Ο παλαιοχριστιανικός ναός αποτελούσε ένα από τα λαμπρότερα οικοδομήματα της πόλης που επισκέφθηκε ο Απόστολος Παύλος το 51 μ.Χ.
Η ιστορική Βασιλική Β’, ένα από τα σπουδαιότερα παλαιοχριστιανικά μνημεία της ελληνικής και παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, απέκτησε νέα ζωή με την αναστήλωση του δυτικού της τμήματος, μέσα στον αρχαιολογικό χώρο της φημισμένης αρχαίας πόλης των Φιλίππων, αναδεικνύοντας τη μοναδική μεγαλοπρέπεια του οικοδομήματος. Πρόκειται όχι μόνο για τεχνική επιτυχία, αλλά και για πράξη σεβασμού προς την Ιστορία και τη μοναδικότητα της περιοχής.
Ο επιβλητικός παλαιοχριστιανικός ναός, που βρίσκεται μέσα στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων και κατά το παρελθόν αποτελούσε ένα από τα λαμπρότερα οικοδομήματα της φημισμένης πόλης που ίδρυσε ο βασιλιάς Φίλιππος το 356 π.Χ. και επισκέφθηκε ο Απόστολος Παύλος το 51 μ.Χ., αναστηλώθηκε από τις υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και το τελικό αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Πλέον ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να δει καθαρά πώς ήταν η είσοδος του ναού με τον νάρθηκα, ενώ αντιλαμβάνεται σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος του οικοδομήματος, τον όγκο που καταλάμβανε και τη μεγαλοπρέπεια που το διέκρινε.
Την ίδια στιγμή, οι παρεμβάσεις που έγιναν εξασφάλισαν τη στατικότητα του μνημείου από μελλοντικές καταστροφές, καθώς τμήματα του διασωθέντος οικοδομήματος παρουσίαζαν εκτεταμένα προβλήματα φθοράς. Με τις επεμβάσεις που έγιναν στα ερείπια του μνημείου προστέθηκαν και τμήματα του οικοδομήματος που είχαν γκρεμιστεί. Μάλιστα, για την ολοκλήρωση της αναστήλωσης χρησιμοποιήθηκαν υλικά που συνάδουν απόλυτα με το μνημείο, ώστε να μην υπάρχει αλλοίωση της συνολικής εικόνας του. Στο πλαίσιο αυτό χρησιμοποιήθηκαν και μαρμάρινοι λίθοι από παλιά λατομεία των Φιλίππων.
«Θεωρώ πως ήταν ένα πολύ απαιτητικό έργο, τολμηρό θα το έλεγα, όχι μόνο για τα ελληνικά αλλά και τα ευρωπαϊκά δεδομένα, που όμως υλοποιήθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Εκτελέστηκε μέσα στην περίοδο του κορονοϊού, με τις όποιες δυσκολίες και καθυστερήσεις αυτό συνεπαγόταν, αλλά το τελικό αποτέλεσμα πιστεύω πως είναι εντυπωσιακό. Οι εργασίες ανέδειξαν τη μεγαλοπρέπεια του παλαιοχριστιανικού ναού και ταυτόχρονα του εξασφάλισαν προστασία και ασφάλεια για τις επόμενες δεκαετίες» ανέφερε ο αρχαιολόγος Στάθης Ηλιάδης που επέβλεψε τις αναστηλωτικές εργασίες, τονίζοντας πως το έργο έχει ήδη ολοκληρωθεί και πρόκειται να παραδοθεί επίσημα στη Διεύθυνση Αναστήλωσης του ΥΠΠΟ και στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Καβάλας – Θάσου.
«Νομίζω πως ο ναός αυτός κρύβει ακόμα μέσα του ζωή. Σε έναν μελλοντικό χρόνο ίσως τα αναστηλωτικά έργα προχωρήσουν και άλλο, ώστε να γίνει ακόμα περισσότερο αντιληπτό το μέγεθος του όγκου που καταλάμβανε και το πόσο εντυπωσιακό ήταν» επισήμανε ο αρχαιολόγος. Αξίζει να σημειωθεί πως η Βασιλική Β πιθανολογείται ότι χτίστηκε το 550 μ.Χ., αλλά καταστράφηκε πριν ολοκληρωθούν οι εξωραϊστικές εργασίες του εσωτερικού χώρου, όταν κατέρρευσε ο κεντρικός τρούλος. Ως εκ τούτου, ο εντυπωσιακός αυτός ναός τελικά δεν λειτούργησε ποτέ.
Οπως προκύπτει από τις μελέτες που έχουν γίνει από τους επιστήμονες, είναι πιθανόν το οικοδόμημα να θεμελιώθηκε πάνω σε παλαιότερη και μικρότερη βασιλική, και αυτό προκάλεσε μια σειρά από κατασκευαστικά λάθη. Σύμφωνα με τους μελετητές, ο ναός είχε λαμπρή διακόσμηση, καθώς τα κιονόκρανα, τα επίκρανα και τα επιθήματα, που αποτελούν έξοχα δείγματα διακοσμητικής τέχνης, συμπεριλαμβάνονται στα πιο σημαντικά και τέλεια παραδείγματα πρώιμης βυζαντινής γλυπτικής και είναι άμεσα συγκρίσιμα με αντίστοιχα μέλη στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης.