Ο πιλότος αναμένεται να υποστηρίξει στον ανακριτή ότι έκανε τη σκηνοθεσία… για να μη μεγαλώσει το παιδί του χωρίς μητέρα και πατέρα
Με τον ισχυρισμό πως ό,τι έκανε ήταν για να μη μεγαλώσει το παιδί του χωρίς μητέρα και πατέρα αναμένεται να επιχειρήσει να δικαιολογήσει το αποτρόπαιο έγκλημά του ο πιλότος σήμερα, όταν βρεθεί ενώπιον του 12ου τακτικού ανακριτή προκειμένου να απολογηθεί.
Ο κατηγορούμενος για τον φόνο της Καρολάιν θα κληθεί να δώσει εξηγήσεις όχι μόνο για τον φρικτό φόνο, αλλά και για τη σκηνοθεσία που έστησε μετά, παριστάνοντας τον τεθλιμμένο σύζυγο που είχε πέσει θύμα σκληρών κακοποιών. Η σκληρότητα και ο ψυχρός υπολογισμός, που τον οδήγησαν να θανατώσει τον σκύλο του για να γίνει πιστευτός, θολώνουν τα επιχειρήματά του για… κατά λάθος φονικό.
Για τις 10 το πρωί είναι προγραμματισμένη η συνάντηση του πιλότου με τον ανακριτή και η απολογία αναμένεται να είναι πολύωρη, καθώς τα ερωτήματα στα οποία θα κληθεί να απαντήσει ο κατηγορούμενος είναι πάρα πολλά και δύσκολα. Επειδή ωστόσο δεν έχουν μπει στη δικογραφία όλα τα στοιχεία από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών, είναι πιθανό να ζητηθεί από τους συνηγόρους του νέα 24ωρη προθεσμία, με συναίνεση στην κράτηση, προκειμένου να λάβουν υπόψη και τα δεδομένα που λείπουν πριν από τις εξηγήσεις στη Δικαιοσύνη. Ωστόσο, η γραμμή που έχει επιλέξει να ακολουθήσει ο κατηγορούμενος έχει φανεί ήδη από τις δύο προανακριτικές απολογίες που έδωσε στους αστυνομικούς, όταν «έσπασε» και ομολόγησε το έγκλημά του.
Το βάρος των στοιχείων σε βάρος του πιλότου έριξε αυλαία στην παράσταση που είχε στήσει τις τελευταίες εβδομάδες, με αποκορύφωμα την παρουσία του στο μνημόσυνο της συζύγου του, την οποία σκότωσε ο ίδιος, ενώ λίγα μέτρα μακριά βρισκόταν το μικρό κοριτσάκι του ζευγαριού, η Λυδία, που πρόσφατα έκλεισε ακόμα τον πρώτο χρόνο της ζωής της. Μόλις λύγισε ζήτησε συγγνώμη και είπε στους αστυνομικούς: «Δεν μπορείτε να φανταστείτε τον έρωτά μου για αυτή την κοπέλα». Ο… θανάσιμος «έρωτάς» του κορυφώθηκε τη μοιραία νύχτα, περιγράφοντας μια σειρά από καβγάδες με την Καρολάιν. «Εκεί που ήταν όλα καλά μεταξύ μας, μπορεί για την οποιαδήποτε σημαντική ή ασήμαντη αφορμή να γινόταν επιθετική απέναντί μου».
Ο πιλότος περιέγραψε όσα συνέβησαν στο διαμέρισμά τους τη νύχτα του φονικού, λέγοντας ότι νωρίτερα είχαν τσακωθεί και όλα άρχισαν όταν ανέβασε το μωρό στην κρεβατοκάμαρα για να κοιμηθεί: «Η Καρολάιν άνοιξε τα μάτια της, άρχισε να μου φωνάζει επειδή της έφερα τη μικρή και δεν την άφηνε να κοιμηθεί. Η μικρή ξύπνησε. Τότε, η Καρολάιν, πάνω στα νεύρα της, έπιασε το μωρό με τα δυο της χέρια και το πέταξε με δύναμη μέσα στο λίκνο, λέγοντας κάτι του στιλ “σου είπα ότι δεν τη θέλω εδώ”. Πήρα αγκαλιά το μωρό και είπα στην Καρολάιν “είσαι με τα καλά σου; Χτυπάς τη μικρή”, και αυτή μου απάντησε κάτι του στιλ “ό,τι γουστάρω θα κάνω, ό,τι θέλω θα κάνω”».
