Τα άρθρα για την αγόρευση του Βασίλη Λεβέντη στη Βουλή ζευγαρώνουν! Και χθες και σήμερον το μενού… κεντρώον.
Σύνδεση με τα προηγούμενα: χθες κάναμε μνεία στο αρχέτυπο του προέδρου που ρητορεύει σαν τον αντιπρόεδρο του Εδεσσαϊκού (Θωμάς Μάτσιος) ή της Ενωσης Κεντρώων (Γιώργος Παπανδρέου – θείος ΓΑΠ, αδελφός Ανδρέα). Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όπου η ιλαρότης κάνει ράλι, είθισται να πρωταγωνιστεί κάποιος… περαστικός ή διαβάτης που βοηθά τον πρόεδρο που διαθέτει λέγειν αντιπροέδρου να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του.
Ας θυμηθούμε τον Γιώργο Παπανδρέου (θείο ΓΑΠ), όταν έβγαινε στο Κανάλι 67 και μας μάγευε αφηγούμενος τυχαίες συναντήσεις του με οπαδούς του, στις λαϊκές αγορές όπου περιόδευε. Ας φέρουμε στον νου μας τον ίδιο τον ΓΑΠ. Οταν έριξε την πρώτη ψαλιδιά σε μισθούς και συντάξεις λόγω Μνημονίου πέτυχε γέροντα, ο οποίος του είπε το περιλάλητο «για την πατρίδα και τον μισθό μου να θυσιάσω». Ετσι και ο κεντρικότερος των κεντρώων της Βουλής, στη συζήτηση για τη Δικαιοσύνη συνάρπασε κοινό και κριτικούς με την αφήγηση που ακολουθεί:
Αδιάψευστος
«Ημουν στη Θεσσαλονίκη, στην πλατεία Αριστοτέλους. Με πλησιάζει ένας κύριος -εγώ δεν τον γνώριζα- και μου λέει “Είμαι εισαγγελέας του Αρείου Πάγου”, αρεοπαγίτης μάλλον. Λέω: “Τι κάνετε εδώ;” Και απαντάει: “Με έστειλαν να ελέγξω κάποιους δικαστές για κακοδικία. Οταν υπάρχουν υποθέσεις κακοδικίας, έρχομαι και τους ελέγχω. Τώρα στη Θεσσαλονίκη ήρθα εγώ”.
Λέω: “Γίνονται κακοδικίες;” Λέει: “Και βέβαια γίνονται και παίρνω όλο τον φάκελο και τον εξετάζω. Θα κάτσω 20 μέρες”. Μου λέει: “Κύριε Λεβέντη. Αδίκως πασχίζεις. Υπάρχει μεγάλη σήψη”. Του λέω: “Στον χώρο της Δικαιοσύνης, από τον οποίο περιμένει ο πολίτης και μου το λες εσύ, ένας ανώτερος λειτουργός;” “Αδίκως”, μου λέει, “πασχίζεις, κύριε Λεβέντη. Και στη Δικαιοσύνη υπάρχει σήψη!”.
Αυτή είναι η πιο αδιάψευστη μαρτυρία. Αυτός ο άνθρωπος ούτε το όνομά του καλά καλά δεν μου είπε. Υστερα μετά βίας μού το είπε, αφού τον πίεσα».
Από όλες τις λεπτομέρειες συγκρατήστε τον χαρακτηρισμό του κ. Λεβέντη για την αφήγησή του ως «αδιάψευστη μαρτυρία». Τελικά, ο υπαρκτός σουρεαλισμός είναι εδώ!
Παναγιώτης Λιάκος