Η δολοφονία είναι κακούργημα και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται από την Πολιτεία. Η ίδια η πράξη φέρει μεγάλο φόρτο απαξίας και η κοινωνία (ευτυχώς ακόμα) είναι σταθερά προσηλωμένη στην αυτόματη και απόλυτη ηθική καταδίκη της. Αυτονόητα τα παραπάνω, αλλά δυστυχώς, στην παράξενη και άγρια εποχή μας, τα αυτονόητα πρέπει να επαναλαμβάνονται για να μη λησμονηθούν. Οσοι δείχνουν να «ξεχνούν» όσα θα έπρεπε να γνωρίζουν άριστα είναι οι πολιτικοί παράγοντες του τόπου, καθώς και αρκετά ΜΜΕ. Τούτοι οι πόλοι του συλλογικού βίου δεν αντιμετωπίζουν δίκαια και ορθολογικά όλες τις περιπτώσεις αφαιρέσεως ζωής. Κατά μία αποτροπιαστική συνήθεια, που κατέστη μεταπολιτευτικός «θεσμός», αποφαίνονται για το «ειδικό βάρος» των περιπτώσεων ανθρωποκτονίας ανάλογα με τους πολιτικούς προσανατολισμούς δράστη – θύματος. Δηλαδή, κατ’ αυτούς υπάρχουν «κατανοητές» και μη κατανοητές δολοφονίες. Αμέσως μετά την ασυγχώρητη διάκριση, οι προαναφερθέντες προσπαθούν να κερδοσκοπήσουν πολιτικά ή μιντιακά!
Η πολιτική βία ή η βία που πηγάζει από πολιτικό φορέα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τον νόμο με τις προβλεπόμενες διαδικασίες. Ομως σε πολιτικό επίπεδο μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο πολιτικά. Δηλαδή, με την κατασίγαση των οξυμένων παθών που επικρατούν στην κοινωνία μας λόγω της φτώχειας, της ανεργίας και της απελπισίας. Το να υποχωρήσει η ανεργία κατά 5-6 ποσοστιαίες μονάδες είναι χιλιάδες φορές αποτελεσματικότερος τρόπος ανάσχεσης της κλιμακούμενης βίας απ’ όλα τα νομοσχέδια που μπορεί να σχεδιάσει το νομικό επιτελείο της κυβέρνησης.
Επιπλέον, σε επικοινωνιακό επίπεδο, πρέπει να υπάρξει μέριμνα για τα πρόσωπα της «κατεστημένης» ενημέρωσης που καταδικάζουν (ορθά, ορθότατα) αυτού του είδους τα περιστατικά. Επειδή έχουν ταυτιστεί με όλους τους νοσογόνους παράγοντες, οι οποίοι οδήγησαν την πατρίδα μας στο βάραθρο της κρίσης, σημαντικότατη μερίδα της κοινής γνώμης τείνει να πιστεύει τα ακριβώς αντίθετα απ’ όσα ισχυρίζονται οι «κραταιοί» των ΜΜΕ! Συνεπώς και στον τομέα της ενημέρωσης θα ήταν καλό -ίσως και σωτήριο για τη χώρα- να ξεκινήσει μια διαδικασία «μεταπολίτευσης».