O Βαγγέλης Μεϊμαράκης θεωρείται από πολλούς -και δικαίως- η ψυχή της Ν.Δ. Γι’ αυτό και η ανάληψη των καθηκόντων του ως προέδρου του κόμματος συνοδεύτηκε αμέσως από την προσδοκία ότι θα μπορέσει να σηκώσει την παράταξη ψηλότερα από εκεί όπου την οδήγησαν οι πολιτικές χαμηλών επιδόσεων του Αντώνη Σαμαρά.
Είναι επίσης γεγονός ότι ο κ. Μεϊμαράκης ανέλαβε τα κομματικά ηνία σε μια συγκυρία που ενδέχεται να αποδειχθεί η πιο κρίσιμη, εδώ και δεκαετίες, για το μέλλον της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας. Την ώρα λοιπόν που η πατρίδα βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού, το ποιος θα είναι αρχηγός στη Ν.Δ. δεν μπορεί να αποτελεί μείζον ζήτημα.
Η ανακίνηση ενός τέτοιου θέματος, από οποιαδήποτε πλευρά κι αν προέρχεται, είναι -αν μη τι άλλο- άκαιρη. Ακόμα όμως κι αν ξεπεραστούν γρήγορα τα προβλήματα, που έχουν δημιουργήσει σκηνικό έκτακτων συνθηκών στον τόπο, υπάρχουν άλλες προτεραιότητες που πρέπει να απασχολήσουν τη Ν.Δ.
Πριν προχωρήσει, υπό οποιεσδήποτε διαδικασίες, στην εκλογή νέας ηγεσίας η Ν.Δ., είναι ανάγκη να κουβεντιάσει πάλι με τον εαυτό της. Να ξεκαθαρίσει το πώς πρέπει να πορευτεί από εδώ και πέρα, να δει ποια είναι η ταυτότητά της και ποιους πρέπει να εκφράσει για να ξαναγίνει μεγάλη και πολυσυλλεκτική.
Αυτή η συζήτηση είναι στρατηγικής σημασίας, με δεδομένη τη ζημιά που προκάλεσαν βασικές επιλογές του κ. Σαμαρά. Χρειάζεται να ενωθεί πάλι η κλωστή -που με βιαιότητα κόπηκε- με τα τμήματα τα οποία αποτελούσαν ανέκαθεν τη ραχοκοκαλιά της παράταξης: τους μικρομεσαίους, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες, τους νοικοκυραίους, τη μεσαία τάξη.
Μόνο αν βρει προηγουμένως το στίγμα και το βηματισμό της η Ν.Δ., θα έχει πιθανότητες επιτυχίας η μετάβαση στην επόμενη ημέρα.
Διαφορετικά, όποιος -και όποτε- κι αν εκλεγεί αρχηγός, υπάρχει ο κίνδυνος να βυθιστεί ξανά στην εσωστρέφεια ή ακόμη και να οδηγηθεί στη διάσπαση.
Το γεγονός, άλλωστε, ότι δημοσκοπικά παραμένει στα Τάρταρα, παρά τα πρωτοφανή δρώμενα στον χώρο της κυβέρνησης, πρέπει να αποτελέσει στοιχείο σοβαρού προβληματισμού και περισυλλογής…