Καταπέλτης το σωματείο των ηθοποιών, έκανε λόγο για πλήρη διαστρέβλωση της πραγματικότητας και για βιασμό νοημοσύνης
Aπασφάλισαν οι ηθοποιοί για όσα συγκλονίζουν τον χώρο τους και με ανακοίνωση που εξέδωσε το βράδυ του Σαββάτου το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών σχετικά με τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε την περασμένη Παρασκευή η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έβαλαν τα πράγματα στη θέση τους! Στην ανακοίνωσή τους οι ηθοποιοί κάνουν λόγο για «εκκωφαντική σιωπή» τριών εβδομάδων από πλευράς της πολιτικής ηγεσίας σε σχέση με τις καταγγελίες που έρχονται στη δημοσιότητα, διάστημα κατά το οποίο, όπως αναφέρουν, η αρμόδια υπουργός και ο πρωθυπουργός κώφευαν, κρύβονταν και έκαναν υπογείως τα πάντα για να αποπροσανατολίσουν.
«Μετά από τρεις εβδομάδες εκκωφαντικής κυβερνητικής σιωπής, μόλις χθες γίναμε μάρτυρες μιας επικοινωνιακής ομοβροντίας: ηθοποιός και σκηνοθέτης, με άμεση πρόσβαση στον πρωθυπουργό, παρουσιάστηκε στην τηλεοπτική εκπομπή από όπου ξεκίνησε το κύμα των επώνυμων καταγγελιών στον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου, ο πρωθυπουργός επισκέφθηκε την Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να δηλώσει τη συμπαράστασή του στα θύματα και, τέλος, ως αποκορύφωμα, η υπουργός Πολιτισμού παρέθεσε (στην εποχή του πολυδιαφημισμένου διαδικτυακού πολιτισμού) συνέντευξη Τύπου με πρωτοφανώς κάκιστα τεχνικά μέσα και χρήση υποβολέα (που ακούστηκε καθαρότατα κατά τη διάρκεια της συνέντευξης)» αναφέρει το ΣΕΗ και συνεχίζει: «Τρεις εβδομάδες τώρα, σε πλήρη αντίθεση, τα θύματα, με θάρρος και παρρησία, επέλεξαν όποιο μέσο θεώρησαν πρόσφορο και κατήγγειλαν τους κακοποιητές τους: τα κανάλια, τα σάιτ, τα σόσιαλ μίντια, το σωματείο τους και, φυσικά, τον εισαγγελέα, αποκαλύπτοντας είτε το όνομά τους είτε απλά τα αρχικά τους. Τρεις εβδομάδες τώρα δημοσιογράφοι, επίσης, αποκαλύπτουν και δημοσιεύουν. Τρεις εβδομάδες, παράλληλα, το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών πήρε άμεσα θέση, οργανώθηκε και προσπαθεί επισταμένα να είναι αρωγός των θυμάτων με κάθε τρόπο. Κι όμως τρεις εβδομάδες τώρα, τόσο η αρμόδια υπουργός όσο και ο πρωθυπουργός κώφευαν κρύβονταν και έκαναν υπογείως τα πάντα για να αποπροσανατολίσουν, ελπίζοντας πως η κορωνίδα αυτών των υποθέσεων, η υπόθεση της παιδεραστίας και του πιθανού κυκλώματος πίσω από αυτήν, απλά θα παραγραφεί, όπως άλλωστε και η ανάλογη υπόθεση του συμβούλου του πρωθυπουργού Νίκου Γεωργιάδη.