Στη συνέχεια, όπως υποστηρίζει, πήρε τη μικρή στον κάτω όροφο και την κοίμισε στον καναπέ. Επειτα ανέβηκε πάλι στην κρεβατοκάμαρα. «Ξάπλωσα δίπλα της και την πήρα αγκαλιά. Της είπα να πάρω τη μικρή και να ανέβουμε πάνω, και αυτή μου απάντησε “όχι, μη φέρεις τη μικρή, δεν σας θέλω”. Και ξεκίνησε να τινάζει το σώμα της για να φύγει από την αγκαλιά μου. Εγώ συνέχιζα να την κρατάω σφιχτά και της έλεγα ότι πρέπει η μικρή να ανέβει επάνω για να κοιμηθεί. Κάποια στιγμή, όπως τιναζόταν το πρόσωπό της, ήταν στο μαξιλάρι -εννοώ δηλαδή ότι το στόμα της και η μύτη της ακουμπούσαν στο μαξιλάρι-, εγώ συνέχισα να την κρατάω σφιχτά στην αγκαλιά μου, μέχρι που κατάλαβα ότι η Καρολάιν σταμάτησε να κουνιέται. Όλο αυτό πρέπει να κράτησε γύρω στα 5 λεπτά… Τα έχασα. Προσπάθησα να την ξυπνήσω, την κούναγα, αλλά κατάλαβα ότι όλο αυτό που έκανα ήταν μάταιο».
Τα στοιχεία που συνέλεξε η ιατροδικαστής δεν δείχνουν ότι προηγήθηκε τέτοιου είδους καβγάς ανάμεσα στο ζευγάρι, αλλά, αντιθέτως, ότι η Καρολάιν κοιμόταν. Το έδειξαν οι παλμοί της καρδιάς της, όπως καταγράφηκαν από το βιομετρικό ρολόι που φορούσε τη στιγμή του εγκλήματος. Ο κατηγορούμενος στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι κατέβηκε να δει τι κάνει το παιδί και, αφού βεβαιώθηκε ότι η μικρή Λυδία εξακολουθούσε να κοιμάται, ανέβηκε ξανά στην κρεβατοκάμαρα. «Τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί. Εβαλα τα κλάματα και αμέσως σκέφτηκα τη Λυδία, που θα μεγαλώσει χωρίς τους γονείς της. Τότε, λοιπόν, σκέφτηκα να κάνω μια τελευταία προσπάθεια, μήπως μεγαλώσει τουλάχιστον με τον πατέρα της. Σκέφτηκα να εξαφανίσω το σώμα της, αλλά κάτι τέτοιο μού ήταν αδύνατον να κάνω. Μόνο που την κοίταζα έκλαιγα.
Το επόμενο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να πω ότι κάποιος άλλος το έκανε. Θα έλεγα στην Αστυνομία ότι μπήκαν ληστές μέσα στο σπίτι. Βρισκόμουν σε πανικό. Δεν ήξερα τι να κάνω. Σκέφτηκα ότι, για να φανεί πιο αληθοφανές και να πιστέψουν ότι μπήκαν αδίστακτοι ληστές, θα έπρεπε να κάνω κακό στον σκύλο. Κανένας δεν θα πίστευε ότι εγώ θα μπορούσα να κάνω κακό στο σκυλί. Με πόνο καρδιάς κρέμασα το λουρί του σκύλου στα κάγκελα της σκάλας». Ο «πόνος καρδιάς», που επικαλέστηκε ο πιλότος, μάλλον δεν έπεισε τους αστυνομικούς, οι οποίοι λίγες ώρες αργότερα του ζήτησαν να απολογηθεί συμπληρωματικά, περιγράφοντας με λεπτομέρειες όσα έκανε για να στήσει το σκηνικό της ληστείας και να γλιτώσει ο ίδιος τη φυλακή.
