Η αύξηση της συμμετοχής των πολιτών στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει πόσο μεγάλη είναι η ανάγκη για εμφάνιση νέων προσώπων στην κεντρική πολιτική σκηνή, αλλά και για εφαρμογή νέων πολιτικών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που τα τελευταία χρόνια δεν έχει πάψει να υφίσταται μια σειρά από εκλογικές ήττες -έως και πανωλεθρίες-, και να διασύρεται από τις αλλοπρόσαλλες δηλώσεις, συμπεριφορές και ενέργειες επιφανών στελεχών του. Οταν κυβέρνησε απέτυχε τόσο οικτρά, ώστε οι εκλογείς μετέβαλαν άποψη, έδωσαν γενναία ποσοστά στη Νέα Δημοκρατία και δεν έχουν σταματήσει να τον απορρίπτουν, με ηχηρό μάλιστα τρόπο, κάθε φορά που τους δίδεται η ευκαιρία. Λίγοι, άλλωστε, θα μπορούσαν να λησμονήσουν το κλείσιμο των τραπεζών, την επιβολή capital controls, την εκδικητική φορολόγηση της μεσαίας τάξης, την ανοχή στην ανομία και την εισβολή εκατοντάδων χιλιάδων εποίκων από την Αφρική και την Ασία, και -πάνω απ’ όλα- την προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών, με την οποία δόθηκαν τα εθνικά πολιτισμικά και ιστορικά «ασημικά» της Μακεδονίας μας στους Σκοπιανούς.
Παρά την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στις δύο κυβερνητικές θητείες του την περίοδο 2015-2019, οι πολίτες στρέφουν ξανά το βλέμμα τους προς τα εκεί, διότι είναι ξεκάθαρο ότι στην πατρίδα υπάρχει ένδεια και από ηγετικές φυσιογνωμίες και από πολιτικές προτάσεις.
Ο λαός χρειάζεται από κάπου να πιαστεί, να εμπνευστεί, έχει ανάγκη από πολιτικές ταυτίσεις και προτάσεις. Οι συνταγές που έχουν εφαρμοστεί μέχρι σήμερα έχουν απορριφθεί από την ίδια την Ιστορία.
Η Ε. Αχτσιόγλου, ο Σ. Κασσελάκης, ο Ε. Τσακαλώτος και οι συνυποψήφιοί τους δεν προέρχονται από το… κενό. Δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «άφθαρτοι». Οι δύο πρώτοι (Αχτσιόγλου και Κασσελάκης) είναι σχετικά νέοι στην ηλικία, αλλά έχουν κοινωνική, πολιτική και επαγγελματική πείρα. Ισως όλοι οι υποψήφιοι αρχηγοί του ΣΥΡΙΖΑ να θεωρούνται «νέοι» από ορισμένους, διότι ουδέποτε είχαν την ευθύνη της ηγεσίας του κόμματος. Και ο λαός έχει ανάγκη από κάτι καινούργιο…