Η ΤτΕ γκρεμίζει το «παραμύθι» της κυβέρνησης πως η χώρα κινείται στον μέσο όρο της Ευρώπης
Ακόμα και η Τράπεζα της Ελλάδος «γκρεμίζει» το κυβερνητικό αφήγημα περί μείωσης των τιμών στην Ελλάδα, αλλά και το «παραμύθι» των υπουργών πως η χώρα κινείται στον μέσο όρο της Ευρώπης σε επίπεδο τιμών. Ερευνα της ΤτΕ αποκαλύπτει πως η Ελλάδα είναι από τις ακριβότερες χώρες της ευρωζώνης στα επώνυμα τυποποιημένα προϊόντα σούπερ μάρκετ, με τις τιμές να είναι υψηλότερες έως και 129% στην περίπτωση του ανθρακούχου νερού και 56% στο γάλα μακράς διαρκείας.
Παρά τη μείωση της ψαλίδας από το 2011, η Ελλάδα παραμένει μια ακριβή χώρα για τυποποιημένα προϊόντα σούπερ μάρκετ, με περίπου 10% υψηλότερες τιμές σε σύγκριση με την ευρωζώνη κατά μέσο όρο. Ενδεικτικά, στον στιγμιαίο καφέ η Ελλάδα είναι 17% ακριβότερη, στα δημητριακά 15%, στα ανθρακούχα αναψυκτικά 15%. Ο αλεσμένος καφές είναι 50% ακριβότερος, το βούτυρο 54%, η μαργαρίνη 60% και οι χαρτοπετσέτες 100%, ενώ η μέση διαφορά στα ακριβότερα προϊόντα είναι 61%.
Συνολικά, από τη σύγκριση τιμών σε 41 κατηγορίες επώνυμων τυποποιημένων προϊόντων σούπερ μάρκετ προκύπτει ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη ακριβότερη χώρα στην ευρωζώνη μετά το Βέλγιο, ενώ τα εισοδήματα των πολιτών της είναι από τα χαμηλότερα. Για τα προϊόντα με τα υψηλότερα μερίδια πωλήσεων στην Ελλάδα η διαφορά περιορίζεται στο 3%, αλλά και πάλι η Ελλάδα είναι ακριβότερη από τον μέσο όρο. Αν εξαιρεθεί το ελαιόλαδο, το οποίο, παρά την κατακόρυφη αύξηση το τελευταίο διάστημα, είναι 24% φτηνότερο από την ευρωζώνη, η διαφορά από την ευρωζώνη φθάνει στο 5%.
Παραγωγοί και λιανικό εμπόριο ευθύνονται για μεγάλο μέρος των διαφορών στις τιμές, ενώ και οι καταναλωτικές συνήθειες παίζουν τον ρόλο τους. «Ο ανταγωνισμός στην αγορά των παραγωγών, η συγκέντρωση της αγοράς λιανικής και οι συνήθειες των καταναλωτών εξηγούν σημαντικό μέρος των διαφορών στις τιμές μεταξύ των χωρών» αναφέρει η έκθεση. «Καθώς στο διάστημα 2011-2023 οι διαφορές στις τιμές μεταξύ της Ελλάδας και των άλλων χωρών του δείγματος μειώθηκαν συνολικά κατά 9 ποσοστιαίες μονάδες, συμπεραίνεται ότι υπάρχουν περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης με παρεμβάσεις οι οποίες αυξάνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των προμηθευτών, επιφέρουν αλλαγές στη δομή της αγοράς των λιανεμπόρων και -σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα- στοχεύουν στην ενίσχυση του καταναλωτικού αλφαβητισμού» σημειώνεται.
Οι ερευνητές της Τραπέζης της Ελλάδος υπολόγισαν ποιες τιμές θα ίσχυαν αν η δομή της ελληνικής αγοράς και η συμπεριφορά των καταναλωτών εξομοιωνόταν με τα αντίστοιχα δεδομένα της ευρωζώνης και τα αποτελέσματα στα οποία κατέληξαν είναι εντυπωσιακά: Οι τιμές στα πιο ακριβά προϊόντα θα μπορούσαν να είναι 28%-33% χαμηλότερες, περιορίζοντας τη διαφορά των τιμών από την ευρωζώνη από το 61% στο μισό, δηλαδή στο 31%.
Οι τιμές στα προϊόντα με μεγάλα μερίδια αγοράς στην Ελλάδα θα μπορούσαν να μειωθούν κατά 17%, κατεβάζοντας το μέσο επίπεδο τιμών στην Ελλάδα κάτω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Ωστόσο στο ελαιόλαδο, που οι Ελληνες συνηθίζουν να το αγοράζουν σε μεγάλες συσκευασίες, η προσαρμογή στις ευρωπαϊκές συνήθειες θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής του κατά 37%.
Φτηνότερα κάποια εγχώρια προϊόντα
Από την άλλη πλευρά, για ένα μεγάλο μέρος μη επεξεργασμένων ειδών διατροφής και υπηρεσίες, που είναι ως επί το πλείστον εγχωρίως παραγόμενα, η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών με τις χαμηλότερες τιμές, σύμφωνα με τη μελέτη. Εκτός από το ελαιόλαδο, φτηνότερη είναι η Ελλάδα στο σαμπουάν 13%, στο φρέσκο γάλα 8% και στις βρεφικές πάνες 4%.