Διαγωνισμός-σκάνδαλο 51.964.905 ευρώ για να αναλάβει κάποιος ιδιώτης την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προϊόντων!
Σε κατασπατάληση άνευ προηγουμένου των πόρων που προέρχονται από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο θεωρητικά δημιουργήθηκε για την επανεκκίνηση των ευρωπαϊκών οικονομιών μετά την πανδημία, επιδίδεται το τελευταίο διάστημα η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως.
Τελευταίο τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί ο διαγωνισμός που προκήρυξε, προκειμένου να δαπανηθεί το τεράστιο ποσό των 51.964.905 ευρώ, όχι για να αναπτυχθεί κάτι καινούργιο, αλλά για να αναλάβει κάποιος ιδιώτης την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προϊόντων, που στη συντριπτική πλειονότητά τους έχουν ήδη δημιουργηθεί και χρησιμοποιούνται κατά κόρον σε όλο το φάσμα της εκπαιδευτικής δραστηριότητας στη χώρα μας. Το ακόμη πιο ειρωνικό, μάλιστα, είναι πως τα προϊόντα αυτά έχουν αναπτυχθεί και με τη συγχρηματοδότηση της Ε.Ε., ενώ σε μεγάλο βαθμό είναι και επικαιροποιημένα.
Η διαχείριση του διαγωνισμού και του έργου, για αδιευκρίνιστους μέχρι σήμερα λόγους, ανατέθηκε στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), με σχετική απόφαση που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Ιούνιο. Στις 29 Σεπτεμβρίου το ΙΕΠ δημοσίευσε την περίληψη του ανοικτού διεθνούς διαγωνισμού, με τον τίτλο «Μετασχηματισμός των συμβατικών προγραμμάτων Σπουδών και του εκπαιδευτικού περιεχομένου σε υλικό ανοιχτού κώδικα, το οποίο θα είναι διαδραστικό, ενταγμένο σε ψηφιακά περιβάλλοντα, προσβάσιμο σε όλους, με δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης, δυναμικής ενημέρωσης και θα περιλαμβάνει συνέργειες με τις κοινότητες των εκπαιδευτικών», ο οποίος θα ολοκληρωθεί στις 24 Οκτωβρίου.
Αν κανείς αναζητήσει την ακριβή πραγματικότητα πίσω από τον μεγαλόσχημο τίτλο, θα εκπλαγεί. Το 50% όσων με στόμφο περιγράφονται έχουν εδώ και χρόνια αναπτυχθεί από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών & Εκδόσεων (ΙΤΥΕ) Διόφαντος, που αποτελεί φορέα του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Το άλλο 50% αφορά προγράμματα που είτε υπάρχουν ήδη είτε είναι νέα αλλά θα μπορούσαν να δημιουργηθούν (κι έχουν στο παρελθόν δημιουργηθεί) με κόστος εξαιρετικά χαμηλότερο από αυτό που προβλέπει ο νέος διαγωνισμός. Χαρακτηρίζονται, δηλαδή, από γνώστες εξωφρενικά υπερκοστολογημένα. Με βάση, πάντως, τους όρους του διαγωνισμού το ΙΤΥΕ Διόφαντος αποκλείεται από τη συμμετοχή.
Συγκεκριμένα, ο διαγωνισμός περιλαμβάνει τέσσερα πακέτα, εκ των οποίων δύο αφορούν την ανάπτυξη ψηφιακής υποδομής και δύο την ανάπτυξη ψηφιακού περιεχομένου.
Από αυτά η ψηφιακή υποδομή που ζητείται από τον διαγωνισμό να αναπτυχθεί αποτελεί σχεδόν στο σύνολο της αντιγραφής, υποδομής που έχει ήδη δημιουργήσει το ΙΤΥΕ Διόφαντος, όπως είναι το ψηφιακό αποθετήριο Φωτόδεντρο και η πλατφόρμα e-me.
Μάλιστα, οι προδιαγραφές οι οποίες περιγράφονται είναι ακριβώς ίδιες με εκείνες του ΙΤΥΕ.
Από την άλλη, η ανάπτυξη του ψηφιακού περιεχομένου που έχει περιληφθεί στον διαγωνισμό αφορά νέο υλικό, εκτός από 5.000 ψηφιακά αντικείμενα που θα μπορούσαν να βασιστούν σε υφιστάμενα του ΙΤΥΕ. Ακόμη πιο αναλυτικά ο διαγωνισμός περιλαμβάνει:
• Σχεδίαση και ανάπτυξη ψηφιακού αποθετηρίου, που σχεδόν το 100% των προδιαγραφών αντιστοιχούν στο αποθετήριο Φωτόδεντρο του ΙΤΥΕ.
• Σχεδίαση και ανάπτυξη ψηφιακής εκπαιδευτικής πλατφόρμας, που σχεδόν το 90% των προδιαγραφών αντιστοιχούν και καλύπτονται από την υφιστάμενη ψηφιακή εκπαιδευτική πλατφόρμα e-me.
• Ανάπτυξη 15.000 νέων ψηφιακών αντικειμένων, εκ των οποίων έως 5.000 θα μπορούσαν να προκύψουν από επικαιροποίηση/αναβάθμιση/ανακατασκευή υφιστάμενων.
• Σχεδίαση και ανάπτυξη 4.000 ψηφιακών μαθημάτων, που πράγματι αποτελούν νέο υλικό, αλλά θα μπορούσαν να δημιουργηθούν με χαμηλότερο κόστος.
Παρά το γεγονός πως από τα στοιχεία του διαγωνισμού δεν προκύπτει ακριβώς το οικονομικό ύψους κάθε πακέτου, σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών φαίνεται πως το ποσό θα μοιραστεί ακριβώς στη μέση, δηλαδή περίπου 26.000.000 ευρώ θα κατευθυνθούν στην ανάπτυξη προγραμμάτων ψηφιακού περιεχομένου και 26.000.000 ευρώ στην ανάπτυξη ψηφιακής υποδομής. Αξίζει να τονίσουμε πως τα πακέτα ψηφιακής υποδομής που θα επαναδημιουργηθούν άσκοπα είχαν κοστίσει στο ΙΔΥΕ Διόφαντος 11.649.955 ευρώ(!).
Φυσικά αναπάντητα ερωτήματα εγείρονται και από το γεγονός της ανάθεσης εκπαιδευτικού, ψηφιακού υλικού, το οποίο αποτελεί προέκταση του παραδοσιακού βιβλίου, σε ιδιώτες, οι οποίοι μπορεί να μην ασχολούνται καν με τον χώρο της εκπαίδευσης. Ας μην ξεχνάμε πως ακόμη και τα αξιόλογα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια που λειτουργούν στη χώρα μας ήταν μέχρι σήμερα υποχρεωμένα να χρησιμοποιούν τα βιβλία που διατίθενται από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων και τα οποία είχαν δημιουργηθεί από τους αρμόδιους εκπαιδευτικούς φορείς.