Θλιβερή από κάθε άποψη ήταν η χθεσινή εμφάνιση της υπουργού Πολιτισμού αναφορικά με το θέμα που έχει προκύψει για τον έως πρότινος διευθυντή του Εθνικού θεάτρου Δημ. Λιγνάδη. Και μόνο με αυτά τα οποία ισχυρίστηκε η κυρία Μενδώνη θα έπρεπε να έχει λάβει την άγουσα για το σπίτι της.
Είναι προφανές ότι ύστερα από πολλές ημέρες θορύβου και αποκαλύψεων για την πολύκροτη υπόθεση με πληθώρα περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης και παιδεραστίας, η υπουργός -η οποία ξεκίνησε την πολιτική θητεία της ως γενική γραμματέας το 1999 επί κυβερνήσεως Κ. Σημίτη– επέλεξε να χαράξει μια ύστατη γραμμή άμυνας. Ισχυρίστηκε ότι δεν γνώριζε τον Δημ. Λιγνάδη, ότι δεν υπήρξε προσωπικός της φίλος και ότι την εξαπάτησε…
Βεβαίως, τα ερωτήματα που γεννώνται είναι πολλά. Η κυρία Μενδώνη θα πρέπει να απαντήσει, εάν είναι έτσι, πώς έγινε η επιλογή Λιγνάδη για το Εθνικό Θέατρο και μάλιστα με αλλαγή της διαδικασίας κατά τρόπο που έδινε τη δυνατότητα στην ίδια να διαλέξει όποιον ήθελε. Κι αφού η ίδια δεν τον γνώριζε, της τον πρότεινε (εάν όχι της τον επέβαλε) κάποιος άλλος και ποιος;
Φυσικά, στη χθεσινή απολογητική συνέντευξή της έσπευσε να καλύψει και τον πρωθυπουργό, αλλά είναι ευδιάκριτη η προσπάθεια, πίσω από τις γραμμές, να στείλει κι ένα (εσωτερικό) μήνυμα ότι δεν δέχεται να γίνει εξιλαστήριο θύμα. Όπως, επίσης, ανέτρεξε συμψηφιστικά και στην περίοδο της προηγούμενης κυβέρνησης για να αναζητήσει τη θεατρική συνεργασία του Δ. Λιγνάδη με την τότε υπουργό Λ. Κονιόρδου.
Όλες αυτές οι σπασμωδικές, εν τέλει, αντιδράσεις δεν απαλλάσσουν την κυρία Μενδώνη από τη δική της κολοσσιαία ευθύνη. Οφείλει να έχει τη γενναιότητα να την αναλάβει. Η «βόμβα» έσκασε στα δικά της χέρια και -ανεξάρτητα από τις όποιες ευθύνες τυχόν προϋπήρχαν είτε διά της ανοχής είτε διά της σιωπής- δεν την τιμά η στάση που τηρεί.
Σε τελική ανάλυση ο ισχυρισμός της ότι δεν γνώριζε τίποτε -ακόμη κι όταν βοούσε πια το καλλιτεχνικό και όχι μόνο σύμπαν από τις καταγγελίες και τις μαρτυρίες- καταδεικνύει κι ένα στοιχείο γενικότερης ανεπάρκειας και ανικανότητας της υπουργού Πολιτισμού. Με βάση αυτό, εύκολα μπορεί επομένως να αντιληφθεί κανείς και για πόσα άλλα κρίσιμα θέματα έχει ή μπορεί να «εξαπατηθεί»…