Ο σοβαρός τραυματισμός του 16χρονου εφήβου από τα πυρά αστυνομικού κατά τη διάρκεια καταδίωξης είναι ένα περιστατικό που έχει προκαλέσει αισθήματα θλίψης στην κοινωνία μας. Ολοι επιθυμούν το παιδί να ξεπεράσει τον κίνδυνο και να κερδίσει τη μάχη για τη ζωή. Ο βαθμός της ευθύνης του αστυνομικού για τον τραυματισμό του 16χρονου θα εκτιμηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες και τους θεσμούς του κράτους.
Το θέμα θα εξεταστεί και υπηρεσιακά, σε ΕΔΕ, αλλά και δικαστικά. Ετσι προβλέπεται σε κάθε ευνομούμενη χώρα. Η αυτοδικία, την οποία προβάλλουν ως «λύση» διάφοροι αυτόκλητοι «εκπρόσωποι» των Ρομά, όχι μόνο δεν είναι λύση, αλλά είναι βέβαιο ότι μπορεί να οδηγήσει την πατρίδα μας σε εξαιρετικά επικίνδυνα μονοπάτια.
Ο νόμος πρέπει να εφαρμόζεται σε κάθε κατεύθυνση, σε ολόκληρη την επικράτεια και διαρκώς, όχι επιλεκτικά και όχι ανά διαστήματα και όχι ανά περιοχές.
Όσα συμβαίνουν τις τελευταίες ημέρες με τους αποκλεισμούς δρόμων, τα πυρά εναντίον των αστυνομικών, τις ρίψεις βομβών μολότοφ και τα καλέσματα σε εξέγερση και τις πέτρες που εκτοξεύτηκαν με στόχο ασθενοφόρο που μετέφερε διασωληνωμένο ασθενή προκαλούν το δημόσιο αίσθημα και δίνουν την αίσθηση ότι το κράτος τα ανέχεται (επειδή οι αυτουργοί τους ανήκουν στην ίδια κοινωνική ομάδα με το θύμα) και απλώς περιμένει να… περάσει η μπόρα.
Αυτού του είδους η αντιμετώπιση στέλνει κάκιστα μηνύματα στους πολίτες: τα χειρότερα όλων είναι ότι η βία αποδίδει αν είναι μαζική και έντονη και η εγκληματική συμπεριφορά γίνεται ανεκτή από τις Αρχές αν οι δράστες κάνουν χρήση της λέξεως-φόβητρο «ρατσισμός» (όπου ρατσισμός είναι η τήρηση του νόμου).
Σε τέτοιου είδους υποθέσεις η λύση ίσως φαντάζει δύσκολη αλλά είναι απλή: η τήρηση του νόμου. Χωρίς ακρότητες, χωρίς υπερβάσεις εξουσίας, χωρίς φωνές και συναισθηματικές εξάρσεις, χωρίς υπερβάλλουσα βία. Να γίνει ό,τι προβλέπει η νομοθεσία με τις ορθές διαδικασίες.
Έχει ειπωθεί και στο παρελθόν και δυστυχώς ισχύει ακόμα: Η Ελλάδα έχει εξαιρετικούς νόμους, οι οποίοι δεν εφαρμόζονται.