Το θέμα που έχει δημιουργηθεί από χθες με τον Αλέξανδρο Διακόπουλο είναι κυριολεκτικά μείζον, από όλες τις πλευρές. Είναι λάθος, μάλιστα, να περιοριστεί στον σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού, ο οποίος άλλωστε έχει δώσει δείγματα γραφής των απόψεών του στο παρελθόν.
Το θέμα αφορά πλέον, κατά κύριο και βασικό λόγο, τον ίδιο τον Κ. Μητσοτάκη και τους αρμόδιους υπουργούς του, τουλάχιστον επί των Εξωτερικών και της Εθνικής Αμυνας. Η διόρθωση στην οποία υποχρεώθηκε ο κ. Διακόπουλος, ύστερα από την ομολογία-σοκ στην οποία προέβη, δεν έχει ουδεμία αξία. Ούτε παρασύρθηκε ούτε εν τη ρύμη του λόγου τα είπε. Ούτε βεβαίως ευσταθεί η δικαιολογία του ότι δήθεν αναφερόταν σε κάτι άλλο. Αυτά δεν τα λένε ούτε μικρά παιδιά, πόσο μάλλον αξιωματικοί που οφείλουν να σέβονται -αν μη τι άλλο- τη στολή τους.
Δυστυχώς, η χθεσινή ομολογία του εθνικού εγκλήματος αποτελεί δραματική, δυσάρεστη επιβεβαίωση της «δημοκρατίας», η οποία από την αρχή, μη πιστεύοντας τις ανόητες διαρροές των κυβερνητικών μηχανισμών, αποκάλυψε το «γκριζάρισμα» των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στο ανατολικό Αιγαίο.
Ενώπιον των ευθυνών του δεν βρίσκεται τόσο ο κ. Διακόπουλος, ο οποίος σε τελική ανάλυση είναι ένας διορισμένος κρατικός υπάλληλος. Ενώπιον των ευθυνών της και των κολοσσιαίων ερωτημάτων βρίσκεται η κορυφή της κυβερνητικής πυραμίδας, η οποία δεν μπορεί να οχυρώνεται πίσω από τις «διευκρινίσεις» του κ. συμβούλου. Είναι πολιτικά ανέντιμο και εθνικά απαράδεκτο.
Οφείλουν ο κ. Μητσοτάκης και οι αρμόδιοι υπουργοί να απαντήσουν τι ακριβώς συμβαίνει τις δύο τελευταίες εβδομάδες στις θάλασσές μας. Η παραβίαση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας είναι αναμφισβήτητη. Υπήρξαν όμως, έστω και επ’ ολίγον, έρευνες από τα απλωμένα καλώδια του «Oruc Reis»; «Ολίγον έγκυος» δεν υπάρχει, όπως είπε και ο κ. Διακόπουλος.
Μήπως ο κ. σύμβουλος είπε, για άγνωστους προς το παρόν λόγους, την αλήθεια στην πρώτη του χθεσινή παρέμβαση, και η πολιτική ηγεσία την κρίσιμη ώρα δεν έδωσε, ως όφειλε, την εντολή προς τις Ενοπλες Δυνάμεις για την αποτροπή, υπακούοντας στις γερμανικές εντολές, αλλά προχωρώντας ταυτόχρονα σε μια εθνική υποχώρηση και ταπείνωση;
Ποια είναι τελικά η «κόκκινη γραμμή» της πατρίδας μας; Μήπως δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι δεν έχει επακριβώς καθοριστεί, για να μπορεί να «μεταβάλλεται» ανάλογα με τις οδυνηρές διευθετήσεις που επιχειρούνται στο παρασκήνιο;
Η ώρα της αλήθειας πλησιάζει…