Η αποβολή την προηγούμενη εβδομάδα της εισαγγελέως Γεωργίας Τσατάνη από πολιτική αγωγή στο Ειδικό Δικαστήριο που εξετάζει τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δημήτρη Παπαγγελόπουλο και την πρώην εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη ήταν κάτι παραπάνω από απλή απόρριψη ενός αιτήματος.
Ήταν στην πραγματικότητα απόρριψη από το Ειδικό Δικαστήριο μίας μεθοδικής, επίμονης και εξαιρετικά επικίνδυνης τακτικής, που εφαρμόζει εδώ και καιρό η κυρία Τσατάνη, προκειμένου να καλύψει τις ευθύνες της σε σχέση με τους χειρισμούς της στην υπόθεση του αποβιώσαντος επιχειρηματία Ανδρέα Βγενόπουλου, που οδήγησαν και σε πειθαρχική τιμωρία της.
Και η τακτική αυτή δεν είναι άλλη από το να ρίχνει διαρκώς την ευθύνη σε όσα πρόσωπα συνέβαλαν στην αποκάλυψη των ύποπτων χειρισμών της. Μάλιστα, στο πλαίσιο αυτής της μεθοδολογίας, η κυρία Τσατάνη επιχειρεί εδώ και χρόνια να συνδέσει τη βομβιστική επίθεση που πραγματοποιήθηκε σε βάρος της με κάποια από αυτά τα πρόσωπα.
Αυτό επιχείρησε και στο Ειδικό Δικαστήριο, λέγοντας, διαμέσου των δικηγόρων της, ότι οι πιέσεις του κ. Παπαγγελόπουλου και η δημοσιότητα που πήρε η υπόθεση Βγενόπουλου είχαν ως αποτέλεσμα τη στοχοποίησή της από τους βομβιστές.
Το ίδιο είχε επιχειρήσει να κάνει και στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής, που οδήγησε στη διαδικασία του Ειδικού Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας πως το γεγονός ότι κλήθηκε από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, το 2016, όταν πρόεδρος ήταν η πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Τασία Χριστοδουλοπούλου, προκειμένου να λογοδοτήσει για θέματα Δικαιοσύνης, την έβαλαν στο στόχαστρο.
Στην Προανακριτική, μάλιστα, είχε κατηγορήσει συνολικά την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, συνδέοντας και πάλι τη βομβιστική ενέργεια στο σπίτι της με υποτιθέμενη στοχοποίησή της, προκειμένου να καλύψει τους περίεργους χειρισμούς της σε μια υπόθεση για την οποία τιμωρήθηκε πειθαρχικά και σε πρώτο και σε δεύτερο βαθμό, επειδή κρίθηκε πως οι ενέργειές της δεν ήταν αρμόζουσες με τα καθήκοντα της εισαγγελικής λειτουργού:
«Ηταν ευρύτατη η στοχοποίηση και είναι και σοβαρές οι παραλείψεις από πλευράς του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως και γενικότερα του Δημοσίου» είχε πει χαρακτηριστικά στην Προανακριτική Επιτροπή. Φυσικά, η κυρία Τσατάνη δεν εξήγησε ποτέ γιατί αρχικά είχε αρνηθεί να παρουσιαστεί στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας για να λογοδοτήσει, γιατί στη συνέχεια ζήτησε να πάει με δικηγόρους, λες και ένιωθε κατηγορούμενη, αλλά και γιατί, ενώ κατηγόρησε τον κ. Παπαγγελόπουλο για παρεμβάσεις, ήταν εκείνη που είχε ζητήσει να τον συναντήσει στο υπουργικό γραφείο του.
Το μόνο βέβαιο είναι πλέον πως η άρνηση των ανώτατων δικαστών να επιτρέψουν στην κυρία Τσατάνη να επιχειρήσει εκ νέου την έωλη σύνδεση της επίθεσης στο σπίτι της με κάποια δήθεν στοχοποίησή της που πραγματοποιήθηκε από πρόσωπα στον χώρο της πολιτικής και της Δικαιοσύνης θα αποτελέσει και το οριστικό τέλος αυτής της προσπάθειας.