Από τις «ηρωικές» ηχογραφήσεις του ’50 στον κινηματογραφικό «Ζορμπά», με πρωταγωνιστή τον τεράστιο Άντονι Κουίν
Ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε αρκετή μουσική για τον κινηματογράφο, αλλά τα κίνητρά του δεν ήταν και τόσο βιοποριστικά: Ηταν μέγας κινηματογραφόφιλος ο ίδιος και λάτρευε το σινεμά! Εργάστηκε γι’ αυτό σε συνθήκες, μάλλον, δυσμενείς.
Ο ίδιος εξιστορεί σε μία παλαιότερη συνέντευξή του στα χρόνια του περιοδικού «ΣΙΝΕΜΑ»: «Στη δεκαετία του ’50 οι συνθήκες ηχογράφησης ήταν “ηρωικές”. Θυμάμαι λ.χ. ότι η ηχογράφηση της μουσικής για το φιλμ του (σ.σ. Ντίμη) Δαδήρα “Το Δίλημμα μιας Ορφανής” έγινε στο σπίτι του ηχολήπτη στα Λιόσια. Επαιζε ο Δημήτρης Φάμπας κιθάρα, το μωρό κοιμόταν στη γωνία, ενώ στο μέσον του δωματίου, πάνω στη σόμπα που έκαιγε με ξύλα, έβραζαν όσπρια… Μετά το ‘60 επί Κακογιάννη που δούλευε στο στούντιο της Φίνος, στην οδό Χίου, υπήρξε μεγάλη πρόοδος».
Και, φυσικά, ήταν η μεγάλη επιτυχία του «Ζορμπά» που έκανε το όνομά του ξακουστό στο Χόλιγουντ, όπου και θα μπορούσε να επιδιώξει μία μεγάλη καριέρα. Και όλα ξεκίνησαν από την Κρήτη, όπου ο Θεοδωράκης μετά την εξορία του στη Μακρόνησο άκουσε πρώτη φορά τον κρητικό παραδοσιακό συρτό στα πανηγύρια των Χανιωτών, που κρατούσαν δυο και τρεις ημέρες.
Όπως περιγράφει στην αυτοβιογραφία του «Οι δρόμοι του Αρχάγγελου», του άρεσε και τον επηρέασε τόσο, ώστε συνέθεσε ένα δικό του έργο, έχοντας ως πηγή έμπνευσης αυτόν τον κρητικό δημοτικό σκοπό και το ονόμασε «Συρτό Χανιώτικο», αφού ποτέ ο Θεοδωράκης δεν απέκρυψε τις πηγές έμπνευσής του ή τις οποιεσδήποτε επιρροές που κατά καιρούς δέχθηκε.
Το έργο αυτό παρουσιάστηκε σε πρώτη εκτέλεση στις 21 Σεπτεμβρίου του 1951 στα Χανιά, από τη Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Χανίων και την Αλίκη Βατικιώτη (πιάνο), ενώ διηύθυνε ο ίδιος ο Μίκης Θεοδωράκης. Το συγκεκριμένο μοτίβο το περιέλαβε ο Θεοδωράκης και στο μπαλέτο του «Ορφέας και Ευρυδίκη», που συνέθεσε και παρουσίασε το 1952 με την Ορχήστρα Εγχόρδων της ΚΟΑ και τη διεύθυνση του Τάτση Αποστολίδη. Έτσι, το γνωστό σε όλους μας θέμα χρησιμοποιήθηκε το 1964 στην ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη.
Αλλά καριέρα στην Αμερική ο Μίκης δεν έκανε. Δυστυχώς, η μοίρα τα έφερε αλλιώς, καθώς το 1965, τότε δηλαδή που έρχεται η μεγάλη πρόταση από την Αμερική, ο Θεοδωράκης (που ζούσε στο Παρίσι) δεν μπορούσε «να αφήσει τον γάμο για πουρνάρια», όπως έλεγε χαρακτηριστικά, αναφερόμενος στο κίνημα των Λαμπράκηδων.
Ωστόσο, έγιναν πολλές διαβουλεύσεις, καθώς είχε τότε ως δικηγόρο του για τις σχετικές διαπραγματεύσεις τον Θεόδωρο Πάγκαλο, ο οποίος τραβούσε αυτές τις συναντήσεις σε μάκρος, αφού γίνονταν σε πανάκριβα παρισινά ρεστοράν, εξόδοις των προτεινόντων. «Και ο Θόδωρος από τότε αγαπούσε την καλή κουζίνα, ενώ δεν υπήρχε καμία πιθανότητα από μέρους μου να αποδεχθώ» είχε πει ο Θεοδωράκης.