Η επιστροφή των εκτοπισμένων είναι ένας υλικοτεχνικός πονοκέφαλος, αλλά πρωτίστως ένα άκρως πολιτικό ζήτημα
Το ζήτημα της επιστροφής των εκτοπισμένων είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με αυτό της ανοικοδόμησης και της μελλοντικής διακυβέρνησης της Γάζας. Ωστόσο, το πολιτικό μέλλον της περιοχής αποκρυσταλλώνει τις εντάσεις. Σε αυτό το αβέβαιο πλαίσιο θα πρέπει να επανεγκατασταθούν 1.900.000 εκτοπισμένοι. Αυτό σημαίνει σχεδόν εννέα στους δέκα κατοίκους της Γάζας.
- Από τη Μαρία Δεναξά
Υστερα από δεκαπέντε μήνες εντατικών βομβαρδισμών, εκδιώξεων, πένθους, πείνας και ασθενειών, και με τα μέσα ενημέρωσης του κόσμου να περιμένουν την ανακοίνωση εκεχειρίας, ο Τζο Μπάιντεν και ο πρωθυπουργός του Κατάρ Μοχάμεντ Μπεν Αμπντελραχμάν Αλ Θάνι επιβεβαίωσαν την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς.
Η συμφωνία περιλαμβάνει τρεις φάσεις και θα πρέπει να οδηγήσει στην απελευθέρωση όλων των ομήρων και στην ανοικοδόμηση της Γάζας, που θεωρείται μια υλικοτεχνική πρόκληση και ένα άκρως πολιτικό ζήτημα. Η κατάπαυση του πυρός θα αρχίσει με εκεχειρία έξι εβδομάδων, κατά τη διάρκεια της οποίας αναμένεται να απελευθερωθούν 34 όμηροι και περίπου 1.000 Παλαιστίνιοι κρατούμενοι, ενώ οι εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένοι που έχουν εγκαταλείψει το βόρειο τμήμα του θα πρέπει να μπορέσουν να επιστρέψουν – κάτω από μέτρα ασφαλείας που είναι ακόμη ασαφή.
Ασύλληπτα μεγέθη
Η επιστροφή των εκτοπισμένων για όσους γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται μοιάζει με άθλο, καθώς είναι ιδιαίτερα περίπλοκη. Πρώτον, ο αριθμός των εκτοπισμένων είναι συγκλονιστικός. Από τις 7 Οκτωβρίου 2023 περίπου εννέα στους δέκα κατοίκους της Γάζας εξαιτίας των βομβαρδισμών έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους ή έχουν εκδιωχθεί. Συνολικά 1.900.000 θα πρέπει να επιστρέψουν στη Γάζα. Ποτέ άλλοτε η περιοχή των 365 χιλιομέτρων δεν είχε γνωρίσει τόσο μεγάλη εσωτερική μετακίνηση σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Πρόκειται για τον μεγαλύτερο πληθυσμιακό εκτοπισμό από το 1948, όταν περίπου 750.000 Παλαιστίνιοι εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους, γεγονός που οδήγησε στη δημιουργία του Ισραήλ, όπως υπενθύμισε η «Washington Post» τον περασμένο Μάρτιο.
Οι περισσότεροι εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι έχουν συγκεντρωθεί στο νότιο τμήμα της παλαιστινιακής επικράτειας. Η Ράφα, η οποία είχε πληθυσμό μόλις 280.000 κατοίκους πριν από την έναρξη του πολέμου και αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 20% της επιφάνειας της Γάζας, φιλοξενούσε περίπου το ήμισυ του πληθυσμού της στα τέλη του 2023, δηλαδή πάνω από 1.000.000 ανθρώπους, σύμφωνα με την UNRWA, την υπηρεσία του ΟΗΕ που είναι υπεύθυνη για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες. Οι εκτοπισμένοι αναγκάστηκαν μερικές φορές να μετακινηθούν έως και 12 φορές.
Κι έπειτα είναι το μέγεθος της καταστροφής, από την οποία δεν έχουν γλιτώσει ζωτικής σημασίας υποδομές, όπως είναι τα νοσοκομεία, τα σχολεία, τα κτίρια κρατικών υπηρεσιών. Τον Νοέμβριο Αμερικανοί ερευνητές υπολόγισαν ότι σχεδόν το 60% των κτιρίων της περιοχής είχε υποστεί σημαντικές ζημιές ή είχε καταστραφεί. Στην πόλη της Γάζας το ποσοστό πλησίαζε ακόμη και το 74%. Στις αρχές Δεκεμβρίου στοιχεία από το Δορυφορικό Κέντρο του ΟΗΕ, που αναλύθηκαν από την «Washington Post», έδειξαν ότι το ένα τρίτο του συνόλου των κτιρίων στο κυβερνείο της Βόρειας Γάζας είχε καταστραφεί, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 5.000 κτιρίων στην Τζαμπαλίγια, περισσότερων από 3.000 στην Μπέιτ Λάχια και περισσότερων από 2.000 στην Μπείτ Χανούν.
