Η πολιτική δεν είναι μια γραμμική, μονοσήμαντη υπόθεση, αλλά μια δύσκολη, πολυπαραγοντική εξίσωση που απευθύνεται σε δυνατούς «λύτες». Oμως, δεν είναι λίγες οι φορές που η ερμηνεία των πραγμάτων είναι απλή. Η σύνοψη των αποτελεσμάτων των εθνικών εκλογών είναι η θεαματική νίκη της Νέας Δημοκρατίας και η ηχηρή αποδοκιμασία του ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί κάποιοι πραγματικά να άσκησαν το εκλογικό δικαίωμά τους έχοντας κατά νου το μέλλον της χώρας, αλλά η πλειονότητα ψήφισε με το βλέμμα στραμμένο στη μεγάλη περιπέτεια που έζησε ο λαός μας τα έτη 2015-2019. Τότε, οι μαθητευόμενοι μάγοι του Αλέξη Τσίπρα επιδίδονταν σε άσκοπους πειραματισμούς (τύπου Βαρουφάκη, με τη «δημιουργική ασάφειά» του), που οδήγησαν σε ένα δημοψήφισμα το οποίο περιφρονήθηκε, σε κλειστές τράπεζες, σε όριο αναλήψεων, σε ένα επιπλέον Μνημόνιο, σε τεράστιες ζημιές για την ελληνική οικονομία και -πάνω απ’ όλα- στον εποικισμό της Ελλάδας από αφροασιατικούς πληθυσμούς και στην προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι για όλα τα παραπάνω τιμωρήθηκε εκλογικά το 2019, επέμεινε να υπερασπίζεται και τα πρόσωπα και τις πολιτικές που τον έστειλαν, δικαίως, στην αξιωματική αντιπολίτευση. Το αποτέλεσμα της επιμονής και της μονότονης επανάληψης συνταγών που έχουν αποτύχει δεν ήταν τίποτε λιγότερο από εκλογική πανωλεθρία. Οι… εμπνεύσεις Βαρουφάκη για το σχέδιο «Δήμητρα», οι ιδέες της ομάδας Τσακαλώτου για «τοπικά νομίσματα», η δήλωση Κατρούγκαλου για τις ασφαλιστικές εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών έδειξαν την ακλόνητη προσήλωση του ΣΥΡΙΖΑ στην εκδικητική πολιτική προς τη μεσαία τάξη, η οποία υπέστη τα πάνδεινα την τετραετία που εφαρμόστηκε το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή, λοιπόν, η τάξη καθόρισε το εκλογικό αποτέλεσμα.
Η Νέα Δημοκρατία επικράτησε έχοντας την εντολή να εφαρμόσει πρόγραμμα που δεν σχετίζεται με τους πειραματισμούς του ΣΥΡΙΖΑ και τις αριστερές ιδεοληψίες των προσώπων που έχουν τον πρώτο λόγο στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.
Εν κατακλείδι, η Νέα Δημοκρατία ψηφίστηκε ως κεντροδεξιό κόμμα, όχι ως μια άλλη εκδοχή της Αριστεράς.