Η κυρία Αμάλ Αλαμουντίν, μέχρι τώρα, έχει δείξει σαφή δείγματα ευμενούς διάθεσης προς την Ελλάδα και τον πολιτισμό της. Οι δηλώσεις της και οι πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι θετικές. Εξυπηρετούν τις επιδιώξεις της χώρας μας. Ταυτιζόμενη με το δίκαιο ελληνικό αίτημα για την επιστροφή των αρχαιοτήτων που κλάπηκαν από τον λόρδο Ελγιν, βγαίνει κι εκείνη ωφελημένη.
Συνδέει το όνομά της με κάτι που έλκει το παγκόσμιο ενδιαφέρον και δεν αποτελεί υπόθεση που χαρακτηρίζεται από τον κίνδυνο καταβολής πολιτικού ή άλλου κόστους. Επίσης, ως πεπειραμένη δικηγόρος, θα μπορούσε να αναλάβει ένα από τα πολλά και σύνθετα «κεφάλαια» της νομικής προπαρασκευής της υπόθεσης. Αλλωστε, έφτασε στην Ελλάδα συνοδευόμενη από συναδέλφους της γι’ αυτόν τον σκοπό.
Ωστόσο, οι τιμές, η προβολή, οι συναντήσεις και η φιλοξενία που της επιφύλαξαν οι ελληνικές Αρχές δεν οφείλονται στη νομική κατάρτισή της, στην προϋπηρεσία της ή σε οτιδήποτε άλλο αφορά τη σταδιοδρομία και την προσωπικότητά της. Το ελληνικό κράτος καλωσόρισε, ξενάγησε και φιλοξένησε τη σύζυγο του Τζορτζ Κλούνεϊ, όχι την κυρία Αμάλ Αλαμουντίν.
Δυστυχώς, ενώ η εικόνα της κυρία Αλαμουντίν ήταν άψογη και η παρουσία της σεμνή, σοβαρή, λαμπερή και συνάμα διακριτική, ουκ ολίγοι επικεφαλής του συλλογικού βίου συμπεριφέρθηκαν σαν παρίες που έλαβαν την πρώτη πρόσκλησή τους σε δεξίωση. Σαν φύλαρχοι αφρικανικών χωρών που υποδέχονται με τις παραδοσιακές φορεσιές τη βασίλισσα της Αγγλίας ή τον διάδοχο του θρόνου.
Η νοοτροπία αυτών των παραγόντων και η έξωθεν μαρτυρία τους φανερώνει τα σημαντικότατα ψυχολογικά και πολιτισμικά ελλείμματα που χάσκουν ορθάνοιχτα στα ψηλά δώματα της εξουσίας. Υπάρχει τόσο έντονο το ανικανοποίητο και η βουλιμία για οτιδήποτε στις συνειδήσεις τους, που προκαλούν θυμηδία συνδυασμένη με αποστροφή.
Δεν είναι ίδιον πολιτικών με συναίσθηση του καθήκοντος και του πολιτισμικού φορτίου του Ελληνισμού να καμαρώνουν σαν γύφτικα σκεπάρνια και να διαγκωνίζονται για μια καλύτερη θέση στη φωτογραφία δίπλα στη σύζυγο κάποιου χολιγουντιανού αστέρα.
Δεν τιμά το εκλογικό σώμα, την πατρίδα μας αλλά και την υπόθεση που μας αφορά όλους, την επιστροφή των αρχαιοτήτων από το Βρετανικό Μουσείο, να συμπεριφέρεται η κορυφή της πολιτικής πυραμίδας λες και διοικεί μια ξεχασμένη, πάμπτωχη και απολύτως ανυπόληπτη αποικία.
Μεταξύ της αλαζονείας και του αυτοεξευτελισμού υπάρχει η οδός της αξιοπρέπειας. Είναι κάτι που συστηματικά λησμονείται από τη χαμηλών δυνατοτήτων «ελίτ» της πατρίδας μας. Μπορεί εκείνοι να έχουν δίκιο στην υποτίμηση του εαυτού τους (όταν τον συγκρίνουν με ισχυρούς της αλλοδαπής), αλλά δεν έχουν δικαίωμα να το κάνουν για λογαριασμό των Ελλήνων.