Κίνηση υψηλού ρίσκου και απελπισίας από Μητσοτάκη, που βάζει σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία
Συναγερμός για εκλογές ακόμη και εντός του Μαΐου έχει σημάνει, σύμφωνα με πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», στο κυβερνητικό στρατόπεδο τα τελευταία εικοσιτετράωρα. Μια σειρά από λόγους -αλλά και αδιέξοδα- φαίνεται ότι έχουν θέσει επί τάπητος θέμα αναπροσαρμογής της στρατηγικής από το Μέγαρο Μαξίμου, σε μια προσπάθεια να «προλάβει» ο Κ. Μητσοτάκης τις εξελίξεις και τη διαφαινόμενη αλλαγή του τοπίου μετά το καλοκαίρι.
Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να εξακολουθούν να καταγράφουν προβάδισμα -έστω σταδιακά μειούμενο- της Ν.Δ., όπως άλλωστε και η πλειονότητα των μέσων ενημέρωσης να δρα υποστηρικτικά προς την κυβέρνηση, αλλά, όπως όλα δείχνουν, ο πολιτικός χρόνος πυκνώνει δραματικά.
Μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα το Μέγαρο Μαξίμου δέχτηκε αλλεπάλληλα πλήγματα από τους χειρισμούς σε κρίσιμα μέτωπα που συσσωρεύουν μεγάλο επικοινωνιακό και πολιτικό κόστος. Από την οφθαλμοφανή πλέον αποτυχία στη διαχείριση της πανδημίας και τα απανωτά lockdown έως υποθέσεις όπως αυτή με την ήδη προφυλακισμένο Δημήτρη Λιγνάδη και τον σάλο για την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, οι πληγές ανοίγουν η μία μετά την άλλη και παραμένουν χαίνουσες. Αν σε όλα αυτά προστεθούν και οι απανωτές γκάφες του επιτελικού κράτους σε θέματα που έχουν να κάνουν, π.χ., με τις θεομηνίες, τότε εδραιώνεται η εικόνα ότι μέρα με τη μέρα «χάνεται η μπάλα» στην κυβέρνηση και είναι θέμα χρόνου η διάλυση να μεταλλαχθεί σε αποσύνθεση.
Βεβαίως, καταβάλλεται έντονη προσπάθεια είτε εξωραϊσμού των αποτυχιών είτε μετατόπισης του ενδιαφέροντος, όπως συμβαίνει με την αξιοποίηση του θέματος Κουφοντίνα, για το οποίο μάλιστα εμφανίζεται ως «χορηγός επικοινωνίας» της κυβέρνησης και ο ΣΥΡΙΖΑ, τόσο με δηλώσεις στελεχών του, όπως ο Θ. Δρίτσας, όσο και με την ενοχική στάση της ηγεσίας του. Ολα αυτά όμως θεωρούνται βραχυπρόθεσμης απόδοσης και, όσο και αν συγκεντρώνουν τώρα το ενδιαφέρον, δεν αρκούν για να καλύψουν τα προβλήματα που έρχονται ολοταχώς.
Άλλωστε, ακόμη κι αυτές οι ευνοϊκές ως προς την πρόθεση ψήφου μετρήσεις δεν μπορούν να μην αποτυπώσουν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης, είτε για ζητήματα όπως η αντιμετώπιση του κορονοϊού είτε για τους χειρισμούς σε κορυφαία θέματα ηθικής στον δημόσιο βίο, με αφορμή την υπόθεση του Εθνικού Θεάτρου.
Βλέποντας ότι -ανεξαρτήτως της κατάστασης που επικρατεί στα κόμματα της αντιπολίτευσης- η κλεψύδρα άρχισε να γυρίζει ανάποδα για την κυβέρνηση, ο κ. Μητσοτάκης θέλει, κατά τις πληροφορίες, να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, όσο ακόμη παραμένει συγκριτικά ευνοϊκή για τον ίδιο και το κόμμα του. Η επιλογή του Μαΐου ως πιθανού χρόνου για να στηθούν οι πρόωρες κάλπες συνδέεται, μάλιστα, σε μεγάλο βαθμό με το σχέδιο να αξιοποιηθεί η κλιμάκωση της διαδικασίας των εμβολιασμών.
