Οι ξένες επενδύσεις σε μια χώρα είναι καλοδεχούμενες, αλλά μέχρι να γίνουν δεν πρόκειται να χρησιμεύσουν για να εξοφληθούν οι απλήρωτοι λογαριασμοί ούτε ενός εργαζομένου. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, η οποία πάσχει από οξύτατο σουσουδισμό και η απόστασή της από την κοινωνία διαρκώς μεγαλώνει.
Εδώ και μήνες ο ελληνικός λαός δέχεται την επίθεση της ακρίβειας. Το κόστος της ενέργειας έχει πολλαπλασιαστεί, τα προϊόντα στα ράφια των εμπορικών καταστημάτων έχουν ανατιμηθεί αρκετές φορές και η θέα των λογαριασμών της ΔΕΗ και του φυσικού αερίου προκαλεί… τρόμο. Το κόστος ζωής στη χώρα μας φαντάζει ακόμα υψηλότερο σε σχέση με εκείνο σε άλλες χώρες, που πλήττονται και εκείνες από την άνοδο των τιμών. Αυτό συμβαίνει επειδή η κάμψη της αγοραστικής κίνησης και η ύφεση που προκάλεσε η πανδημία συνδυάζονται με την προηγηθείσα μνημονιακή καταστροφή που υπέστη η χώρα.
Ενώ οι πολίτες αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες τού σήμερα και εκφράζουν την αγωνία τους, η κυβέρνηση θεωρεί ότι όλα αυτά είναι… λαϊκισμός και καταστροφολογία, και παραπέμπει στις επενδύσεις που θα γίνουν στην Ελλάδα από το facebook και την JP Morgan. Οι προπαγανδιστές των κυβερνητικών θέσεων δαχτυλοδείχνουν τους Έλληνες που αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα, χαρακτηρίζοντάς τους «μίζερους» και ταυτόχρονα εκθειάζουν τους υπουργούς και τον πρωθυπουργό που «βλέπουν μπροστά σε πείσμα των καταστροφολόγων».
Όλοι αυτοί που έχουν εθιστεί στο να εκτοξεύουν κατηγορίες εναντίον των Ελλήνων δεν γνωρίζουν ή -ορισμένοι- έχουν ξεχάσει πώς νιώθεις όταν δεν έχεις χρήματα για να ανταποκριθείς στις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις σου, να πληρώσεις το ενοίκιο, τους λογαριασμούς των ΔΕΚΟ και του σούπερ μάρκετ, και τα φροντιστήρια των παιδιών σου.
Οι επενδύσεις είναι καλές, αλλά δεν προσφέρουν άμεσες, χειροπιαστές λύσεις στα ζέοντα προβλήματα της κοινωνίας. Αυτό οφείλει να το πράξει η κυβέρνηση, αφού κατέβει πρώτα από το ατίθασο άτι της αλαζονείας, που την οδηγεί στον γκρεμό.