Τα πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν σε ό,τι αφορά τα Ελληνοτουρκικά, όποιος κι αν στεφθεί νικητής στις τουρκικές προεδρικές και εθνικές εκλογές. Είτε επικρατήσει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το κόμμα του είτε ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, το αποτέλεσμα για την Ελλάδα θα είναι εξίσου κακό. Αυτό σημειώνεται επειδή εδώ και αρκετό καιρό γίνεται απόπειρα να πειστεί μερίδα της ελληνικής κοινής γνώμης ότι η επιθετικότητα της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας είναι αποτέλεσμα της πολιτικής που ασκεί ο Ερντογάν. Επιπλέον, καλλιεργείται από ορισμένα συστημικά ΜΜΕ η άποψη πως, αν εκλεγεί ο βασικός πολιτικός αντίπαλός του, στα Ελληνοτουρκικά θα σημειωθεί μεταβολή επί τα βελτίω.
Το παραπάνω σκεπτικό είναι απόλυτα εσφαλμένο. Ακόμα κι αν αλλάξει ο ένοικος του προεδρικού ανακτόρου στην Αγκυρα δεν πρόκειται να μεταβληθούν οι γεωπολιτικοί σχεδιασμοί αυτής της χώρας. Η Τουρκία είναι μια σταθερά εχθρική δύναμη προς την Ελλάδα, και τον επεκτατικό και επιθετικό χαρακτήρα της δεν τον έχουν αλλάξει οι εκάστοτε ηγεσίες της.
Είτε έχει καθεστώς όπως το οθωμανικό είτε υπάρχει μια μορφή δημοκρατίας και το κράτος είναι κοσμικό ή έχει επιβληθεί στρατιωτική δικτατορία, ο στόχος δεν μεταβάλλεται – κι αυτός είναι η παντί τρόπω επέκταση σε βάρος της Ελλάδας και οποιασδήποτε άλλης χώρας βρίσκεται στην ακτίνα δράσης των τουρκικών όπλων.
Μάλιστα, πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπ’ όψιν το εξής: το γεγονός ότι η Δύση έχει τεθεί εμφανώς υπέρ του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου και των κομμάτων που τον στηρίζουν δεν σημαίνει ότι τυχόν εκλογή του θα έχει θετικό αντίκτυπο στα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Αν επικρατήσει ο Κιλιτσντάρογλου, το πιθανότερο είναι να αποκαταστήσει άμεσα τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση και το Ισραήλ, και όποιο διπλωματικό προβάδισμα είχε μέχρι τώρα η χώρα μας θα παύσει να υφίσταται.
Η μόνη οδός που πρέπει να ακολουθεί η Ελλάδα στα Ελληνοτουρκικά είναι η αυτονόητη: να μην… ελπίζει στα λάθη του αντιπάλου, αλλά να ισχυροποιείται σε όλα τα επίπεδα και να προετοιμάζεται για παν ενδεχόμενο.