Οποτεδήποτε ανοίγει δημόσιος διάλογος για την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, το πρώτο προπέτασμα καπνού που ρίχνει η κυβέρνηση με την ενσωματωμένη «κυρίαρχη» ενημέρωση είναι τα προνόμια των συνδικαλιστών των ΔΕΚΟ. Από κοντά τοποθετεί και τη μισθολογική κατάσταση των «ρετιρέ» ορισμένων ΔΕΚΟ και αφήνει τον κοινωνικό αυτοματισμό και τον ανθρώπινο φθόνο να ζυμωθούν και να δημιουργήσουν το ποθητό αποτέλεσμα:
«Στις ΔΕΚΟ οι συνδικαλιστές κάθονται και χρυσοπληρώνονται. Αρα όλοι οι υπάλληλοι των ΔΕΚΟ κάθονται και χρυσοπληρώνονται. Συνεπώς δεν υπάρχει άλλη λύση από το να τις πουλήσουμε κοψοχρονιά για να μην κάθονται και να μην χρυσοπληρώνονται εκείνοι που βλέπουμε στην τηλεόραση».
Αυτή η λογική του παραλόγου όχι μόνο καλλιεργείται από μια σημαντική μερίδα των ΜΜΕ, αλλά συχνότατα τείνει να επικρατήσει ως θέσφατο! Η ισορροπία προς τα κάτω είναι το ποθούμενο για εκείνους που θα εισπράξουν τοις μετρητοίς το μερτικό τους από την υποτίμηση της χώρας.
Η επίλυση του ζητήματος είναι απλή και συνάμα ανέφικτη, υπό τις παρούσες συνθήκες. Θα αρκούσε ένα μελετημένο νομοθέτημα για να διακόψει άμεσα τις ανάρμοστες σχέσεις συνδικαλιστοπατέρων με τα Ταμεία των ΔΕΚΟ. Δεν χρειάζεται να πουλήσεις ολόκληρο το σπίτι κοψοχρονιά επειδή είναι χαλασμένος ένας ρουμπινές στο μπάνιο…
Η αφαίρεση των προνομίων των εργατοπατέρων, όμως, θα στερούσε από την κυβέρνηση την πολύτιμη αρωγή μιας από τις πιο μαχητικές εμπροσθοφυλακές της· της συνδικαλιστικής, η οποία εξασφάλισε πολυετή και απρόσκοπτη άσκηση εξουσίας για τους ημεδαπούς… σοσιαλιστές και ομοτράπεζους.
Επίσης, αν ρυθμιζόταν με νόμο αυτό το σημαντικό ζήτημα, δεν θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν προπαγανδιστικά τα περιβόητα «ρετιρέ» ώστε να δικαιολογηθεί εύκολα το ξεπούλημα των ιματίων της πατρίδας μας. Φτηνές σοφιστείες με πανάκριβο τίμημα.