Ήδη το 52% των υπαλλήλων εργάζεται παραπάνω από το κανονικό ωράριο και το 40% δεν αμείβεται γι’ αυτό
Με φαιδρά επιχειρήματα, που προκαλούν τους εργαζομένους και την κοινωνία, υπεραμύνεται ο Κωστής Χατζηδάκης του νομοσχέδιου που περιλαμβάνει σαρωτικές αλλαγές στα εργασιακά και ετοιμάζεται να καταθέσει η κυβέρνηση προς ψήφιση στη Βουλή μετά το Πάσχα.
Με την πραγματική ανεργία να έχει εκτοξευτεί κοντά στο 25%, δηλαδή σε ποσοστά που είχε φτάσει εν μέσω Μνημονίων, το 2013, ο υπουργός Εργασίας επιχειρεί να πείσει ότι οι ρυθμίσεις που προωθεί είναι… αθώες και προς όφελος των εργαζομένων, προκαλώντας σφοδρές αντιδράσεις.
Η πιο επικίνδυνη εκ των διατάξεων του σχεδίου νόμου αφορά τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Σύμφωνα με όσα έχει δηλώσει ο υπουργός, θα προβλέπει ότι ένας εργαζόμενος θα μπορεί να δουλέψει για ένα διάστημα του έτους έως 10 ώρες τη μέρα και για αντίστοιχο διάστημα του ίδιου έτους να δουλέψει έως 6 ώρες τη μέρα ή να παίρνει ρεπό ή άδεια, μέσω ατομικής σύμβασης που θα συνάπτει με τον εργοδότη.
Επιχειρηματολογώντας, έφερε δύο γελοία και προκλητικά παραδείγματα σε τηλεοπτική συνέντευξή του, υποστηρίζοντας ότι μια τέτοια διάταξη θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν εργαζόμενοι-φοιτητές, ώστε να λάβουν μέρος σε μια εξεταστική περίοδο, ή εργαζόμενοι που «θέλουν να μαζέψουν τις ελιές τους»!
Όσα λέει ο Κωστής Χατζηδάκης έρχονται σε αντίθεση με όσα εφιαλτικά βιώνουν την τελευταία δεκαετία οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, καθώς είναι αδιαμφισβήτητο ότι αυτές οι περιπτώσεις που ανέφερε αφορούν ελάχιστους.
Στον αντίποδα, η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων είναι σε καθεστώς μόνιμης πίεσης και υπό την απειλή της απόλυσης βρίσκεται σε εξαιρετικά αδύναμη θέση να διαπραγματευτεί. Αυτός είναι, άλλωστε, και ο λόγος για τον οποίο ο νομοθέτης είχε προβλέψει ότι τέτοιες συμφωνίες μπορεί να γίνονται μόνο από πρωτοβάθμια σωματεία ή ενώσεις προσώπων και όχι από μεμονωμένους εργαζομένους.
Συμπληρωματικά λειτουργεί διάταξη που έχει επεξεργαστεί το υπουργείο Εργασίας για την πέραν του ωραρίου εργασία, η οποία θα προβλέπει αύξηση του ετήσιου πλαφόν των υπερωριών στις 150 ώρες, όταν σήμερα το ανώτατο όριο είναι 48 ώρες ανά εξάμηνο για εργαζομένους σε βιομηχανικές, βιοτεχνικές επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες και 120 ώρες στους υπόλοιπους κλάδους ετησίως.
Ενδεικτικό του πόσο επιβλαβείς θα είναι για τους εργαζομένους αυτές οι αλλαγές είναι το αποτέλεσμα πρόσφατης έρευνας, που κατέδειξε ότι το 52% των εργαζομένων αναφέρει ότι εργάζεται παραπάνω από το κανονικό ωράριο σε εβδομαδιαία βάση και, παράλληλα, το 40% των εργαζομένων που εργάζεται υπερωριακά δηλώνει ότι δεν αμείβεται για τις υπερωρίες του.
Απαντώντας στις επικρίσεις, ο υπουργός Εργασίας επέλεξε να επιτεθεί στον ΣΥΡΙΖΑ, υποστηρίζοντας ότι «επιτίθενται σε ένα νομοσχέδιο το οποίο προστατεύει τους εργαζομένους από καταχρήσεις των εργοδοτών», ενώ για την επίμαχη διάταξη για τις ατομικές συμβάσεις σημείωσε: «Σε αυτήν τη ρύθμιση, της οποίας ήδη έχει γίνει περιορισμένη χρήση στην Ελλάδα, με συμφωνίες μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων, προσθέτουμε ότι ο εργαζόμενος, εάν τον εξυπηρετεί, μπορεί να το ζητήσει και μόνος του από τον εργοδότη. Είναι μια ρύθμιση που μπορεί να προχωρήσει μόνο έπειτα από αίτημα του ίδιου του εργαζομένου λόγω προσωπικών ή οικογενειακών επιλογών».