Αν και η διενέργεια εκλογών διαρκούσης της πανδημίας κάλλιστα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί κίνηση έσχατου πολιτικού οπορτουνισμού και απόλυτης ανευθυνότητας, το κυβερνητικό επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου φέρεται ότι εκτιμά πως, έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα και προοιωνίζονται από το φθινόπωρο οι εξελίξεις, δεν θα υπάρξει καλύτερη ευκαιρία από να οδηγηθούν οι Ελληνες στις κάλπες παράλληλα με την προσέλευσή τους στα εμβολιαστικά κέντρα. Η κλιμάκωση της επικοινωνιακής -και ιδιαίτερα δαπανηρής και κοστοβόρας για τους φορολογουμένους, όπως έχει αποδειχθεί έως τώρα- καμπάνιας εκτιμάται ότι θα διαμορφώσει και το ανάλογο περιβάλλον, ώστε οι εκλογές να γίνουν υπό το κλίμα ότι κλείνει (επιτυχώς) ο κύκλος της υγειονομικής περιπέτειας και ότι με την ανανέωση της λαϊκής εντολής η χώρα επανέρχεται στην κανονικότητα.
Πίσω από αυτή την πολιτική ευωχία, όμως, είναι ευδιάκριτη η ανησυχία, που τείνει να πάρει τη μορφή πανικού, για τις πραγματικές παρενέργειες που η διετής διακυβέρνηση της Ν.Δ. (με όλα τα έκτακτα, αλλά και τα κανονικά προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει) προκαλεί, σε μεσοπρόθεσμο κυρίως επίπεδο, στην κοινωνία και την οικονομία. Κατά τη διάρκεια του «πολέμου», όπως τον είχε χαρακτηρίσει και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, με τον κορονοϊό, πολλά κρύφτηκαν κάτω από το χαλί και είναι ούτως ή άλλως θέμα χρόνου να βγουν πάλι στην επιφάνεια. Αυτό ισχύει φυσικά και για την εσωκομματική κατάσταση στη Ν.Δ., η οποία δεν είναι η καλύτερη. Αντιθέτως, οι διεργασίες δεν έχουν σταματήσει να συντελούνται σε όλα τα επίπεδα, σε συνδυασμό με τον αναβρασμό και τη δυσαρέσκεια που υπάρχει και σε μεγάλο τμήμα της κομματικής βάσης.
Παρά τους διθυράμβους και τους δημόσιους πανηγυρισμούς, το κυβερνητικό επιτελείο αντιλαμβάνεται πως, όταν καθίσει ο κουρνιαχτός της πανδημίας, θα απελευθερωθούν και πολλές φυγόκεντρες δυνάμεις στο πολιτικό, κοινωνικό, αλλά και το εσωκομματικό πεδίο. Άλλωστε, τα πράγματα στην οικονομία δείχνουν και στον πιο αδαή ότι οι μήνες που θα ακολουθήσουν θα είναι δραματικοί για την αγορά, τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και τα διαθέσιμα εισοδήματα. Η κυβέρνηση μπορεί να προβάλλει ως… επιτυχία το ότι τελικά η ύφεση για το 2020 κυμάνθηκε κάτω από το 10%, όπως μπορεί επίσης να ποντάρει στην «προίκα» των 32 δισ. από το Ταμείο Ανάκαμψης για να δημιουργήσει προσδοκίες, αλλά ο οικονομικός και εργασιακός Αρμαγεδδώνας ήδη έχει αρχίσει να δρομολογείται πάνω στα «ερείπια» της πανδημίας.
Ο κ. Μητσοτάκης θέλει να προλάβει και τις εξελίξεις στα εθνικά θέματα, ιδιαίτερα τα Ελληνοτουρκικά, τα οποία αποτελούν βραδυφλεγή βόμβα και για το εσωτερικό της Ν.Δ., δεδομένου ότι η πολιτική του διαλόγου και του συμβιβασμού, έτσι όπως δρομολογείται με την Αγκυρα, απειλεί να φέρει πολλά απρόοπτα και στους υπάρχοντες κομματικούς και εσωκομματικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Με τη σαφή κατεύθυνση που έχει πάρει άλλωστε ο πρωθυπουργός για τη μετάλλαξη της Ν.Δ. σε ένα περισσότερο «κεντρώο» και λιγότερο «κεντροδεξιό» κόμμα, η λήξη της πανδημίας ως κυρίαρχο θέμα αναμένεται να τροφοδοτήσει κι άλλο τις ζυμώσεις στον «δεξιό» της Ν.Δ. χώρο, ο οποίος, όπως φαίνεται, διευρύνεται και μεγαλώνει κι άλλο. Είναι κι αυτός ένας από τους λόγους πολιτικής ιδιοτέλειας που ωθούν τον κ. Μητσοτάκη προς τις γρήγορες κάλπες, αφού θέλει η «επόμενη ημέρα» να τον βρει σε θέση πολιτικής ισχύος, δεδομένου ότι οι εκλογές θα έχουν γίνει με την απλή αναλογική και ο πιθανός δεύτερος γύρος θα είναι και ο πιο «άγριος»…