Είναι ειδήσεις που, όση ψυχραιμία κι αν έχει ο πολίτης, δεν μπορεί παρά να πάθει κρίση υπέρτασης αν τις διαβάσει, τις παρακολουθήσει ή τις ακούσει. Για παράδειγμα, αυτό που έγραψε η εφημερίδα μας: «Από 1,8 έως 4,6 δισ. ευρώ θα κυμανθεί η επιβάρυνση του Δημοσίου για την επανεκκίνηση των οδικών αξόνων, σύμφωνα με τις προβλέψεις που περιλαμβάνονται στις αναμορφωμένες συμβάσεις παραχώρησης που κατατέθηκαν την Παρασκευή στη Βουλή. […] Το Δημόσιο στην ουσία θα παίρνει το μερίδιό του από τα διόδια μόνο αφού πληρωθούν οι κατασκευαστές, που έχουν εγγυημένα κέρδη. Το συγκεκριμένο ποσό σε “καθαρή παρούσα αξία” για τα επόμενα 30 χρόνια (τόση είναι η περίοδος εκμετάλλευσης) φτάνει τα 3,8 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου». Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει ότι οι Ελληνες πολίτες θα επιβαρυνθούν με κόστη διαβίωσης και θα πληρώνουν εξωφρενικά ποσά σε διόδια (σε μερικά εκ των οποίων θα γίνουν αυξήσεις μέχρι και 60%) για να πλουτίσουν ακόμα περισσότερο οι μεγαλοκατασκευαστές!
Μια ανήκουστη πτυχή της υπόθεσης είναι ότι το ρίσκο για τους εργολάβους θα είναι μηδενικό – κάτι ανήκουστο για καθεστώς «ελεύθερης» οικονομίας και «καπιταλισμού». Επίσης τραγικό είναι ότι το κράτος, μέσα σε 30 χρόνια, θα εισπράξει μικρότερο ποσό από αυτό που θα δώσει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, στους άτυπους αλλά ουσιαστικούς «ιδιοκτήτες» της πατρίδας μας.
Εχοντας κατά νου τα προαναφερθέντα, είναι εύκολο να ερμηνεύσουμε για ποιον λόγο επικράτησε ο λούμπεν καπιταλισμός και αποφασίστηκε στο παρελθόν η κατάργηση των ΜΟΜΑ (Μεικτές Ομάδες Μηχανικής Ανασυγκροτήσεως), δηλαδή των στρατιωτικών κατασκευαστικών μονάδων που έκαναν φτηνά και καλά δημόσια έργα.
Αν ο Στρατός πραγματοποιεί την κατασκευή των μεγάλων έργων στη χώρα, τα περιθώρια κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος περιορίζονται δραστικά και οι συνήθεις ύποπτοι που κάνουν τον επιχειρηματία με τα λεφτά και το ρίσκο των πολιτών θα έπρεπε να βρουν μια… κανονική δουλειά για να βγάζουν τα προς το ζην.