Διασφάλισε τη «βελούδινη» μετάβαση από τον Ψυχρό Πόλεμο, όμως δέχθηκε σκληρή κριτική για την ενδοτικότητά του στις ΗΠΑ
Ρεπορτάζ Βασίλης Γαλούπης
Τελικά, ήταν ένας επιτυχημένος πολιτικός ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ; Η απάντηση δεν είναι εύκολη για τον τελευταίο ηγέτη της ΕΣΣΔ, που έφυγε από τη ζωή στα 91 του. Για όλο τον υπόλοιπο κόσμο ο Γκορμπατσόφ θεωρείται απόλυτα επιτυχημένος. Για τη Ρωσία, όχι.
Εκεί, όμως, που όλοι συμφωνούν είναι πως επρόκειτο για τον πολιτικό που άλλαξε πιο καθοριστικά από κάθε άλλον την πορεία των πραγμάτων μεταπολεμικά. Όσο κι αν επιθυμούσαν οι τότε ηγέτες ΗΠΑ και Γερμανίας, Ρίγκαν και Κολ, την πτώση του Τείχους και τη δρομολόγηση μιας νέας κι εν ισχύι μέχρι σήμερα παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, οι εξελίξεις δεν θα μπορούσαν να «τρέξουν» ούτε ένα… μέτρο, αν ο Γκορμπατσόφ δεν ήταν δεκτικός. Η Ιστορία γράφτηκε έτσι επειδή ο ίδιος την έθεσε σε κίνηση.
Αυτό που σίγουρα πιστώνεται στον Γκορμπατσόφ είναι ότι η μετάβαση από τον Ψυχρό Πόλεμο στην παγκοσμιοποίηση έγινε εν μια νυκτί και «βελούδινα». Δίχως πιστολιά. Είναι δεδομένο ότι κάποιοι από τους επτά προηγούμενους ηγέτες της ΕΣΣΔ δεν θα είχαν την ίδια αντίδραση βλέποντας το Τείχος του Βερολίνου να πέφτει και νέα σύνορα να χαράζονται μέσα στην υπό διάλυση σοβιετική αυτοκρατορία. Τρεις δεκαετίας μετά την εξαετία της ηγεσίας του, 1985-1991, παραμένει σε πολλά αμφιλεγόμενος. Γιατί ενώ βρισκόταν στο τιμόνι μιας υπερδύναμης, υπονόμευσε την εξουσία του, αναδεικνύοντας σε μονοκρατορία της ΗΠΑ; Απελευθέρωσε τους συμπατριώτες του από ένα σκληροπυρηνικό καθεστώς 70 χρόνων ή διέλυσε μια αυτοκρατορία;
Ηταν προϊόν του σοβιετικού συστήματος, όπως ο ίδιος έλεγε, ή το «γενετικό λάθος» του σοβιετικού συστήματος, όπως έγραψε αργότερα βιογράφος του; Ο κόσμος μπορεί ακόμα και σήμερα να ευγνωμονεί τον Γκορμπατσόφ για τη συμβολή του στο τέλος του ψυχροπολεμικού πυρηνικού φόβου, που στοίχειωνε τον πλανήτη μετά τη Χιροσίμα. Το Κρεμλίνο, όμως, χθες έδωσε τη δική του οπτική. Μίλησε απλά για έναν «ρομαντικό άνθρωπο», που δεν κατάλαβε «την αιμοδιψία των αντιπάλων του».
Πάντα η Ιστορία έχει πολλές γωνίες. Ελάχιστοι ηγέτες, όμως, είχαν τόσο βαθιά επίδραση στην εποχή τους όση ο Γκορμπατσόφ. Αλλαξε τη μορφή της Ευρώπης, έβαλε τέλος στον Ψυχρό Πόλεμο και γκρέμισε το Σιδηρούν Παραπέτασμα. Ακόμα, όμως, κι όταν ο Γκορμπατσόφ δέχτηκε την επανένωση της Γερμανίας, αλλά και την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, η Δύση παρέμενε δύσπιστη. «Οι μεταρρυθμίσεις του τον καθιστούν πιο επικίνδυνο από τους προκατόχους του» συμβούλευαν τον πρόεδρο Μπους οι άνθρωποί του. Ο Μπους, που διαδέχθηκε τον Ρίγκαν το 1989, δεν ήθελε ούτε να στηρίξει τον Γκορμπατσόφ πολιτικά ούτε να βοηθήσει την καταρρέουσα ΕΣΣΔ οικονομικά.
«Στο διάολο με αυτό! Εμείς επικρατήσαμε. Όχι αυτοί. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τους Σοβιετικούς να αρπάξουν τη νίκη από τα σαγόνια της ήττας» είχε πει στον Χέλμουτ Κολ, τον τότε καγκελάριο της Γερμανίας. Αν για τα δυτικά ΜΜΕ ο Γκορμπατσόφ ήταν τελικά «ένας καλός άνθρωπος από τη Σοβιετική Ενωση», όπως έγραψε το «Economist», άλλες απόψεις στη Ρωσία είναι επικριτικές. «Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα ότι οι καλές προθέσεις ενός εθνικού ηγέτη μπορούν να δημιουργήσουν την Κόλαση επί Γης για μια ολόκληρη χώρα. Ηταν υπεύθυνος για μια κατεστραμμένη χώρα και τον εφιάλτη της δεκαετίας του ’90» έγραψε το RIA Novosti.
Αναμφισβήτητα, όμως, μέσα στα πρώτα πέντε χρόνια του στην εξουσία ο Γκορμπατσόφ κατόρθωσε εξαιρετικά επιτεύγματα:
• Σοκαρισμένος και φοβισμένος από το Τσερνόμπιλ, προήδρευσε σε μια ιστορική συμφωνία αφοπλισμού με τις ΗΠΑ, εξαλείφοντας για πρώτη φορά μια ολόκληρη κατηγορία πυρηνικών όπλων, ενώ άρχισε την απόσυρση των περισσότερων σοβιετικών τακτικών πυρηνικών όπλων από την ανατολική Ευρώπη. Η πρώτη συνθήκη της συμφωνίας υπογράφτηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1987, μαζί με τον Ρόναλντ Ρίγκαν.
• Απέσυρε τις σοβιετικές δυνάμεις από το Αφγανιστάν, μια σιωπηρή παραδοχή ότι η εισβολή το 1979 και η εννιάχρονη κατοχή ήταν αποτυχία.
• Ενέκρινε τη διεξαγωγή πολυκομματικών εκλογών σε σοβιετικές πόλεις, διαδικασία που σε πολλά μέρη σήμανε το τέλος των κομμουνιστών ηγετών από τα πόστα τους.
Πραγματοποίησε εκκαθάριση κατά της διαφθοράς στα ανώτερα κλιμάκια του Κομμουνιστικού Κόμματος, διώχνοντας εκατοντάδες γραφειοκράτες, και βοήθησε στη μεγαλύτερη ελευθερία του Τύπου.