Οι διπλωματικές ισορροπίες της χώρας άλλαξαν σε λίγα 24ωρα εξαιτίας των αποφάσεων της κυβέρνησης
Της Κύρας Αδάμ
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποφάσισε μονομερώς να αλλάξει τις διπλωματικές ισορροπίες της χώρας.
Εξαρτά πλέον την Ελλάδα και τα συμφέροντά της αποκλειστικώς και μόνο από τις ΗΠΑ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες, κατά τη μακρόχρονη επεκτατική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα, ουδέποτε υποστήριξαν ανοιχτά και καθαρά την Αθήνα και τη Λευκωσία απέναντι στις συνεχείς τουρκικές παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου.
Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. κόπτονται τώρα για τις -σοβαρές, πράγματι- παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου από τη Ρωσία, ενώ ενταφιάζουν μανιωδώς τις δικές τους παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, της Συρίας, ακόμα και του Ιράκ, όταν οι ΗΠΑ κινητοποίησαν ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα «για τα πυρηνικά του Σαντάμ Χουσεΐν», που δεν βρέθηκαν ποτέ και αποδείχθηκε ότι όλα ήταν ένα ψέμα…
Με μια εκπληκτική στοχοπροσήλωση «στη Δύση και στις αξίες της», η κυβέρνηση Μητσοτάκη διέλυσε μέσα σε ένα 24ωρο έναν «σταθερό βραχίονα» της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, που ήταν -μέχρι πρότινος- η σταθερή θέση της Ρωσίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας σε αποφάσεις και ψηφίσματα που είχαν να κάνουν κυρίως με το Κυπριακό, αλλά και σε θέματα στο Αιγαίο.
Στο εξής, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν μπορούν να στηρίζονται στη Μόσχα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και δεν θα μπορούν να επικαλεστούν τη βοήθειά της αν χρειαστεί. Αντιθέτως, οι ελληνικές κυβερνήσεις στο εξής θα έχουν απέναντί τους τη Μόσχα, η οποία εξαργύρωσε (σύμφωνα με την πρόσφατη επικοινωνία Πούτιν – Ερντογάν) την υποστήριξη της Αγκυρας -που δεν επιβάλλει κυρώσεις εναντίον της- με συνεχή ροή ρωσικών οπλικών συστημάτων, και συγκεκριμένα πυραύλων S-400, στραμμένων εναντίον στόχων στο Αιγαίο, στη Μεσόγειο και την Κύπρο ενδεχομένως…
Η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν παρατήρησε -ούτε καν κοντοστάθηκε- στη σώφρονα πολιτική της Λευκωσίας, που δεν έσπευσε να στείλει «βοήθεια» στην Ουκρανία όχι γιατί υποστηρίζει τις ενέργειες της Ρωσίας, αλλά γιατί δεν επιθυμεί -και σωστά- να περάσει στον μακρύ κατάλογο των δυτικών χωρών που η Μόσχα θεωρεί πλέον εχθρούς της, αφού με την αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στην Ουκρανία δηλώνουν ότι είναι σε πόλεμο με τη Ρωσία – και χωρίς να υπάρχουν καμιά νομικά δεσμευτική απόφαση, ψήφισμα ή μέτρα του ΟΗΕ σε βάρος της Ρωσίας. Η κυβέρνηση της Ν.Δ., ακόμα, δεν εξέτασε προσεκτικά και τη στάση του «φίλου και προστάτη» της Ελλάδας Ε. Μακρόν, ο οποίος δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι δεν θα πάψει να συνομιλεί με τον Πούτιν για την εξεύρεση λύσης.
Οι ελληνορωσικές σχέσεις, διαταραγμένες ήδη από τις προηγούμενες οικονομικές κυρώσεις της Ε.Ε. στη Ρωσία το 2014, πάλι για την Ουκρανία, απέκτησαν αρνητικό πρόσημο όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη προσέφερε την Αλεξανδρούπολη και το Στεφανοβίκι ως βάσεις στις ΗΠΑ για τη διέλευση οπλικών συστημάτων και δυνάμεών τους «προς Βορρά».
Η Ρωσία είχε προειδοποιήσει δύο φορές -και κατά την επίσκεψη Μητσοτάκη στη Μόσχα τον Δεκέμβριο και προσφάτως στην εσπευσμένη επίσκεψη του Ν. Δένδια στη Μόσχα- ότι η Ελλάδα θα θεωρηθεί «εχθρικός στόχος» της Ρωσίας αν αμερικανικά στρατεύματα κινηθούν εναντίον της από τις βάσεις αυτές. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε κίνηση «αυτοπροστασίας», δεν έχει ακόμα κυρώσει στη Βουλή την ελληνοαμερικανική συμφωνία…
Στους κόλπους της κυβέρνησης εξαπλώνεται μια λανθασμένη αντίληψη (σκόπιμη ή αφελής) ότι η Δύση, μόλις ξεμπερδέψει με τη Ρωσία, θα στραφεί προς την Τουρκία και θα απαιτήσει συμμόρφωση της Αγκυρας με το Διεθνές Δίκαιο στις επεκτατικές βλέψεις της εναντίον της Ελλάδας.
Φυσικά, τέτοιες αντιλήψεις δεν εξυπηρετούν ούτε ανέκδοτο μιας εβδομάδας. Αφήνουν όμως μεγάλα περιθώρια συλλογισμών για μια νέα, καθοδηγούμενη εκ νέου, ελληνοτουρκική «προσέγγιση», δηλαδή συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν με αθέατες ελληνικές παραχωρήσεις, όπως είχε συμβεί και στις δύο προηγούμενες συναντήσεις τους.