Μετά την ηχηρή παρέμβαση και την κόκκινη γραμμή στα Ελληνοτουρκικά, ο πρώην πρωθυπουργός βάζει φρένο και στο Σκοπιανό, ενώ φέρεται αποφασισμένος να μην ψηφίσει τα πρωτόκολλα της συμφωνίας
Από τον Ανδρέα Καψαμπέλη
Ραγδαίες εξελίξεις στα κρίσιμα πολιτικά διπλωματικά μέτωπα προοιωνίζεται η ηχηρή δημόσια παρέμβαση του Κώστα Καραμανλή με τη μορφή της απάντησης στον Κώστα Σημίτη για τη Συμφωνία του Ελσίνκι και την προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης. Ήδη, όσο κι αν τα συστημικά και κυρίως τα επηρεαζόμενα από την κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης επιχείρησαν να υποβαθμίσουν τις διαστάσεις της παρέμβασης αυτής, στο εσωτερικό της Ν.Δ. τα τελευταία εικοσιτετράωρα επικρατεί κινητικότητα και εντείνονται οι συζητήσεις για το σκηνικό της επόμενης ημέρας.
Το στοιχείο που τροφοδοτεί τις διεργασίες δεν είναι το τυπικό γεγονός ότι ο πρώην πρωθυπουργός απάντησε και μάλιστα κατά τρόπο σαφή και σκληρό στον προκάτοχό του. Είναι το περιεχόμενο της απάντησής του, το οποίο συνιστά παραλλήλως και ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τον σημερινό πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη με μια καθαρή κόκκινη γραμμή για τους χειρισμούς στα Ελληνοτουρκικά, την ώρα που εκείνος διολισθαίνει διαρκώς σε υποχωρήσεις.
Με δεδομένες πάντως τις διαδικασίες που έχουν δρομολογηθεί μέσω των διερευνητικών επαφών και όχι μόνο, το πιο ενδιαφέρον είναι εάν θα υπάρξει συνέχεια και ποια. Επ’ αυτού οι πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας» είναι άκρως σημαντικές και δείχνουν ότι πράγματι πολλά θα είναι διαφορετικά σε λίγο καιρό.
Μετά τα Ελληνοτουρκικά, συγκεκριμένα, το επόμενο κρίσιμο μέτωπο στο οποίο θα δοκιμαστούν ισορροπίες και αντοχές αφορά το θέμα των Σκοπίων, καθώς η Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία ψηφίστηκε επί ΣΥΡΙΖΑ -και εφαρμόζεται επί Ν.Δ.-, έχει αφήσει ορισμένες εκκρεμότητες. Πρόκειται για τα τρία εφαρμοστικά μνημόνια συνεργασίας τα οποία πρέπει (κάποια στιγμή) να ψηφιστούν από την ελληνική Βουλή.
Η ψήφισή τους επρόκειτο να γίνει στα τέλη του 2020, αλλά δόθηκε (μικρή όπως ειπώθηκε αρχικά) αναβολή λόγω εσωτερικών (παρασκηνιακών σε πρώτη φάση) αντιδράσεων στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. Ακολούθησε η συνέντευξη του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος δήλωσε ότι δεν θα τα ψηφίσει. Επισήμως η κυβέρνηση τότε του αναγνώρισε τη δυνατότητα να διαφοροποιηθεί μόνο αυτός, όμως, ως «πρώην πρωθυπουργός» που έχει «γνωστές θέσεις για τα θέματα εξωτερικής πολιτικής». Ωστόσο τα τρία μνημόνια οδηγήθηκαν στις ελληνικές καλένδες έως πρόσφατα που αναζωπυρώθηκαν οι πιέσεις από τους εταίρους για τη λήξη της εκκρεμότητας.
Καθώς λοιπόν η κυβέρνηση Μητσοτάκη φαίνεται ότι προωθεί μια συνολική διευθέτηση των εθνικών θεμάτων, βρίσκεται τώρα μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Είτε θα πρέπει να καθυστερήσει κι άλλο την εισαγωγή προς συζήτηση και ψήφιση των εν λόγω μνημονίων στη Βουλή, δείχνοντας «αδυναμία» απέναντι στους Ευρωπαίους και στο ΝΑΤΟ, είτε θα πρέπει να πάρει γρήγορα το ρίσκο. Προ ημερών υπήρξαν πληροφορίες ότι ενδεχομένως η σχετική απόπειρα να γινόταν εντός του Απριλίου, λίγο πριν κλείσει η Βουλή για το Πάσχα.
Από την πλευρά του, πάντως, ο Κώστας Καραμανλής εξετάζει, σύμφωνα με τις πληροφορίες, δύο ενδεχόμενα. Το ένα είναι να αρνηθεί να υπερψηφίσει τα πρωτόκολλα της Συμφωνίας των Πρεσπών και το δεύτερο να υποβάλει -πριν από τη σχετική ψηφοφορία στη Βουλή- την παραίτησή του από το βουλευτικό αξίωμα. Σε κάθε περίπτωση θεωρείται ειλημμένη εκ μέρους του η απόφαση να μη δώσει θετική ψήφο, αν η κυβέρνηση επιμείνει στην επικύρωσή τους.
Αυτή είναι, όπως τονίζουν οι ίδιες πηγές, η δεύτερη ισχυρή κόκκινη γραμμή του πρώην πρωθυπουργού για τα εθνικά μας θέματα, ύστερα από τη σαφή προειδοποίηση που απηύθυνε (εμμέσως πλην σαφώς) προς το Μέγαρο Μαξίμου να μην προχωρήσει σε οποιαδήποτε συζήτηση με την Αγκυρα πέραν της αυστηρής οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
Για να μη θεωρηθεί μάλιστα απλά «ιστορικού» περιεχόμενου η απάντησή του προς τον κ. Σημίτη, φροντίζει στον επίλογο να καταστήσει ξεκάθαρο ότι η αντίθεσή του είναι διαρκής. Οπως τονίζει χαρακτηριστικά, «δεν διαπραγματευόμαστε εθνική κυριαρχία και δεν τη θέτουμε στην κρίση κανενός. Μοναδικό θέμα προς επίλυση με την Τουρκία: η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Διαφορετικές αντιλήψεις θα με βρίσκουν πάντα αντίθετο».