Η κυβέρνηση αναμένεται να ανακοινώσει και επίδομα προσωπικής διαφοράς για όσους δεν τις δικαιούνται
Τη χορήγηση αυξήσεων έως 3,5% στις κύριες (μόνο) συντάξεις από το νέο έτος αλλά και επίδομα προσωπικής διαφοράς για όσους δεν τις δικαιούνται αναμένεται να ανακοινώσει το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση.
Πρόκειται ουσιαστικά για επανάληψη του μοντέλου που ακολουθήθηκε πέρυσι, σε εφαρμογή νόμου του 2017, καθώς το ποσοστό προκύπτει από το ποσοστό του πληθωρισμού και της αύξησης του ΑΕΠ σε ετήσια βάση. Στις αυξήσεις αυτές δεν αποκλείεται στα τέλη του φθινοπώρου να ενσωματωθεί ένα επιπλέον 0,4% στην περσινή αύξηση ύψους 7,75%, όταν θα επικυρωθούν από τη Eurostat τα τελικά αποτελέσματα του οικονομικού έτους του 2022.
Με βάση τις διατάξεις του νόμου 4472 του 2017, η κυβέρνηση χορήγησε από τον Ιανουάριο του 2023 αυξήσεις ύψους 7,75%. Το ποσοστό αυτό προέκυψε από το άθροισμα του ετήσιου πληθωρισμού και της αύξησης του ΑΕΠ για το 2022, διαιρουμένου διά του 2. Με βάση τις εκτιμήσεις που έχει κάνει το οικονομικό επιτελείο, το αντίστοιχο ποσοστό που θα προκύψει για το 2023 είναι σχεδόν το μισό, καθώς εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 3,4%.
Ομως, οι αυξήσεις αυτές αφορούν μόνο τις ήδη χορηγούμενες κύριες συντάξεις, και όχι τις επικουρικές ή τα μερίσματα. Επιπλέον, από τις αυξήσεις αποκλείονται όσοι από τους λεγόμενους «παλαιούς συνταξιούχους», δηλαδή όσοι είχαν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης πριν από τις 12 Μαΐου του 2016, διατηρούν μεγάλη προσωπική διαφορά.
Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο πέρυσι από τα 2.600.000 εκατομμύρια συνταξιούχων, οι συνταξιούχοι που δεν έλαβαν καθόλου αύξηση στις κύριες συντάξεις είναι 910.077 άτομα και οι συνταξιούχοι που έλαβαν αισθητά μικρότερες αυξήσεις από εκείνες που θα έπρεπε φθάνουν τις 258.000. Αθροιστικά οι δύο κατηγορίες ανέρχονται σε 1.168.077 άτομα, δηλαδή το 44,33% του συνόλου των συνταξιούχων της χώρας.
Ειδικά για αυτούς αλλά και για όσους είδαν τις αυξήσεις τους να εξανεμίζονται λόγω της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΑΣ), την άνοιξη η κυβέρνηση προχώρησε στην εφάπαξ χορήγηση επιδόματος προσωπικής διαφοράς, ύψους 200 ή 250 ή 300 ευρώ, ώστε να αντισταθμιστεί μέρος των απωλειών.
Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα συνταξιούχου με κύρια σύνταξη 805 ευρώ και προσωπική διαφορά 63 ευρώ, ο οποίος, αντί να έχει ετήσιο όφελος 748 ευρώ, μετά τη χορήγηση του επιδόματος είχε όφελος μόλις 300 ευρώ. Παρά το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήδη από το 2018 είχε δεσμευτεί προσωπικά για την κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου, δεν έχει τολμήσει ακόμη να το κάνει, ειδικά σε ό,τι αφορά την ενσωμάτωση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, η οποία εξακολουθεί να «ροκανίζει» τις αυξήσεις που δίνονται. Ομως, με κάθε ετήσια αύξηση (7,75% τον Ιανουάριο του 2023 και περίπου 3,4% τον Ιανουάριο του 2024), η προσωπική διαφορά για μερίδα συνταξιούχων, που φέτος εκτιμώνται σε 100.000 έως 150.000 άτομα, μηδενίζεται.
Αγνωστο παραμένει εάν η κυβέρνηση θα καταφέρει εντός της νέας τετραετίας να καταργήσει την ΕΑΣ, που επιβλήθηκε στη χώρα μας από το πρώτο Μνημόνιο, το 2010. Αυτή επιβάλλεται κλιμακωτά, σε ύψος από 3% έως 10%, σε κύριες συντάξεις άνω των 1.400 ευρώ μεικτά, με τα χρήματα να κατευθύνονται στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλληλεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ).