Στις 6 Οκτωβρίου στην Αγκυρα θα αρχίσει νέος γύρος διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας. Γενικά, δεν είναι κακό να υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας ακόμα και με εχθρικά κράτη. Όμως η περίπτωση της Τουρκίας είναι ιδιάζουσα. Οι ελληνοτουρκικοί διάλογοι ήταν… παραδοσιακά προσανατολισμένοι στο τι ζητούν οι Τούρκοι από όσα μας ανήκουν, ενώ εμείς ήμασταν εγκλωβισμένοι στο ηττοπαθές «δεν διεκδικούμε τίποτα». Αρα, ακόμα και αν επιτυγχάναμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα σ’ αυτούς τους διαλόγους, θα λαμβάναμε… τίποτε. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι αυτού του είδους οι συζητήσεις είναι ανισοβαρείς και αχρείαστες. Η κοινή λογική επιβάλλει σε διαπραγματεύσεις να ζητάς κάτι.
Επιπλέον, πρέπει να επισημανθεί ότι η Τουρκία δεν είναι κανονικό κράτος. Στην ουσία, αυτό το μόρφωμα θυμίζει «γήπεδο» μιας αδίστακτης μαφίας, η οποία, αντί για τραμπούκους, έχει στρατό και έχει δημιουργήσει επιπλέον μια σειρά από θεσμούς που νομιμοποιούν εσωτερικά την εγκληματική δράση της.
Τα παραπάνω μπορούν να εξαχθούν και ως συμπέρασμα από την ανάγνωση της έκθεσης «Παγκόσμιος Δείκτης Οργανωμένου Εγκλήματος 2021», η οποία δημοσιεύτηκε από την ΜΚΟ Global Initiative Against Transnational Organized Crime (Παγκόσμια Πρωτοβουλία κατά του Διακρατικού Οργανωμένου Εγκλήματος). Σύμφωνα με αυτή την έκθεση, που χρηματοδοτήθηκε από τις ΗΠΑ και την Ε.Ε., η Τουρκία είναι ένα κράτος-μαφία!
Μεταξύ άλλων που αναφέρονται στη έκθεση είναι ότι «η τουρκική κυβέρνηση συχνά αξιοποιεί ορισμένες εγκληματικές αγορές, όπως το εμπόριο χρυσού και πετρελαίου, το λαθρεμπόριο ανθρώπων και το εμπόριο όπλων, για δικό της όφελος και πολιτικό σκοπό. […] Το οργανωμένο έγκλημα και τα άτομα που έχουν ενσωματωθεί στο κράτος έχουν εξαιρετικά ισχυρούς και πολύπλοκους δεσμούς, που χρονολογούνται από πολλές δεκαετίες και συνεχίζονται μέχρι σήμερα».
Η έκθεση συμπεραίνει ότι η Τουρκία είναι, από την άποψη της εγκληματικότητας, η 12η χειρότερη χώρα από τα 193 κράτη-μέλη του ΟΗΕ, χειρότερη από τη Συρία, τον Λίβανο και τη Βενεζουέλα – ενώ η Ελλάδα κατατάσσεται 92η ανάμεσα στις 193 χώρες του ΟΗΕ και 14η ανάμεσα σε 44 ευρωπαϊκές χώρες.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Πού αποσκοπούμε όταν ανοίγουμε διάλογο με μαφιόζους;