Ανοικοδόμηση
Η ανοικοδόμηση των κτιρίων και των υποδομών της Γάζας είναι κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα. Το θέμα όμως της επιστροφής των εκτοπισμένων και της επανεγκατάστασής τους είναι στενά συνδεδεμένο με αυτό της ανασύνθεσης και της μελλοντικής ανάπτυξης του μικροσκοπικού παλαιστινιακού θύλακα στο μέλλον. Ωστόσο, ο Τζο Μπάιντεν εξήγησε το βράδυ της Τετάρτης ότι «το μεγάλο σχέδιο ανοικοδόμησης της Γάζας» θα αρχίσει μόνο στην τρίτη φάση της συμφωνίας που επιτεύχθηκε μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς. Αυτό το «μεγάλο σχέδιο» είναι, στην πραγματικότητα, άρρηκτα συνδεδεμένο με τα ζητήματα της διακυβέρνησης στη Γάζα, τα οποία αποκρυσταλλώνουν τις εντάσεις μεταξύ του Ισραήλ, της Χαμάς, των Ηνωμένων Πολιτειών και της διεθνούς κοινότητας.
Ανάκτηση του ελέγχου από την Παλαιστινιακή Αρχή
Την Τρίτη ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν παρουσίασε το μεταπολεμικό σχέδιό του, το οποίο προβλέπει την ανάκτηση του ελέγχου του θύλακα από την Παλαιστινιακή Αρχή μακροπρόθεσμα, ύστερα από μια μεταβατική περίοδο υπό την εποπτεία του ΟΗΕ. Κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο για τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος αρνείται να επιτρέψει τη διοίκηση της περιοχής από τη Χαμάς ή την Παλαιστινιακή Αρχή μετά το τέλος του πολέμου. Στον έλεγχο του Ισραήλ βρίσκεται το βόρειο τμήμα της Γάζας, πέραν του διαδρόμου Νετζαρίμ. Ενας διάδρομος που ελέγχεται από τις ισραηλινές Αρχές και χωρίζει την παλαιστινιακή περιοχή στα δύο.
Με το βόρειο τμήμα από τη μία πλευρά και το νότιο από την άλλη. Τους τελευταίους μήνες το Ισραήλ έχει πραγματοποιήσει μαζικές κατεδαφίσεις και έχει ανεγείρει στρατιωτικά οχυρά σε κατοικημένες περιοχές στα βόρεια του θύλακα, ανέφερε η «Washington Post», στα τέλη Δεκεμβρίου. Διεθνείς παρατηρητές πιστεύουν ότι ο ισραηλινός στρατός βρισκόταν στη διαδικασία δημιουργίας ενός διαδρόμου παρόμοιου με εκείνον του Νετζαρίμ, ακριβώς στη μέση μιας πυκνοκατοικημένης περιοχής. Αν και ο στρατός δεν έχει δώσει καμία δημόσια εξήγηση για τις δραστηριότητες εκκαθάρισης και οχύρωσης στον Βορρά, οι παρατηρητές υποστηρίζουν ότι ο πρόσφατα διαμορφωμένος άξονας «θα μπορούσε να επιτρέψει στο Ισραήλ να δημιουργήσει μια νεκρή ζώνη για να απομονώσει περαιτέρω τις νότιες κοινότητές του που δέχτηκαν επίθεση στις 7 Οκτωβρίου 2023».
Προς το παρόν το εβραϊκό κράτος θα πρέπει να διατηρήσει μια ουδέτερη ζώνη στον θύλακα κατά την πρώτη φάση της κατάπαυσης του πυρός, σύμφωνα με τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης. Ο στρατός θα πρέπει να παραμείνει παρών σε ακτίνα έως και «800 μέτρων στη Λωρίδα της Γάζας, σε μια περιοχή που εκτείνεται από τη Ράφα στα νότια έως το Μπέιτ Χανούν στα βόρεια», σύμφωνα με πηγή προσκείμενη στη Χαμάς, την οποία επικαλείται το AFP.