Στην Ιταλία ήχησαν τόσο δυνατά οι «καμπάνες» της Δικαιοσύνης ώστε ο ήχος τους έφτασε μέχρι τη Γερμανία, εκεί όπου ζουν οι απόγονοι των εγκληματιών πολέμου, και την Ελλάδα, όπου βρίσκεται το μαρτυρικό Δίστομο.
Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας, με την υπ’ αριθμόν 21995/2019 απόφασή του, ουσιαστικά δικαίωσε τους κατοίκους του Διστόμου, που ζητούν τις δέουσες επανορθώσεις από τη Γερμανία για τη σφαγή η οποία έγινε στο χωριό τους στις 10 Ιουνίου 1944.
Οι απόγονοι των θυμάτων της γερμανικής θηριωδίας ζητούσαν να κατασχεθούν περιουσιακά στοιχεία της Γερμανίας στην Ιταλία, ώστε να τους καταβληθούν οι επανορθώσεις που δικαιούνται. Ενα από αυτά τα περιουσιακά στοιχεία είναι οι εισπράξεις από τα εισιτήρια των ιταλικών σιδηροδρόμων, μια και σε μερικές γραμμές την εκμετάλλευση έχουν οι γερμανικοί σιδηρόδρομοι.
Το αμιγώς νομικό μέρος της υπόθεσης έχει κρίσιμη σημασία, αλλά σημαντικότερα είναι το ηθικό, το ιστορικό και το πολιτικό. Είναι ανίκητο το πείσμα των ανθρώπων να βρουν το δίκιο τους, ακόμα και 75 χρόνια μετά τα γεγονότα που σημάδεψαν τις ζωές των δικών τους ανθρώπων – και κατ’ επέκταση τις δικές τους.
Η δύναμη που σου δίνει η αίσθηση ότι πολεμάς για κάτι δίκαιο και σωστό, για την τιμή και την ελευθερία, για την αξιοπρέπεια και τον ανθρωπισμό, δεν μπορεί να συγκριθεί με καμιά άλλη.
Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι τα εγκλήματα πολέμου δεν παραγράφονται. Πάντοτε είναι επίκαιρα, πάντοτε κινούν το ενδιαφέρον και συγκινούν τους πολιτισμένους ανθρώπους, και πάντοτε αξίζει τον κόπο η προσπάθεια να τεθούν σε δικαστική κρίση.
Ωστόσο, η κρισιμότερη παράμετρος για τη δικαίωση των θυμάτων των εγκλημάτων πολέμου και των απογόνων τους είναι η πολιτική. Καμιά πρωτοβουλία δεν πρόκειται να τελεσφορήσει, αν δεν υπάρχει πολιτική βούληση να γίνουν η πρέπουσα διεκδίκηση των πολεμικών επανορθώσεων και, στη συνέχεια, η εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων.
Η απόφαση για το Δίστομο μπορεί να γίνει η αρχή του τέλους της αδικίας.