Ο διάλογος είναι μια πολύ ωραία λέξη. Εύηχη. Παραπέμπει σε κάτι θετικό, παραγωγικό. Είναι η διαδικασία ανταλλαγής απόψεων, της σύνθεσης που καταλήγει συχνά σε κάποιο συμπέρασμα, σε κάποια συμφωνία. Κάπως ανάλογα ακούγεται ως όρος και το Διεθνές Δίκαιο. Δημιουργεί μια αίσθηση δικαίου, ισορροπίας και νομιμότητας, που αγκαλιάζει μάλιστα τους πάντες…
Η κλιμάκωση της κρίσης με την Τουρκία τα έχει φέρει όλα αυτά στο προσκήνιο. Η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου και η ανάγκη διαλόγου παίρνουν κεντρική θέση, αλλά με λάθος περιεχόμενο. Διπλά λάθος. Κατ’ αρχάς, από την εποχή του Θουκυδίδη και του Πελοποννησιακού Πολέμου το απλό και διαχρονικό μάθημα διεθνών σχέσεων λέει με απόλυτο ρεαλισμό πως «ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο ασθενής παραχωρεί ό,τι του επιβάλλει η αδυναμία του». Στο πέρασμα των αιώνων δεν υπάρχει ούτε ένα παράδειγμα που να διδάσκει το αντίθετο. Κατά δεύτερον, όμως, ακόμη και στην ιδανική περίπτωση που το δίκαιο και το ηθικό θα υπερίσχυαν, αυτό θα προϋπέθετε συνομιλητής να μην είναι η… Τουρκία!
Με έναν τέτοιον γείτονα, ούτε έντιμος (ή και «συνετός», κατά την προτροπή των Γερμανών) διάλογος μπορεί να γίνει ούτε το κατά συνθήκην αποκαλούμενο «Διεθνές Δίκαιο» έχει περιθώρια εφαρμογής. Αλλωστε, η Τουρκία δεν έχει κυρώσει ούτε τη Διεθνή Συνθήκη για την Υφαλοκρηπίδα ούτε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που μας αφορούν άμεσα. Αρα, ποια αίσθηση σεβασμού μπορεί να έχει απέναντι σε αυτές τις πτυχές του Διεθνούς Δικαίου, έστω κι αν υποχρεούται να τις τηρεί;
Σε εποχές ηρεμίας, αυτές οι φιλολογικές συζητήσεις μπορούν άνετα να διεξάγονται. Δεν κοστίζουν τίποτα. Στην περίοδο που διανύουμε, όμως, πρέπει να μπει επιτέλους ένα τέλος στις ψευδαισθήσεις και, πολύ περισσότερο, στις σκόπιμες παραπλανήσεις. Ουδείς πλέον δικαιούται, όσο καλοπροαίρετος κι αν είναι, να εμφανίζεται ανυποψίαστος για το τι υποκρύπτει και πού οδηγεί όλη αυτή η συζήτηση περί διαλόγου με τη σημερινή Τουρκία. Με άλλους γείτονες, όποιο «πάρε δώσε» στη βάση της ισοτιμίας μπορεί να είχε κάποιο νόημα.
Με τον συγκεκριμένο γείτονα, κανένα. Αντιθέτως, είναι σαφές ότι όσοι μας ζητούν διάλογο μαζί του θέλουν να ανοίξουν «κερκόπορτα» για να μπει και να πάρει και τα υπόλοιπα…