χώρο της Υγείας. Ενα ιστορικό πισωγύρισμα που οδηγεί τη δημόσια υγεία στο σημείο της «μη επιστροφής», από το οποίο οι επόμενες κυβερνήσεις θα πρέπει να κοπιάσουν πολύ για να τη βγάλουν.