Τα υψηλόφρονα αισθήματα, οι αξίες, η ευσέβεια, οι ιδέες και όσα έλκουν την ανθρώπινη ύπαρξη προς τα άνω δεν «κατασκευάζονται» σε μηδενικό χρόνο. Είναι «αποσταγμένα» συναισθήματα. Καλλιεργούνται, εντάσσονται στην καθημερινότητα των πολιτών και εξελίσσονται όπως τα έργα τέχνης. Οταν δημιουργούνται, διακρίνονται μόνο οι αδρές γραμμές τους, κι έπειτα, μόλις ολοκληρωθεί η επεξεργασία τους, επιβάλλονται διά του κάλλους και της αρμονίας που «αγγίζουν» τις συνειδήσεις όσων τα αντικρίζουν.
Η υπηρεσία τους απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Ουδείς μπορεί να «εκβιάσει» κάποιον να τα αποκτήσει άμεσα και δίχως να έχει προετοιμαστεί κατάλληλα. Ακόμα και για τον πατριωτισμό ισχύει αυτό. Η αγάπη για την πατρίδα είναι έμφυτη στον άνθρωπο, όπως η αγάπη για τους γονείς και τους οικείους. Ωστόσο, το σύστημα παραγωγής «ιδεολογίας» και εκείνοι που στην πατρίδα μας ορίζουν τι είναι καλό και τι κακό τις τελευταίες δεκαετίες έχουν δαιμονοποιήσει το τρίπτυχο που κρατά το έθνος μας ζωντανό.
Η πατρίδα, η θρησκεία και η οικογένεια βάλλονται αδιάκοπα από τους μισθοφόρους της Νέας Τάξης, οι οποίοι προωθούν τη διαμόρφωση ενός πολυεθνικού, άθρησκου και «πολυπολιτισμικού» χυλού εκεί όπου υπάρχει -και πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει- ελληνικός λαός.
Η ενσωματωμένη διανόηση των νεφελωδών ιδεολογημάτων, η «κυρίαρχη» ενημερωτική μηχανή, τα κόμματα και η πανεπιστημιακή κοινότητα επιδιώκουν να περάσουν στις συνειδήσεις των πολιτών εξαρτημένα αντανακλαστικά απαξίωσης των παραδοσιακών ιδεών.
Και ενώ το έργο του αφελληνισμού προωθείται οικονομικά, πολιτισμικά και νομοθετικά με τη… διανομή ελληνικής ιθαγένειας σε κάθε ενδιαφερόμενο, όταν παρουσιάζεται μια μεγάλη πρόκληση από αλλότριες δυνάμεις, οι ίδιοι κύκλοι που προσπαθούν να σβήσουν τον Ελληνισμό από τον παγκόσμιο χάρτη επικαλούνται τον… πατριωτισμό των Ελλήνων!
Οι «κοσμοπολίτες», οι οπαδοί της νεωτερικότητας και οι φανατικά αντιπαραδοσιακοί ανακαλύπτουν (ορθά μεν, όψιμα δε) ότι όλοι μας αποτελούμε ενιαίο εθνικό σύνολο, το οποίο απειλείται από τους ξένους, και πρέπει να γίνουμε μια γροθιά για να επιβιώσουμε.
Αυτή η διαπίστωση δεν γίνεται πιστευτή, όταν ακούγεται από όσους έλεγαν τα ακριβώς αντίθετα. Ούτε μπορούν να εμπνεύσουν το κοινωνικό σύνολο να πολεμήσει, να υποστεί θυσίες και να έχει θάρρος την κρίσιμη στιγμή της δοκιμασίας όσοι υπονόμευαν το ηθικό του.
Ο καλύτερος τρόπος διδασκαλίας ενός λαού είναι οι ηγέτες να δίνουν το προσωπικό τους παράδειγμα – και στην περίπτωση της πατρίδας μας, οι πολίτες δεν γνωρίζουν κάποιον που να έχει υπηρετήσει την πατρίδα με πίστη στα υψηλά ιδανικά και αυτοθυσία.
Οι περισσότεροι πλουτίζουν από την πολιτική -ούτε μια στρατιωτική θητεία της προκοπής δεν έχουν να επιδείξουν-, πιστεύουν στην παγκοσμιοποίηση και στο παρά πέντε δηλώνουν πατριώτες. Ουδείς τούς πιστεύει…