Κλήθηκε σε απολογία, γιατί τόλμησε να ελέγξει πολιτικούς για τους οποίους υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις εμπλοκής στην υπόθεση
Από τη Μαρία Παναγιώτου
Μήνυμα με σαφές περιεχόμενο, πως όποιος εισαγγελέας τολμάει να ελέγχει πολιτικά πρόσωπα για πιθανή συμμετοχή τους σε αξιόποινες πράξεις θα αντιμετωπίζει διώξεις και εκδικητικό κυνήγι μαγισσών. Αυτό αποτελεί στην πραγματικότητα η κλήση που έλαβε, μετά τους δημοσιογράφους, και η πρώην εισαγγελέας Κατά της Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη, να απολογηθεί στην ανακρίτρια του Ειδικού Δικαστηρίου για δήθεν εμπλοκή της στο σενάριο της πολιτικής σκευωρίας εναντίον πολιτικών προσώπων στο σκάνδαλο Novartis. Να απολογηθεί, δηλαδή, γιατί δήθεν κατά την άσκηση των καθηκόντων της ερεύνησε και πολιτικά πρόσωπα ως μέρος κάποιας σκευωρίας, και όχι επειδή προέκυψαν αποχρώσες ενδείξεις, όπως συνέβη στην πραγματικότητα.
Η κλήση της αποτελεί απότοκο του πορίσματος που είχαν συντάξει τα μέλη της προανακριτικής της Βουλής, που προέρχονταν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας και είχε ψηφιστεί το καλοκαίρι του 2020 από την Ολομέλεια.
Το πόρισμα, συγκεκριμένα, ζητούσε να ασκηθεί δίωξη στην κυρία Τουλουπάκη για την άσκηση ποινικής δίωξης για την ενδεχόμενη τέλεση των εγκλημάτων της κακουργηματικής και της πλημμεληματικής κατάχρησης εξουσίας, της παράβασης καθήκοντος, της εκβίασης, της οργάνωσης και της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση και την περίπτωση συμμορίας.
Να υπενθυμίσουμε πως την προηγούμενη άνοιξη η κυρία Τουλουπάκη είχε παυθεί και από τη θέση της στην εισαγγελία Κατά της Διαφθοράς, έπειτα από διάταξη που ψήφισε η κυβέρνηση, με βάση την οποία η συγκεκριμένη εισαγγελία ενοποιήθηκε με την Οικονομική Εισαγγελία. Να υπενθυμίσουμε, ακόμη, πως πριν από λίγες μέρες η Οικονομική Εισαγγελία αρχειοθέτησε τόσο τον φάκελο του Αδωνη Γεωργιάδη όσο και αυτόν του Δημήτρη Αβραμόπουλου, σε σχέση με την πιθανή εμπλοκή τους στο σκάνδαλο Novartis, με σκανδαλώδες σκεπτικό.
Μνημειώδης ήταν, για παράδειγμα, στην αρχειοθέτηση του Αδωνη Γεωργιάδη η νομιμοποίηση πράξεων, όπως οι «αδιευκρίνιστες» τραπεζικές καταθέσεις. Μετά την κλήση της, η κυρία Τουλουπάκη προέβη στην εξής δήλωση: «Τα τελευταία τρία χρόνια η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί τη συστηματική προσπάθεια μετατροπής ενός τεράστιου, διεθνούς σκανδάλου στην αποκαλούμενη ως “σκευωρία Novartis”. Από την πρώτη στιγμή που η υπόθεση έφτασε στην Εισαγγελία Διαφθοράς δεχθήκαμε ακραίες συκοφαντικές επιθέσεις και πιέσεις κάθε είδους, προκειμένου να παρακωλυθούμε στο έργο μας και να καταστούμε εν τέλει οι ίδιοι κατηγορούμενοι, ως τάχα μέλη εγκληματικής οργάνωσης.
Στο πλαίσιο της συντεταγμένης και οργανωμένης αυτής προσπάθειας εναντίον μας, καταπατήθηκε κάθε έννοια του κράτους δικαίου και διάκρισης των εξουσιών, μεταξύ άλλων, με ωμές παρεμβάσεις πολιτικών στο ανώτατο επίπεδο, που προεξοφλούσαν το αποτέλεσμα ήδη από την έναρξη διερεύνησης της υπόθεσης και που, δυστυχώς, οι δικαστικές εξελίξεις δείχνουν απλά να τις επικυρώνουν.
Ως απάντηση στη θεσμική εκτροπή και έκπτωση, εγώ και οι συνυπηρετήσαντες με εμένα εισαγγελείς παραμείναμε αταλάντευτα πιστοί στο Σύνταγμα και επιτελέσαμε το καθήκον μας με εντιμότητα και ευσυνειδησία, προσηλωμένοι στην αναζήτηση της αλήθειας και στην απόδοση του δικαίου, όπως οφείλαμε να κάνουμε. Οι κατήγοροί μας γνωρίζουν καλύτερα από όλους ότι διωκόμαστε ακριβώς γι’ αυτό.
Σήμερα καλούμαι από την ελληνική Δικαιοσύνη να απολογηθώ ως κατηγορούμενη. Για εμένα, λοιπόν, αυτή η κλήση προς απολογία είναι τίτλος τιμής. Τίτλος αναγνώρισης ότι ενήργησα με γνώμονα την αλήθεια για το δημόσιο συμφέρον, ότι δεν υπέκυψα σε πιέσεις, ότι ανέδειξα και εγώ για την πατρίδα μου το σκάνδαλο, το οποίο κόστισε τόσο ακριβά στη χώρα μας, στην Ευρώπη και σε χιλιάδες ανθρώπους, που στερήθηκαν το δικαίωμα πρόσβασης στην υγεία. Είμαι πεπεισμένη για τη δικαίωση – άλλωστε, η εντιμότητα και η ακεραιότητα είναι ιδιότητες αυθύπαρκτες, δεν ετεροπροσδιορίζονται.
Ως γνήσιο τέκνο της ιδιαίτερης πατρίδας μου, της Κρήτης, “δεν φοβάμαι τίποτα”, έχω την ελπίδα μου στον Θεό και γι’ αυτό είμαι ελεύθερη. Μου αρκεί που επιτέλεσα το καθήκον μου στο ακέραιο. Αυτή η βεβαιότητα και η ηρεμία θα είναι το οριστικό ζητούμενο για τους αληθινούς σκευωρούς, που ήδη ατενίζουν την ιστορική καταδίκη τους. Αντίθετα, η δική μου μόνη απάντηση και ακλόνητη θέση είναι η δέσμευσή μου ότι θα εξακολουθήσω να υπηρετώ την αλήθεια και το δίκαιο, με σθένος, πραγματικά “μέχρι τέλους’’».