Δεν γελιόμαστε. Η χθεσινή (σ.σ.: Παρασκευή) τους κινητοποίηση συνέβη μόλις η δικηγόρος του Βασίλη αποκάλυψε ότι έχει άλλες δύο περιπτώσεις που δεν έχουν παραγραφεί και αφού το πρωί της Παρασκευής κατατέθηκε στον εισαγγελέα τρίτη καταγγελία, αυτή την φορά για μη παραγεγραμμένο αδίκημα. Τι είδαμε και τι ακούσαμε, λοιπόν, χθες; Σε μια χυδαία προσπάθεια, παρακολουθήσαμε τόσο την υπουργό όσο και τον πρωθυπουργό (και μέσω των δηλώσεών του αλλά και μέσω των δηλώσεων της υπουργού του), αλλά και τον συμμαθητή του να οικειοποιούνται τα λόγια των θυμάτων και να παριστάνουν οι ίδιοι τα θύματα: με λόγο συναισθηματικό και λυγμικά ξεσπάσματα παρουσίασαν εαυτούς ως “εξαπατημένους” από χθόνιους απατεώνες, θύματα και αυτοί ενός κακοποιητή.
Και δεν σταμάτησαν εκεί. Σε μια συντονισμένη και ενορχηστρωμένη προσπάθεια διαστρέβλωσης της πραγματικότητας και υποτίμησης της νοημοσύνης όλων μας, είδαμε την υπουργό χθες να μιλά για “κράτος δικαίου” και σεβασμό στη Δικαιοσύνη και λίγες στιγμές μετά η ίδια να κατονομάζει τον πρώην διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, χαρακτηρίζοντάς τον “επικίνδυνο”, ενώ μόλις σήμερα εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης.
Να δηλώνει ευθαρσώς πως “από τη στιγμή που ξεκινούν οι φήμες, επαναλαμβάνω, οι φήμες για τον Λιγνάδη, τον πιέσαμε πολύ να μας πει αν είχε ο ίδιος κάποια σχέση με αυτές και αν ο ίδιος ήταν πίσω από αυτές τις φήμες”. Σε ποιο “κράτος δικαίου” και με ποια “θεσμική οδό”, που η ίδια επικαλείται, η υπουργός -υποκαθιστώντας τον εισαγγελέα- παίρνει τηλέφωνα τον καταγγελλόμενο για να τον ανακρίνει η ίδια και δεν υποβάλλει εξαρχής μηνυτήρια αναφορά στον εισαγγελέα; Με ποια λογική καλεί τον καταγγελλόμενο και όχι τα θύματα;
Είδαμε την υπουργό να λέει πως συγκλονίστηκε από τη μαρτυρία του Βασίλη και κάλεσε η ίδια τη δικηγόρο του. Αλήθεια, γιατί δεν έκανε το ίδιο όταν δημοσιεύτηκε η καταγγελία του Νίκου Σ.; Γιατί δεν μίλησε με τη δημοσιογράφο που τη δημοσίευσε; Γιατί δεν μίλησε με τον δικηγόρο του Νίκου, τη μέρα που κατέθεσε επίσης στον εισαγγελέα; Γιατί δεν μίλησε με τη 16χρονη που δημοσίευσε τη μαρτυρία της από το Αρσάκειο; Με τον Χρήστο Πέρρο, που επίσης μίλησε σε τηλεοπτική εκπομπή (μεσημεριανή βέβαια, μάλλον η υπουργός παρακολουθεί μόνο βραδινές εκπομπές); Γιατί δεν μίλησε με τους φοιτητές της Δραματικής Σχολής.
Γιατί, ενώ διέψευσε κατηγορηματικά τα σενάρια της παραίτησης του καλλιτεχνικού διευθυντή μια Τρίτη, την αποδέχτηκε σιωπηρά μόλις τέσσερις μέρες μετά, ένα Σάββατο; Γιατί, τότε, αποδέχτηκε “τους προσωπικούς λόγους” και μίλησε πάλι για φήμες, υποστηρίζοντας μάλιστα τον “άνθρωπο” που “έχει τις αντοχές του, (και που) πόσο μπορεί να δεχθεί και να ανεχθεί οποιεσδήποτε φήμες”; Πότε έγιναν οι φήμες αυταπόδεικτη αλήθεια και χθες τον κατονόμασε, σε αντίθεση με τα ίδια τα θύματά του, από το γραφείο της, με τη βοήθεια της υποβολέα της;
Είδαμε την υπουργό να απαντά πως μόλις προχθές έμαθε από τα κανάλια (εκείνη, μια υπουργός, ενημερώνεται από την τηλεόραση…) για την πρώτη καταγγελία που κατατέθηκε στον εισαγγελέα.
