Αγωνία για τη συγκράτηση, έστω και με όρους καταστολής, της εσωκομματικής ενότητας και της αποτροπής των φυγόκεντρων τάσεων
Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Το μορατόριουμ είναι από τη φύση του κάτι το προσωρινό, που μένει να φανεί εάν θα έχει διάρκεια και αντοχή στον χρόνο και πόση. Σε αυτή τη φάση καταγράφονται τώρα οι ισορροπίες ανάμεσα στα «αντιμαχόμενα στρατόπεδα», που τουλάχιστον έως τα μέσα της εβδομάδας βρίσκονταν σε ανοικτή σύρραξη με αφορμή το θέμα των υποκλοπών…
Βασικοί πόλοι της αντιπαράθεσης αυτής, το Μέγαρο Μαξίμου από τη μία και ο όμιλος Μαρινάκη από την άλλη, οδηγήθηκαν σχεδόν στα άκρα, όταν ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για εκβιαστές, ενώ τα έντυπα της Alter Ego συνέχιζαν τα πολυσέλιδα δημοσιεύματα για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις και τις ένοχες σχέσεις της κυβέρνησης με το Predator και την ΕΥΠ. Τις τελευταίες ημέρες οι τόνοι έχουν πέσει αισθητά από αμφότερες τις πλευρές για το ζήτημα αυτό, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται -με βάση και τις ιδιοσυγκρασίες των πρωταγωνιστών- κάποια αιφνίδια ανάφλεξη ακόμη και «διά ασήμαντον αφορμήν».
Η απειλή ενός «ολοκληρωτικού πολέμου» ανάμεσα στις δύο πλευρές -με κίνδυνο, μάλιστα, να υποστούν πυρηνικά πλήγματα και οι δύο- φαίνεται ότι έθεσε σε κίνηση τις διαδικασίες μεσολάβησης, με αποτέλεσμα να ακολουθήσει η ανακωχή, η οποία πάντως μοιάζει περισσότερο με ισορροπία τρόμου.
Για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, στο πεδίο αυτής της αναμέτρησης η υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων υπήρξε η κορυφή του παγόβουνου ή -κατ’ άλλους- απλώς το πρόσχημα. Γι’ αυτό και φάνηκε γρήγορα ότι η σύγκρουση Μητσοτάκη – Μαρινάκη υπερβαίνει κατά πολύ τα «όρια» του σκανδάλου των υποκλοπών, αποκτώντας ευρύτερο περιεχόμενο. Για την κυβερνητική ηγεσία, η διαχείριση του θέματος ήταν ευκολότερη όσο τα πυρά και οι αποκαλύψεις έρχονταν από μέσα ενημέρωσης και πλευρές που -βολικά και προπαγανδιστικά- μπορούσαν να συνδεθούν με την αντιπολίτευση και τις σκοπιμότητές της. Από τη στιγμή που μπήκε όμως στη μάχη και το πιο ακραιφνές μέχρι πρότινος φιλοκυβερνητικό συγκρότημα τα δεδομένα άλλαξαν θεαματικά.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που συνέβη στην προηγούμενη φάση των αποκαλύψεων, όταν η κυβέρνηση, εκμεταλλευόμενη την υπεροπλία της στα media -χάρη στις διάφορες λίστες τύπου Πέτσα, τις χαριστικές τροπολογίες και τις ρυθμίσεις πίσω από τις οποίες κρύβονται πακτωλοί εκατομμυρίων-, κατάφερε να περιορίσει την πολιτική ζημιά της σε μερικούς «λεκέδες». Και όπως έλεγε γνωστός δημοσκόπος, οι λεκέδες αυτοί πλέον δεν μπορούν να κρυφτούν και τείνουν να μετατραπούν σε κηλίδα…
Πολλά θρυλούνται για το περιεχόμενο αυτής της ιδιόμορφης ανακωχής ανάμεσα στους δύο πρώην στενούς συμμάχους που μεταβλήθηκαν στους πιο σκληρούς πολέμιους. Είναι αρκετές, άλλωστε, οι υποθέσεις και οι εκκρεμότητες που είτε λιμνάζουν είτε βρίσκονται στο επίκεντρο, όπως ασφαλώς πολλά είναι και τα «κρυφά όπλα» που διαθέτει η μία πλευρά εναντίον της άλλης, όσο κι αν προκαλώντας τη σχετική θυμηδία ο κ. Μητσοτάκης εμφάνισε εαυτόν όψιμο θύμα των «συμφερόντων» και μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες τον αποθέωναν και τον πριμοδοτούσαν με πρωτοσέλιδα του τύπου «Υποκλοπές τέλος».
Κι ενώ αυτό καθαυτό το θέμα των παρακολουθήσεων δεν φαίνεται να σβήνει εύκολα, αφού, εκτός από τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, επίκειται και η συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, αυτή η ισορροπία τρόμου μπορεί να προσφέρει ανάσες και πολιτικό χρόνο στον κ. Μητσοτάκη, αλλά ταυτόχρονα τον οδηγεί και σε ένα καθεστώς αυξημένης ομηρίας.
Οσο κι αν επιχειρεί να αλλάξει την ατζέντα ξεκινώντας περιοδείες και προβαίνοντας σε αλλεπάλληλες εξαγγελίες επί παντός επιστητού, είναι ήδη αισθητά αποδυναμωμένος, ξοδεύοντας πολύ από το πολιτικό κεφάλαιο που είχε συσσωρεύσει τα προηγούμενα χρόνια για να διατηρηθεί τώρα με κάποιες αξιώσεις στο παιχνίδι. Ενδεικτικό είναι ότι έχει κορυφωθεί και η αγωνία για τη συγκράτηση, έστω και με όρους καταστολής, της εσωκομματικής ενότητας και της αποτροπής φυγόκεντρων τάσεων στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, η οποία εξακολουθεί μεν να βράζει εσωτερικά, αλλά «άβουλη και μοιραία» να σιωπά.
Στο πλαίσιο αυτό μάλιστα -και μπροστά στους υπαρξιακούς πολιτικούς κινδύνους για το όλο σύστημα της σημερινής διακυβέρνησης- ανέλαβε «ειδικές αποστολές» και η Ντόρα Μπακογιάννη, όπως φάνηκε με τη δημοσιοποίηση της πρόσφατης επίσκεψής της στο γραφείο του Κώστα Καραμανλή, ο οποίος, μετά την καλοκαιρινή ομιλία του στα Ανώγεια και τη σταθερή άποψή του ότι «πρέπει να βγουν όλα στο φως» και ότι «η επίκληση του απορρήτου σε τέτοιες περιπτώσεις υποτάσσεται στην ανάγκη κάθαρσης του δημόσιου βίου», παραμένει πηγή μεγάλου άγχους για το Μέγαρο Μαξίμου και τους ενοίκους του.