Η κυπριακή Leftwich Limited πέτυχε την έκδοση προσωρινής διαταγής για πάγωμα κάθε περιουσιακού στοιχείου της εταιρίας.
Aκόμα και λίγες ημέρες προτού αρχίσει η ελεύθερη πτώση της μετοχής της εταιρίας τεχνολογίας MLS, που από τις 13 Μαΐου βρίσκεται σε αναστολή διαπραγμάτευσης με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς λόγω «μαγειρέματος» των οικονομικών αποτελεσμάτων, ο βασικός μέτοχος Γιάννης Καματάκης πωλούσε μετοχές σε «στρατηγικούς επενδυτές», υποσχόμενος μεγάλες αποδόσεις. Μάλιστα πωλούσε μετοχές της MLS που κατείχε ο ίδιος, με αποτέλεσμα να αποκομίσει προσωπικά κέρδη εκατομμυρίων, ενώ οι επενδυτές «έμειναν με τον μουντζούρη»!
Αυτό προκύπτει από την αίτηση συντηρητικής κατάσχεσης που κατέθεσε πριν από λίγες ημέρες η κυπριακή εταιρία Leftwich Limited στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Η Leftwich Limited πέτυχε την έκδοση προσωρινής διαταγής για πάγωμα κάθε περιουσιακού στοιχείου τόσο του κ. Καματάκη όσο και της MLS μέχρι την εκδίκαση της αίτησης (τα ασφαλιστικά μέτρα θα εκδικαστούν τον Δεκέμβριο).
Η διοίκηση της Leftwich υποστηρίζει στην αίτηση συντηρητικής κατάσχεσης πως τον Δεκέμβριο του 2018 απέκτησε περίπου το 3% της MLS, αγοράζοντας απευθείας 373.000 μετοχές από τον Γιάννη Καματάκη αντί ποσού που έφτανε τα 1.560.000 ευρώ. Μάλιστα, ο κ. Καματάκης πρόσφερε και «έκπτωση» 5% έναντι της τιμής που είχε τότε στο χρηματιστήριο η εταιρία τεχνολογίας. Οπως επισημαίνεται, «εκείνη τη χρονική περίοδο ο δεύτερος εναγόμενος λανσάριζε τη νέα αλληλεπιδραστική συσκευή της εταιρίας, με το εμπορικό όνομα, και διέθετε “επιλεκτικά”, κατά τα λεγόμενά του, μετοχές του ίδιου σε ισχυρού επιχειρηματικού προφίλ πρόσωπα, που θα σηματοδοτούσαν με τη σειρά τους την εμπιστοσύνη στο νέο προϊόν και θα ωθούσαν έτσι τις πωλήσεις του».
Στις παρουσιάσεις που έκανε ο ίδιος ο κ. Καματάκης στη Leftwich Limited υποστήριζε πως η MLS «είχε κατορθώσει και είχε αναπτύξει ένα προϊόν υψηλής τεχνολογίας, την πλατφόρμα τεχνητής νοημοσύνης “MAIC”, που Θα αποτελούσε τη ναυαρχίδα της εταιρίας για τα επόμενα χρόνια». Το προϊόν αυτό, όπως έλεγε, «ήδη πήγαινε πολύ καλά, καθώς υποτίθεται πως οι παραγγελίες ξεπερνούσαν κάθε προσδοκία στην αγορά, και είχε δημιουργήσει δυνατότητες για άνοιγμα σε νέες αγορές, με θετικότατες προοπτικές άμεσης επέκτασης της δραστηριότητας» της MLS.
Η κυπριακή εταιρία αγόρασε, όμως, τις μετοχές, αλλά αφού συμφώνησε με τον κ. Καματάκη και την MLS με ιδιωτικό συμφωνητικό, που υπεγράφη στις 6 Δεκεμβρίου 2018, πως στην περίπτωση που είχε αποκρύψει κάποια σημαντική πληροφορία ικανή να επηρεάσει την τιμή της μετοχής, «θα επαναγόραζε τις μετοχές στην τιμή που τις αγοράσαμε εμείς, πλέον των εξόδων κάθε συναλλαγής (αρχικής και επαναγοράς). Σε περίπτωση δε που δεν συμμορφωνόταν με την ως άνω υποχρέωση, είχε συμφωνηθεί ότι είχαμε κάθε δικαίωμα να πουλήσουμε τις μετοχές προς οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο και να αναζητήσουμε τη διαφορά από τους / εναγόμενους».
Αμέσως μόλις αγόρασε τις μετοχές η κυπριακή εταιρία άρχισε και η μεγάλη κατρακύλα στην τιμή της μετοχής της MLS. Μέχρι την ημέρα που ανεστάλη η διαπραγμάτευση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στις 13 Μαΐου 2020, η μετοχή είχε χάσει περισσότερο από το 80% της αξίας της. Ομως οι εκπρόσωποι της Leftwich Limited δεν περίμεναν μέχρι τον περασμένο Μάιο. Από τις 13 Δεκεμβρίου 2019, δηλαδή πέντε μήνες πριν ΑΠΌ την αναστολή διαπραγμάτευσης, έστειλαν εξώδικο στον κ. Καματάκη και στην MLS και ζητούσαν εξηγήσεις για την κατάρρευση της μετοχής.
Με το εξώδικο ζητούσαν επίσης να οριστεί «εντός εβδομάδας» «οποιαδήποτε εκ των πέντε ελεγκτικών εταιριών Deloitte, Ernst & Young, KPMG, PriceWaterhouseCooper, Grant Thornton, δηλαδή εταιριών εγνωσμένου κύρους και ανεξαρτησίας, προκειμένου να καταγράψουν, εξηγήσουν και αξιολογήσουν όλες τις παραμέτρους που διαμορφώνουν την αξία της επιχείρησης και τις ιδιότητες των μετοχών». Μάλιστα η Leftwich δήλωνε πως θα πληρώσει η ίδια το κόστος του ελέγχου των βιβλίων της MLS από έναν διεθνή οίκο. Το εξώδικο κατέληγε πως, αν ο κ. Καματάκης και η διοίκηση δεν συμφωνήσουν στον διορισμό, τότε θα ενεργοποιούνταν το ιδιωτικό συμφωνητικό και ο επιχειρηματίας έπρεπε να επαναγοράσει τις μετοχές στη συμφωνηθείσα τιμή.
Τόσο ο Γ. Καματάκης όσο και η διοίκηση της MLS (δηλαδή πάλι ο κ. Καματάκης) απάντησαν με εξώδικα με τα οποία αρνούνταν τον διορισμό διεθνούς οίκου για τον έλεγχο της εταιρίας τεχνολογίας. Μάλιστα, ο πρώτος αρνούνταν κατηγορηματικά πως ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις επαναγοράς των μετοχών από πλευράς του «και γενικότερα αρνούμαι ότι είχα γνώση κατά τον χρόνο κατάρτισης της σύμβασης ή της απόκτησης της συμμετοχής σας οποιουδήποτε λόγου, γεγονότος ή κατάστασης που εξελίχτηκε κατά τρόπο που να επηρεάσει αρνητικά τα μεγέθη της εταιρίας με άμεσο αντίκτυπο στην επένδυσή σας».