Κι όμως, η μήνυση κατατέθηκε στις 5/2 και τρεις μέρες μετά δημοσιοποιήθηκε. Την αμέσως επόμενη ημέρα -όπως και το ενδιάμεσο διάστημα- η υπουργός μιλούσε για “φήμες” και “μη επώνυμες καταγγελίες” και λίγο πιο μετά δημοσίευσε δύο άρθρα της σε εφημερίδες, γράφοντας, μεταξύ άλλων, πως “η αλήθεια είναι ότι καταστάσεις (…) δημιουργούν την προδιάθεση να παρασυρθούμε από την ψυχολογία του όχλου, να συμφωνήσουμε με σχόλια μίσους των social media, τις αυτόκλητες εισαγγελικές αγορεύσεις, απαξιώνοντας τις αρχές του νομικού και ηθικού μας συστήματος”.
Τι άλλαξε λοιπόν χθες; Είδαμε, λοιπόν, χθες την υπουργό να λέει πως δεν γνώριζε τον καλλιτεχνικό διευθυντή. Ούτε εκείνη ούτε ο πρωθυπουργός. Τότε ΓΙΑΤΙ τον διόρισαν; Γιατί αυτόν έναντι οποιουδήποτε άλλου; Ποιος εισηγήθηκε τον απευθείας διορισμό του; Γιατί τον διόρισε, επίσης, με απόφασή της μέλος της επιτροπής αξιολόγησης του “Όλη η Ελλάδα, Ενας πολιτισμός 2020”; Γιατί τον διόρισε, επίσης με απόφασή της, μέλος της επιτροπής αξιολόγησης των επιχορηγήσεων για το Ελεύθερο Θέατρο (πλην ΑΜΚΕ); Γιατί τον κάλεσε το 2014 να κάνει αμισθί το σπικάζ του βίντεο για το ΕΣΠΑ παραγωγής του ΥΠΠΟ, όταν ήταν γενική γραμματέας του; Γιατί, την ίδια στιγμή, στη φετινή σύνθεση της επιτροπής “Όλη η Ελλάδα, Ενας πολιτισμός” συμμετέχει -χωρίς ψήφο- η σύμβουλος της υπουργού; Ποια ήταν, άραγε, η εισήγηση της ίδιας συμβούλου κατά τον διορισμό του πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή;
Και μέσα σε όλα, χθες, η υπουργός Πολιτισμού της Νέας Δημοκρατίας, η επί πολλά έτη γενική γραμματέας του υπουργείου, αρσακειάδα η ίδια (με την ευκαιρία, άραγε, ούτε εκείνη ούτε ο κύριος Μπαμπινιώτης γνωρίζουν για τις καταγγελίες στο Αρσάκειο παρά τη στενή τους σχέση με το σχολείο αυτό;), αριστούχος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, μας αποκάλυψε ότι πέραν της -κατά δήλωσή της- άγνοιάς της για τον σύγχρονο πολιτισμό, της άγνοιάς της για την έννοια της πολιτικής, κυβερνητικής και, τελικά, της προσωπικής ευθύνης, αγνοεί βασικές διακρίσεις νοημάτων της ελληνικής γλώσσας: δεν δύναται να διακρίνει τον ηθοποιό από τον απατεώνα, τον καλλιτέχνη από τον εγκληματία.
Όσο κι αν επιχειρούν να απαξιώσουν έναν ολόκληρο κλάδο για να μην αναλάβουν ΚΑΜΙΑ ευθύνη, δεν θα το καταφέρουν. Το βέλος πάντα θα δείχνει την ίδια και την Κυβέρνηση στην οποία συμμετέχει. Γιατί, εν τέλει, και να ήξεραν και να μην ήξεραν, είναι ΕΥΘΥΝΗ τους».