Θανάσης Κατερινόπουλος: Στην υπόθεση κρύβονται και τρίτα πρόσωπα
Τη βεβαιότητα ότι πίσω από τη δολοφονία της 20χρονης Καρολάιν από τον 32χρονο σύζυγό της Μπάμπη Αναγνωστόπουλο κρύβονται τρίτα πρόσωπα εξέφρασε ο επίτιμος πρόεδρος Αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ. Θανάσης Κατερινόπουλος, ο οποίος άφησε να εννοηθεί ότι πιθανότατα ο «σατανικός» πιλότος έψαχνε να νοικιάσει σπίτι στη Σούδα Χανίων!
Όσο ξετυλίγεται το κουβάρι της σκοτεινής υπόθεσης, που συντάραξε την κοινή γνώμη, τόσο πληθαίνουν οι αμφιβολίες και τα ερωτήματα αναφορικά με τον τρόπο που έδρασε ο 32χρονος, αλλά και το ενδεχόμενο να είχε συνεργούς, οι οποίοι τον βοήθησαν να ολοκληρώσει το δολοφονικό σχέδιό του. Οι Αρχές συνεχίζουν να εξετάζουν κάθε νέο στοιχείο που πέφτει στο τραπέζι, ώστε να καταλήξουν με σιγουριά στο συμπέρασμα ότι έχουν να κάνουν με άλλη μια υπόθεση ανθρωποκτονίας, με κίνητρο τις διαφορές που υπήρχαν στο ζευγάρι, ή κρύβεται από πίσω κάτι άλλο, ενδεχόμενο που δεν απέκλεισε και ο απόστρατος ταξίαρχος της ΕΛ.ΑΣ.
«Η υπόθεση δεν τελείωσε. Συνελήφθη ένας άνθρωπος, ομολόγησε. Δεν έχει τελειώσει η υπόθεση» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κατερινόπουλος.
«Ο ανακριτής έχει δουλειά και, αν χρειαστεί τη συνδρομή της Αστυνομίας, μπορεί να τη ζητήσει νομιμότατα. Μπορεί να υπάρχει συνεργός σε άλλα επίπεδα, σε άλλες φάσεις… Να μη μένουμε σε μια ζηλοτυπία και ένα καβγαδάκι» προσέθεσε ο επίτιμος πρόεδρος Αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ., εξηγώντας ότι δεν χρειάζεται ο συνεργός να είναι παρών στον τόπο του εγκλήματος.
«Μπορεί να είναι κάποιος ηθικός αυτουργός, αλλού. Να μιλάει, να κατευθύνει… Τι συμβαίνει με το τηλέφωνο θα διερευνηθεί. Δεν οφείλεται το έγκλημα, όπως είπα στην αρχή, στις μεταξύ τους διαφορές. Οι διαφορές, βέβαια, αυτές υπήρχαν και πιθανόν να οφείλονται σε άλλα πράγματα, σοβαρά, σημαντικά. Θέλω να πιστεύω ότι θα δούμε στην πορεία και άλλους κατηγορουμένους, αν ψαχτεί καλά το θέμα» επεσήμανε ο κ. Κατερινόπουλος, ο οποίος αποκάλυψε και ένα σημαντικό στοιχείο, που ίσως δώσει νέα τροπή στις έρευνες που είναι σε εξέλιξη.
«Υπάρχει και άλλο ερώτημα… Ποιος από το ζευγάρι είχε ταξιδέψει στην Κρήτη, κοντά στις 10 Απρίλη, και είδε και σπίτι για να νοικιάσει στη Σούδα, και για ποιον λόγο; Είναι κάτι αυτό, πιστεύω θα το ψάξουν αυτό οι Αρχές. Είναι πληροφορία πάρα πολύ καλή. Βεβαίως, μπορούν να βρουν και το πρόσωπο που νοίκιαζε τα σπίτια και να τους δώσει κατάθεση. Ηταν ο άνδρας, ήταν η γυναίκα; Ηταν μόνοι τους; Ηταν με παρέα;» αναρωτήθηκε αινιγματικά, μιλώντας στο «Φως στο Τούνελ». Την εκτίμησή του για την ύπαρξη τρίτων προσώπων στην υπόθεση των Γλυκών Νερών επανέλαβε και στον «αέρα» της εκπομπής «Καλύτερα δε γίνεται», λέγοντας χαρακτηριστικά ότι οι Αρχές άνοιξαν την πρώτη κουρτίνα και τώρα πρέπει να ανοίξουν και τη δεύτερη, για να δουν τι κρύβεται από πίσω.
