Αθήνα 2016. ΗΣΑΠ. Σε συρμούς και σταθμούς ανακοινώνεται η αυτοχειρία ακόμα ενός συμπολίτη μας
Ωρα 12:40. Στο βαγόνι ακούγεται: «Λόγω αυτοκτονίας ο συρμός θα έχει τελικό προορισμό τον σταθμό του Ταύρου». Ο τόνος της ομιλίας όσων κάνουν την ανακοίνωση είναι στεγνός, άτονος και βαριεστημένος. Λες και το ζήτημα αφορά μηχανική βλάβη ή στάση εργασίας. Μερικοί επιβάτες δυσφορούν. Αλλοι σιωπούν και από το κενό βλέμμα της απόλυτης αφαίρεσης και διάχυσης της προσοχής σ’ ένα σωρό από μικρές και μεγάλες έγνοιες καταλαβαίνεις ότι δεν έχουν συνειδητοποιήσει τι άκουσαν.
Επιβιώνουν επειδή ζουν μηχανικά. Μόλις που καταλαβαίνουν, από καιρού εις καιρόν, τι συμβαίνει γύρω τους. Είτε καλό είναι αυτό είτε δυσάρεστο, τους τρομάζει και επιλέγουν πάλι να αποτραβηχτούν στην απομίμηση βίου που έχουν επιλέξει. Σπλαχνικός ο αυτόματος πιλότος τους. Τους πάει ολόισια στο τίποτα και τους ζητά ως αντίτιμο της διαδρομής όσα ποτέ δεν εκτίμησαν: τον χρόνο και τον νου τους.
Ενας αχρείος αρχίζει και σαρκάζει τον αυτόχειρα: «Θες να πεθάνεις; Αντε πέσε από κανένα βουνό. Δέσε καμιά πέτρα στον λαιμό σου. Τι θες και μας ταλαιπωρείς εμάς;» Μια κυρία δίπλα του, με το πιγούνι ιδρωμένο και το χαμόγελο ορθάνοιχτο από την έξαψη της είδησης, χασκογελά με όσα λέει ο τιποτένιος. Οι άλλοι στον κόσμος τους, κοιτούν στα κινητά τους λες και είναι προεκτάσεις των χεριών τους. Συνοφρυώνονται και χαμογελούν ανάλογα με το τι βλέπουν στην οθόνη – ό,τι τους έχει απομείνει από συνείδηση είναι πλήκτρα, αριθμοί, ακτινοβολία και ένα ζευγάρι ακουστικά να τους ρουφούν όλη την προσοχή από τα… αυτιά.
Ενώ η αποφορά του βαγονιού είναι αδιάκοπη, το μουρμουρητό των υπνωτισμένων επιβατών διακόπτεται από τα υπνωτικά μονόπρακτα των επαιτών. Στριμωξίδι, άτομα που ζέχνουν, λερά καθίσματα, ζητιάνοι που σπρώχνουν για να προλάβουν να καλύψουν ολόκληρο το βαγόνι πριν ανοίξουν οι πόρτες, και ανακοινώσεις για τον τελευταίο σταθμό, τον Ταύρο.
«Λόγω αυτοκτονίας» καταλαβαίνεις για ακόμη μια φορά ότι η ζωή δεν είναι φαινόμενο αλλά τέχνη. Η υψηλότερη όλων.
Παναγιώτης Λιάκος