Η «σιδηρά κυρία» αδιαφόρησε στην κατρακύλα του συντηρητικού κόμματος στη Γερμανία, δεν προετοίμασε μια ισχυρή προσωπικότητα ως διάδοχο και τώρα το έλλειμμα ηγεσίας απειλεί και την Ευρώπη
Θα μπορούσε κάποιος να κάνει λόγο για το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου, καθώς πάει τουλάχιστον ένας χρόνος απ’ όταν οι προσεκτικοί παρατηρητές διέκριναν πως το τέλος της Άνγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία δεν αποκλείεται να σημάνει και το τέλος της επικράτησης της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης στα πολιτικά πράγματα της Γερμανίας. Και η αναμπουμπούλα που επικράτησε αναφορικά με τον διάδοχό της αποδεικνύει πως μάλλον επρόκειτο ακριβώς γι’ αυτό: έναν προαναγγελθέντα θάνατο.
Επιπροσθέτως, η εκλογική κατακρήμνιση του κόμματός της, των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), αλλά και η ακραία και ξαφνική άνοδος των Πρασίνων δεν αφήνουν περιθώρια ακόμα και στους αφελείς να πιστέψουν πως την επόμενη των εκλογών του Σεπτεμβρίου η Χριστανοκοινωνική Ένωση θα είναι όπως ήταν.
Η κατρακύλα του συντηρητικού κόμματος της Γερμανίας φυσικά δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Πριν από έναν χρόνο, εν μέσω πανδημίας, κι ενώ η ίδια η Ανγκελα Μέρκελ έβλεπε τα ποσοστά αποδοχής της να μένουν στα ίδια επίπεδα, γλιτώνοντας την τεράστια φθορά της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης, το κόμμα της εμφάνισε τα πρώτα σημάδια κατάρρευσης, μια κατάρρευση που φάνηκε να καρπώνονται κυρίως οι Πράσινοι και προσωπικά η Αναλένα Μπέρμποκ.
Ενδεικτικά, ενώ τον Απρίλιο του 2020 το CDU/CSU κυριαρχούσε με ένα άνετο 38,1% και οι Πράσινοι με 16% πάλευαν για τη δεύτερη θέση με τους Σοσιαλδημοκράτες, στις δημοσκοπήσεις του Απριλίου 2021 το κόμμα της Μέρκελ έχει χάσει 12 μονάδες, πέφτοντας στο 26,1%, την ώρα που οι Πράσινοι σκαρφάλωσαν στο 22,6%. «Κύκλοι» εντός των Χριστανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνιστών έσπευσαν να δείξουν ως υπαίτιο τον «φθαρμένο» και «γκρίζο» Αρμιν Λάσετ, που δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τη φρέσκια και νέα Αναλένα, όπως δεν μπορούσε ούτε τον Μάρκους Ζέντερ, ο οποίος ήταν μακράν δημοφιλέστερος στους πολίτες.
Όμως οι πολιτικοί αναλυτές διαφωνούν και τείνουν να καταλήξουν στο συμπέρασμα πως ο κύριος υπεύθυνος για τη σημερινή καθίζηση των ποσοστών του κόμματος δεν είναι άλλος από την ίδια την καγκελάριο Μέρκελ. Ο λόγος είναι πως, παρά τη σιδηρά πυγμή της και την αδιαμφισβήτητη οξύνειά της, η Μέρκελ δεν είδε τα σημάδια νωρίτερα, ήδη από τις εκλογές του 2017 και την πύρρειο νίκη της, ώστε να προετοιμάσει η ίδια την έξοδό της και την επόμενη μέρα του κόμματος.
Βεβαίως, υπάρχει κι άλλη «γραμμή», που θέλει τη Μέρκελ να είχε δει τα σημάδια, αλλά να προτίμησε να τα αγνοήσει. Εχοντας 16 χρόνια διαρκούς παραμονής στην καγκελαρία και έχοντας σπάσει τα ρεκόρ του Αντενάουερ και του Κολ, οι κακές γλώσσες λένε πως η «σιδηρά κυρία» του Βερολίνου και της Ευρώπης δεν ήθελε δίπλα της πολιτικές… παραφυάδες.
Αυτό όμως –όπως κάθε κοντόφθαλμη επιλογή-, αν και την έβγαλε από τη δύσκολη θέση να έχει μια ισχυρή πολιτική προσωπικότητα να αναπτύσσεται στα χωράφια της, την ανάγκασε να φτάσει στο σημείο σήμερα να αφήνει τη Χριστιανική Ενωση με ένα τεράστιο έλλειμμα ηγεσίας.
Κι αυτό δεν είναι κάτι που αφορά και επηρεάζει μόνο το κυρίαρχο κόμμα της Γερμανίας. Αν οι δημοσκοπικές τάσεις επιβεβαιωθούν στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, τότε η Γερμανία θα μπει σε θολά νερά, με μια κυβερνητική πλειοψηφία είτε από έναν συνασπισμό Πρασίνων – Σοσιαλδημοκρατών και Φιλελευθέρων είτε από έναν συνασπισμό Πρασίνων – Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων. Αμφότεροι όμως οι συνδυασμοί κρύβουν κινδύνους πολιτικής αστάθειας, η οποία πιθανότατα θα συμπαρασύρει και την Ευρώπη.