«Εδώ υπάρχει “ουρά” και πρέπει οι Αρχές να φτάσουν στο τέρμα, να δουν και τη δεύτερη κουρτίνα που υπάρχει πίσω από αυτό το έγκλημα. Η πρώτη κουρτίνα είναι “πιάσαμε τον δράστη, θα μπει φυλακή”. Δεύτερη κουρτίνα υπάρχει; Η άποψή μου είναι “ναι”. Και πόσοι εμπλέκονται; Όχι στη δολοφονία -στη δολοφονία αυτός είναι ο δράστης-, αλλά σε άλλο σύστημα, το οποίο τον οδήγησε στη δολοφονία της συζύγου του για άλλους λόγους. Σε έναν βαθμό μιλάμε για ηθικό αυτουργό για το θέμα της ανθρωποκτονίας, αλλά και ηθικούς αυτουργούς άλλων εγκληματικών πράξεων που πιθανόν να γνώριζε η άτυχη Καρολάιν, ενώ δεν έπρεπε να γνωρίζει, και θα έπρεπε να της κλείσουν κάποιοι το στόμα». Ο εν αποστρατεία ταξίαρχος Θανάσης Κατερινόπουλος ήταν ο πρώτος που έβαλε στο «κάδρο» των υπόπτων τον πιλότο, λίγες ώρες μετά το στυγερό έγκλημα που συγκλόνισε το πανελλήνιο. Μάλιστα, μιλώντας στην εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη, τόνισε ότι η υπόθεση έχει πολλά κενά και πως ήταν πολύ περίεργο το γεγονός ότι ο πιλότος δεν κάλεσε μηχανικά τον αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112», όπως είχε εκπαιδευθεί, αλλά το «100».
Ο εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ. Απόστολος Σκρέκας, από την πλευρά του, πάντως, ξεκαθάρισε ότι «δεν υπάρχει μέχρι στιγμής ένδειξη για ύπαρξη συνεργού» στην υπόθεση των Γλυκών Νερών. Ωστόσο, προσέθεσε με νόημα ότι η έρευνα συνεχίζεται.
«Πάνω στην πλάτη της δολοφονημένης γυναίκας υπήρχε το μωρό»
Τις εικόνες που αντίκρισαν στο σπίτι στα Γλυκά Νερά μετά τη δολοφονία της 20χρονης Καρολάιν περιέγραψαν οι αστυνομικοί που έφτασαν πρώτοι στο σημείο. Η πρώτη από αυτές και αυτή που τους έχει μείνει στη μνήμη ήταν ο πιλότος με το εσώρουχο, δεμένος και ανήμπορος.
Πριν, όμως, δουν τον πιλότο οι αστυνομικοί και δη ο Χρήστος Βαρδίκος, ο οποίος συγκλόνισε το πανελλήνιο όταν απαθανατίστηκε να κρατά στα χέρια του τη μικρή κόρη του ζευγαριού, τον άκουσαν, αν και φιμωμένο, από το τηλέφωνο της γειτόνισσας να φωνάζει «βοήθεια». «Ανεβήκαμε χρησιμοποιώντας μια εσωτερική σκάλα στο ισόγειο που υπήρχαν το σαλόνι και η κουζίνα. Αφού διαπιστώσαμε πως δεν υπάρχει κανένα άτομο στον χώρο μέσω της εσωτερικής σκάλας κατευθυνθήκαμε προς τους πάνω ορόφους». Ο αστυνομικός περιγράφει στη συνέχεια με λεπτομέρειες τις φρικιαστικές εικόνες που αντίκρισε, με αποκορύφωμα τη νεκρή 20χρονη.
