Κατά της σύμβασης και ο βουλευτής Χαλκιδικής Γ. Βαγιωνάς
Αντιμέτωπη με την έντονη κριτική ακόμη και εκ των έσω βρίσκεται η κυβέρνηση για τη σκανδαλώδη σύμβαση με την Ελληνικός Χρυσός για τα Μεταλλεία Κασσάνδρας, την οποία επιχειρεί να ψηφίσει εν κρυπτώ και παραβύστω, με το βλέμμα όλων των πολιτών να είναι στραμμένο στην πανδημία του κορονοϊού.
Οι πρώτες σοβαρές εσωκομματικές ενστάσεις διατυπώθηκαν αμέσως μόλις η σχετική κύρωση εισήχθη στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή, με τον «γαλάζιο» βουλευτή Χαλκιδικής Γιώργο Βαγιωνά να προειδοποιεί πως εάν δεν υπάρξουν αλλαγές, μεταξύ άλλων, σε ό,τι αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας, η σύμβαση θα καταντήσει λεόντειος. «Νομίζω ότι πάει να γίνει λεόντειος η σύμβαση υπέρ της εταιρίας» είπε αρχικά, ενώ στη συνέχεια στηλίτευσε, μεταξύ άλλων, άρθρο της σύμβασης που προβλέπει ανεμπόδιστη και αποκλειστική χρήση αιγιαλού και παραλίας. «Έλεος. Τι θέλουμε δηλαδή; Πού αλλού ακούστηκε αυτή η ιστορία; Δηλαδή, δίνουμε λευκή επιταγή στην εταιρία να κάνει το λιμάνι όπως θέλει» ανέφερε επί λέξει, καταγγέλλοντας τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της σύμβασης.
Ο ίδιος αντέδρασε και με τις προβλέψεις για τους επιθεωρητές και ελεγκτές περιβάλλοντος, σημειώνοντας πως «δεν μπορεί ο ανεξάρτητος ελεγκτής περιβάλλοντος να ακυρώνει αποφάσεις κρατικές ή τοπικές». Εντωμεταξύ, την άμεση απόσυρση της σύμβασης ζητούν ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25, ενώ και η Ελληνική Λύση έκανε λόγο για σκανδαλώδη συμφωνία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, μέσω του Σωκράτη Φάμελλου, κατήγγειλε πως εγείρεται σοβαρότατο ζήτημα νομιμότητας, καθώς η σύμβαση παραβιάζει πληθώρα διατάξεων του Συντάγματος και του Ευρωπαϊκού Δικαίου. «Πρόκειται για τη χειρότερη μορφή αποικιοκρατικής σύμβασης» είπε, προσθέτοντας πως «τίθεται θέμα παράβασης καθήκοντος και απιστίας κατά του Δημοσίου» για όσους την υπογράφουν. Η δε Κυριακή Μάλαμα, βουλευτής Χαλκιδικής του ΣΥΡΙΖΑ, κατήγγειλε μεταξύ άλλων πως με το άρθρο 19 θεσπίζεται η δυνατότητα νόμιμης φοροαποφυγής από τη μεταλλευτική εταιρία. Πάντως, ο υπουργός Περιβάλλοντος Κώστας Σκρέκας αρνήθηκε την απόσυρση της συμφωνίας, ισχυριζόμενος ότι αυξάνονται τα άμεσα έσοδα του Δημοσίου και διπλασιάζονται οι θέσεις εργασίας και υποστηρίζοντας ότι «με ανειλικρίνεια και διασπορά ψευδών ειδήσεων δεν μπορεί να πάμε μπροστά».