Σαν σήμερα, 28 Ιουλίου 1920 (10 Αυγούστου 1920 με το νέο ημερολόγιο), υπεγράφη στην πόλη Σεβρ της Γαλλίας η περιβόητη Συνθήκη των Σεβρών. Στόχος της, ο καθορισμός των όρων της ειρήνευσης ανάμεσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τις συμμαχικές και τις σχετιζόμενες δυνάμεις μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Εως σήμερα η θεσμική προπαγάνδα από τα σχολικά βιβλία, τα ΜΜΕ και την πνευματική νομενκλατούρα δεν έχει πάψει να μιλάει για το «μέγα επίτευγμα» αυτής της συνθήκης, το οποίο πιστώνουν ολοκληρωτικά στον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον μοιραίο για το έθνος άνθρωπο, που, για να γίνει πρωθυπουργός της Ελλάδας, έπρεπε να προηγηθεί βομβαρδισμός της Αθήνας και του Πειραιά από τους Αγγλογάλλους (στα λεγόμενα Νοεμβριανά του 1916).
Η πικρή αλήθεια είναι ότι η Συνθήκη των Σεβρών είχε μικρότερη αξία κι από το χαρτί που καταναλώθηκε για να συνταχθεί και να τυπωθούν τα μεταφρασμένα αντίτυπά της. Δεν κυρώθηκε σε κανένα Κοινοβούλιο – ούτε καν στο ελληνικό. Ουσιαστικά, αποτελεί το πιο κακόγουστο και ακριβοπληρωμένο διπλωματικό ανέκδοτο. Η Ελλάδα πλήρωσε πανάκριβα τη Συνθήκη των Σεβρών, καταβάλλοντας δυσβάσταχτο φόρο αίματος και εδάφη.
Η υπέρμετρη φιλοδοξία του Ελευθέριου Βενιζέλου, η δουλοπρέπειά του απέναντι στις Μεγάλες Δυνάμεις (στις οποίες όφειλε και τη δανεική εξουσία του) και η εμπιστοσύνη που έδειξε αυτός ο ολέθριος πολιτικός στις λεκτικές και αόριστες… διαβεβαιώσεις τους κατέληξαν στη Μικρασιατική Καταστροφή.
Τα παραπάνω τα έχει γράψει η Ιστορία και δεν πρόκειται να σβηστούν από τις δέλτους της, ακόμα κι αν οι εκάστοτε ιθύνοντες «βαφτίσουν» ακόμα χίλιες λεωφόρους με το όνομα του Βενιζέλου ή τυπώσουν μερικές δεκάδες χιλιάδες βιβλία με ύμνους για τον «φλογερό πατριώτη», που «μεγάλωσε την Ελλάδα». Ο Βενιζέλος μάς ενέπλεξε σε μια θανάσιμη περιπέτεια, από την οποία δεν μπορούσαμε να βγούμε νικητές, και το έκανε για να εξυπηρετήσει τους ξένους, στους οποίους όφειλε τα πάντα.
Η αγιάτρευτη πληγή που άνοιξε το 1922 με τη Μικρασιατική Καταστροφή δεν συνέβη ξαφνικά. Η λάμα που τεμάχισε το όνειρο μιας Μεγάλης Ελλάδας ακονιζόταν πάνω στις πέτρες της υποτέλειας και της τυφλής εξυπηρέτησης των σχεδίων της Αντάντ. Αν η πατρίδα μας δεν κυβερνιόταν από μωροφιλόδοξους ή ακόμα και ύποπτων κινήτρων ανθρώπους, που έβαζαν το συμφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων πάνω από το ελληνικό, δεν θα είχαμε κατρακυλήσει τόσο χαμηλά στου κακού τη σκάλα.
Οι ξένοι έχουν κάθε λόγο να ασκούν τις πολιτικές τους με έξοδα της πατρίδας μας κι εμείς, από την πλευρά μας, πρέπει να μένουμε συγκεντρωμένοι στα του οίκου μας. Ο ρόλος του «καλού παιδιού», που στο τέλος αμείβεται για τη στάση του, ισχύει μόνο στο σινεμά, όχι στη ζούγκλα της πολιτικής.