«Τότε, είδαμε από το κάγκελο της σκάλας, που βρίσκεται ανάμεσα στον πρώτο όροφο και στο ισόγειο, κρεμασμένο από τον λαιμό ένα σκυλί, το οποίο δεν ζούσε. Το σκυλί ήταν κρεμασμένο με ένα λουρί δερμάτινο, μαύρου χρώματος. Ακολούθως, ανεβήκαμε στον πρώτο όροφο, όπου υπήρχαν δύο δωμάτια και ένα μπάνιο. Δεν βρήκαμε ούτε εκεί κανέναν και έτσι ανεβήκαμε στον δεύτερο όροφο της μεζονέτας όπου υπήρχε μια κρεβατοκάμαρα. Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας ήταν μισάνοιχτη. Οταν μπήκαμε μέσα, μπροστά μας είδαμε ένα κρεβάτι.
Πάνω στο κρεβάτι υπήρχε μια γυναίκα, γυρισμένη και ξαπλωμένη μπρούμυτα, η οποία είχε τα χέρια της δεμένα πισθάγκωνα με μια γκρι ζακέτα. Γύρω από τον λαιμό της είχε τυλιγμένο ένα γκρι ύφασμα, ενώ από όσο καταλάβαμε δεν είχε τις αισθήσεις της. Πάνω στην πλάτη της γυναίκας υπήρχε ένα μωρό, το οποίο ήταν εν ζωή. Η γυναίκα φορούσε μόνο το εσώρουχό της, ενώ το μωρό ήταν ήσυχο και δεν έκλαιγε. Στην αριστερή πλευρά του κρεβατιού, όπως κοιτούσαμε εμείς, και στο πάτωμα βρισκόταν ένας άνδρας δεμένος, ο οποίος καλούσε σε βοήθεια. Τα πόδια του άνδρα ήταν προς την πόρτα και το κεφάλι του προς το προσκέφαλο του κρεβατιού. Ο άνδρας αυτός φορούσε μόνο το εσώρουχό του και ήταν κι αυτός δεμένος.
Συγκεκριμένα, τα χέρια του ήταν δεμένα μεταξύ τους με σπάγκο μπροστά στο σώμα του. Επίσης, με σπάγκο ήταν δεμένα και τα δύο του πόδια και τέλος με σπάγκο ήταν δεμένα μεταξύ τους τα πόδια του με τα χέρια του και ήταν σε εμβρυακή στάση. Ακόμη, στον λαιμό του ήταν πολύ σφιχτά δεμένη κολλητική ταινία καφέ χρώματος, η οποία συνεχιζόταν στο στόμα και στα μάτια του άνδρα. Ενώ η κολλητική ταινία στον λαιμό του άνδρα ήταν σφιχτά δεμένη, στο σώμα και στα μάτια ήταν πιο χαλαρά δεμένη».
Παρά τη μεγάλη ψυχική ένταση της στιγμής, ο κ. Βαρδίκος θυμάται χαρακτηριστικά πώς έβγαλε το μωρό από το σπίτι. «Πήρα το μωρό στα χέρια μου, το σκέπασα με μια κουβέρτα που πήρα από την κούνια του, η οποία βρισκόταν δεξιά από το κρεβάτι, και κατέβηκα στο ισόγειο. Ανοιξα την κεντρική είσοδο του σπιτιού, την πόρτα ασφαλείας που σας είπα πριν, και βγήκα έξω από το σπίτι. Νομίζω πως η πόρτα του σπιτιού ήταν ξεκλείδωτη και πως απλά κατέβασα το χερούλι για να βγω, αλλά δεν το θυμάμαι καλά γιατί εκείνη τη στιγμή είχα μεγάλη ένταση. Μετά από λίγο έξω από το σπίτι βγήκαν και οι συνάδελφοί μου μαζί με τον άνδρα που βρέθηκε δεμένος».
Το ίδιο σκηνικό αντίκρισε και ένας δεύτερος αστυνομικός που μπήκε μέσα στο σπίτι. Μάλιστα, ο συγκεκριμένος ήταν ο πρώτος που είδε νεκρή την Καρολάιν. Οπως λέει, μόλις έλυσαν τον 32χρονο πιλότο, εκείνος τους είπε πως στο σπίτι είχαν μπει με όπλα τρεις άνδρες, ο ένας κρατούσε πιστόλι και οι άλλοι περίστροφο, και του ζήτησαν λεφτά.