Η ελληνική κυβέρνηση δεν εκπροσωπήθηκε στην ορκωμοσία του Αμερικανού προέδρου κυρίως επειδή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν συμπεριφέρεται με θεσμικό τρόπο. Αντί να σεβαστεί το αξίωμά του και να κρατά αποστάσεις από τις πολιτικές διενέξεις στο εσωτερικό ξένων χωρών, ταυτίστηκε με το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ και επί σειρά ετών επέκρινε τον Ντόναλντ Τραμπ και τον «τραμπισμό» με τρόπο ανάρμοστο για Ελληνα πρωθυπουργό που επιδιώκει να μην γκρεμίζει γέφυρες με σημαίνοντα πρόσωπα και ισχυρές παρατάξεις στην υπερδύναμη.
Αυτή τη συμπεριφορά του φανατισμένου «οπαδού» την επιδεικνύει σε κάθε ευκαιρία. Στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, στην πανδημία του κορονοϊού, οπουδήποτε υποπτεύεται ότι θα «κερδίσει» την ευμένεια του τελικού… νικητή μιας μεγάλης αναμέτρησης. Το κακό για την Ελλάδα είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν φαίνεται να διακρίνεται για την ευστοχία των προβλέψεών του για τους «νικητές» τέτοιων αναμετρήσεων.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι γνήσιος συνεχιστής της βενιζελικής παράδοσης. Διαμορφώνει την πολιτική του απέναντι στα ξένα κράτη, τις συμμαχίες και τους διεθνείς οργανισμούς με πνεύμα ξενόδουλο, φοβικό, ψοφοδεές. Οποιαδήποτε δύναμη εκείνος θεωρεί μεγάλη ή έστω σημαντική προσπαθεί να την εξευμενίσει υπερθεματίζοντας σε ό,τι εκείνη ζητά ή υποθέτει ότι θα ζητήσει. Αν η εκτίμηση του κ. Μητσοτάκη είναι ότι οι «μεγάλοι» θα ζητήσουν από την Ελλάδα κάτι, εκείνος το προσφέρει εις τριπλούν δίχως καν να αρθρωθεί το αίτημα. Ετσι, εισπράττει την ακάλυπτη επιταγή της εικόνας του «καλού» παιδιού, το οποίο αρκείται σε ευχολόγια και αόριστες υποσχέσεις, ενώ προσφέρει χειροπιαστές υπηρεσίες.
Ο ψοφοδεϊσμός στην αντιμετώπιση του ξένου παράγοντα είναι μια από τις μεγαλύτερες απειλές που αντιμετωπίζουν τα εθνικά συμφέροντα. Συνιστά απειλή κυρίως επειδή οφείλεται σε μια στρεβλή αντίληψη και των διεθνών σχέσεων και συνολικά της πραγματικότητας.
Η σύγχρονη ελληνική Ιστορία μάς έχει πάμπολλες φορές παραδώσει μαθήματα διεθνών σχέσεων, τα οποία επιλέγουν να λησμονούν ηγεσίες όπως εκείνη του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το βασικότερο μάθημα όλων είναι να μη φανατιζόμαστε με συγκρούσεις παρατάξεων άλλων χωρών, διότι η μόνη σίγουρα χαμένη σε μια τέτοιου είδους σύγκρουση θα είναι η χώρα μας.