Πληθαίνουν τα σενάρια για κίνηση υψηλού πολιτικού ρίσκου από τον πρωθυπουργό σε μια περίοδο κρίσιμη για την κυβέρνησή του και για τη χώρα, καθώς οι προβλέψεις για την οικονομία είναι ζοφερές
Το νέο πολιτικό πόκερ έχει αρχίσει για τα καλά. Η παρτίδα αυτή θα είναι για πολύ γερά νεύρα, καθώς δεν αφορά απλώς το πότε θα γίνουν οι εκλογές, αλλά θα κρίνει κατά πάσα πιθανότητα και το σκηνικό για μια ολόκληρη περίοδο που θα έρθει μαζί με τη μετά τον κορονοϊό εποχή. Το παιχνίδι θα έχει και πολλές μπλόφες, όπως φαίνεται ήδη από τις ασαφείς δηλώσεις και τις διαψεύσεις που τις ακολουθούν, και οι οποίες το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να θολώνουν τα νερά.
Οι εκλογικές συζητήσεις και τα σενάρια είχαν αρχίσει από τις προηγούμενες εβδομάδες. Τις τροφοδότησε όμως ακόμη περισσότερο η φράση που χρησιμοποίησε στο τελευταίο διάγγελμά του ο Κ. Μητσοτάκης, αναφέροντας ότι «μετά την κρίση η κάθε εξουσία οφείλει να εγκαταλείπει το απυρόβλητο της ανάγκης, δυναμώνοντας τη λογοδοσία, γιατί καμία έκτακτη συνθήκη δεν μπορεί να αμφισβητεί τη δημοκρατική ευαισθησία». Επίσης ο πρωθυπουργός μίλησε για την ανάγκη «η Ελλάδα μετά την πανδημία να είναι μία ανανεωμένη Ελλάδα» και «μετά την καταιγίδα να κάνουμε μία νέα αρχή», ώστε «η “ανάγκη του σήμερα” να θεμελιώσει την “αναγέννηση του αύριο”».
Ηλεκτροσόκ…
Ανεξάρτητα από τις πραγματικές προθέσεις του κ. Μητσοτάκη, αυτές οι αποστροφές του λειτούργησαν ως ηλεκτροφόρο καλώδιο για τον ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα. Μαζί με όλα τα άλλα που συμβαίνουν, μάλιστα, πρώτη φορά η αντιπολίτευση εμφανίζεται όχι μόνο να μη ζητάει εκλογές, αλλά και να τις τρέμει. Ετσι ο κ. Τσίπρας και οι άλλοι αρχηγοί έχουν ξεκινήσει μια προσπάθεια, στα όρια ακόμη και της πολιτικής απόγνωσης, να κάψουν ένα τέτοιο σενάριο, αντιλαμβανόμενοι ότι σε περίπτωση που στηθούν λίαν προσεχώς κάλπες, τα πρώτα θύματα κινδυνεύουν να είναι οι ίδιοι.
Η αμηχανία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε στην τελευταία τηλεοπτική συνέντευξή του, όταν προέβαλε το αφελές επιχείρημα ότι ο κ. Μητσοτάκης «σχεδιάζει απόδραση μέσω εκλογών». Το δεύτερο σκέλος της σχετικής άμυνας στηρίζεται στις καταγγελίες περί «τυχοδιωκτισμού» από πλευράς της κυβέρνησης εν μέσω της κρίσης, ωσάν αυτό να μην αποτελεί διαχρονικά ένα σταθερό συστατικό στον μακιαβελισμό της πολιτικής…
Αυτό που φοβίζει την αντιπολίτευση είναι αυτό που δεν έχει αποφασίσει ακόμη ο πρωθυπουργός, συνεχίζοντας να σταθμίζει τα δεδομένα. Επί του παρόντος ο κ. Μητσοτάκης έχει υπόψη του, σύμφωνα με πληροφορίες, δύο στοιχεία, τα οποία ενδέχεται να βαρύνουν καθοριστικά στις επιλογές του. Εχει καταρχάς ενημερωθεί από την επιστημονική ομάδα υπό τον καθηγητή κ. Τσιόδρα ότι τον Οκτώβριο αναμένεται, όπως και διεθνώς, το επόμενο ισχυρό κύμα του κορονοϊού. Παράλληλα, γνωρίζει αναλυτικά όλες τις προβλέψεις για το βάθος της ύφεσης που έρχεται.
Οταν μάλιστα η «κυριακάτικη δημοκρατία» έγραφε προ δεκαπενθημέρου πρωτοσέλιδα, προκαλώντας αίσθηση, ότι οι εκτιμήσεις για άνω του 7% προκαλούν τρόμο στο Μαξίμου, τα νεότερα στοιχεία έδειχναν ότι αυτό είναι μάλλον το καλό σενάριο. Ακολούθησε το ΔΝΤ κάνοντας λόγο για 10%, ενώ ο κ. Μητσοτάκης φέρεται ότι προέβη στο αισιόδοξο τηλεοπτικό διάγγελμά του γνωρίζοντας ήδη, ανεπισήμως, ότι υπάρχουν στον ορίζοντα και τα «μαύρα» διψήφια ποσοστά. Και σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, όπου ο τουρισμός αντιστοιχεί περίπου στο 30% του ΑΕΠ, θεωρείται ορατός και ο κίνδυνος το δημόσιο χρέος να εκτοξευτεί ακόμη και στο 210%. Την ίδια ώρα, είναι απολύτως βέβαιο ότι θα σπάσει κάθε ρεκόρ και το ιδιωτικό χρέος των ελληνικών νοικοκυριών, ενώ καθημερινά η αγορά στεγνώνει ολοένα και περισσότερο από ρευστότητα.
Τακτική
Λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, στα τέλη Φεβρουαρίου, ο κ. Μητσοτάκης φέρεται, κατά τον Αδωνι Γεωργιάδη, ότι είπε: «Μπροστά στο να χάσω ανθρώπους που μπορώ να σώσω, δεν με ενδιαφέρουν τα δισεκατομμύρια». Τώρα που η μάχη των ζωών φαίνεται ότι κερδίζεται σε σχέση με τις άλλες χώρες, έρχεται υποχρεωτικά και η στιγμή για τη μάχη των δισεκατομμυρίων, τη μάχη της οικονομίας. Οι επίσημες διαψεύσεις των εκλογών από τα κυβερνητικά χείλη είναι αυτονόητες. Το παιχνίδι τακτικής συνεχίζει να είναι σε εξέλιξη, ενώ δεν υπάρχει ακόμη σαφής εικόνα για τη χρονική πορεία αποκλιμάκωσης των μέτρων από τον κορονοϊό.
Το πραγματικό δίλημμα που έχει πάντως πάνω στο τραπέζι ο κ. Μητσοτάκης είναι αν θα διαχειριστεί τον Αρμαγεδδώνα που έρχεται ζητώντας ή όχι την ανανέωση της λαϊκής εντολής. Ζητώντας μια «νέα αρχή» ή επιλέγοντας να περιμένει «καλύτερες ημέρες» μέσα στην επόμενη διετία. Δεν υπάρχει ουδείς που να αμφισβητεί σοβαρά ότι αν πάει τώρα σε κάλπες θα βγει νικητής κι έτσι το ερώτημα που επί της ουσίας υπάρχει αφορά το ποια θα είναι η «επόμενη ημέρα» στη μία ή την άλλη περίπτωση. Ποια πλεονεκτήματα και ποια μειονεκτήματα του προσφέρει καθεμιά από τις δύο επιλογές.