Το υπ. Οικονομικών προτείνει το ισπανικό μοντέλο, όπου μόνο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επωμίζονται το κόστος των ελαφρύνσεων
Σε ένα σκληρό μπρα ντε φερ κυβέρνησης – τραπεζών αναδεικνύεται η πρόταση του οικονομικού επιτελείου να μειωθεί το κόστος με το οποίο επιβαρύνονται οι δανειολήπτες και κυρίως οι ευάλωτοι.
Το υπουργείο Οικονομικών επιμένει να υιοθετηθεί το ισπανικό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο το κόστος των ελαφρύνσεων επωμίζονται οι τράπεζες χωρίς να επιβαρύνεται ο Κρατικός Προϋπολογισμός, ενώ, αντίθετα, οι τράπεζες, σύμφωνα με πληροφορίες, αντιπροτείνουν ένα νέο πρόγραμμα «Γέφυρα» για την κάλυψη των αυξήσεων επιτοκίων από το κράτος. Υπενθυμίζεται ότι το πρόγραμμα περιελάμβανε κρατική επιδότηση για μια περίοδο 9-12 μηνών για τις αυξήσεις των δόσεων σε στεγαστικά κυμαινόμενου επιτοκίου προς νοικοκυριά χαμηλής και μέσης εισοδηματικής τάξης.
Το ισπανικό μοντέλο, που προτείνει ο υπουργός Οικονομικών, προβλέπει σειρά διευκολύνσεων από τις τράπεζες σε νοικοκυριά με εισόδημα μέχρι 25.200 ευρώ που εξυπηρετούν δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, ωστόσο ορισμένες τράπεζες υποστηρίζουν πως θα υπάρχει κίνδυνος να επηρεαστούν σημαντικά τα κεφάλαιά τους.
Μάλιστα, το υπουργείο Οικονομίας της Ισπανίας, δίνοντας ένα σχετικό παράδειγμα, ανέφερε πως μια οικογένεια με στεγαστικό δάνειο 120.000 ευρώ και μηνιαία δόση 524 ευρώ θα μπορέσει να μειώσει τη δόση στα 246 ευρώ. Οι δανειολήπτες θα μπορούν επίσης να παρατείνουν τη διάρκεια των δανείων τους έως και επτά χρόνια στο πλαίσιο των σχεδιαζόμενων αλλαγών, οι οποίες περιλαμβάνουν μεταρρυθμίσεις σε έναν υπάρχοντα κώδικα αγαθών – πρακτική για την αγορά στεγαστικών δανείων.
Οι οικογένειες με υψηλότερο εισόδημα, αποδοχές έως 29.400 ευρώ ετησίως, θα μπορούν να «παγώσουν» το μέγεθος των μηνιαίων αποπληρωμών τους, ενώ επωφελούνται από την επταετή επέκταση του δανείου.
Επιπλέον, η Ισπανία θα καταργήσει τις προμήθειες για την πρόωρη εξόφληση των δανείων και τη μετατροπή στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου σε δάνεια σταθερού επιτοκίου.
Μέτρα όπως αυτά που συμφωνήθηκαν στην Ισπανία αποτελούν «κόκκινο πανί» για τις ελληνικές τράπεζες, που λένε ότι, ακόμη και αν συμφωνηθεί επιμήκυνση δανείων, ώστε να μειωθούν για μια περίοδο το επιτόκιο και η μηνιαία δόση, μεγάλος αριθμός δανείων θα πρέπει να αναταξινομηθεί στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων και να σχηματίσουν οι τράπεζες προβλέψεις για επισφάλειες, οι οποίες θα επιβαρύνουν την κερδοφορία και τα κεφάλαιά τους. Το υπουργείο Οικονομικών έχει ζητήσει από τις τράπεζες να καταθέσουν άμεσα τις προτάσεις τους και, σύμφωνα με πληροφορίες, θα υποστηρίξουν πως καταλληλότερη λύση είναι ένα νέο πρόγραμμα τύπου «Γέφυρα», το οποίο εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Στην πράξη, οι τράπεζες, που έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί πολλάκις από τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων και δεν θέλουν να χάσουν ούτε ευρώ από την κερδοφορία τους, εισηγούνται πως η λύση θα πρέπει να βρεθεί με… κρατικό χρήμα, άρα να πληρώσουν και πάλι οι πολίτες μέσω των φόρων που καταβάλλουν!
Τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για τη νέα «Γέφυρα» θα μπορούσαν να είναι παρόμοια με αυτά που ίσχυσαν στο αντίστοιχο πρόγραμμα της πανδημίας. Στην πρώτη «Γέφυρα» προβλεπόταν επιδότηση για δάνεια εξυπηρετούμενα ή σε καθυστέρηση μέχρι 90 ημερών εφόσον:
• Η αξία της κύριας κατοικίας δεν υπερέβαινε τα 300.000 ευρώ.
• Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου δεν υπερέβαινε τα 24.000 ευρώ, με προσαύξηση 18.000 ευρώ για τον αιτούντα και κατά 5.000 για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τρία εξαρτώμενα μέλη.
• Οι καταθέσεις και τα επενδυτικά προϊόντα δεν ξεπερνούσαν τα 40.000 ευρώ.
• Η ακίνητη περιουσία του αιτούντος, του συζύγου ή της συζύγου και των εξαρτώμενων μελών, συμπεριλαμβανομένης της κύριας κατοικίας του αιτούντος, είχε συνολική αξία όχι μεγαλύτερη από 600.000 ευρώ.
• Τα μεταφορικά μέσα που αποκτήθηκαν εντός της τελευταίας τριετίας για ιδιωτική χρήση είχαν αξία όχι μεγαλύτερη από 80.000 ευρώ.