Πώς το μαρτυρικό χωριό της Κρήτης έγινε το πρώτο που εκθεμελίωσαν οι Γερμανοί, εκδικούμενοι με θηριωδίες την αντίσταση που συνάντησαν από τους ηρωικούς κατοίκους
- Από τον
Βασίλη Γαλούπη
Η Κάντανος είναι το πρώτο χωριό που εκθεμελίωσαν οι Γερμανοί ως αντίποινα. Στις 3 Ιουνίου 1941, τα στρατεύματα του Χίτλερ την έκαψαν και την ισοπέδωσαν, εκδικούμενοι για την αντίσταση που συνάντησαν από τους κατοίκους της έξω από το δημοτικό σχολείο.
Σήμερα, η Κάντανος είναι μια ήσυχη μικρή κωμόπολη με 500 περίπου μόνιμους κατοίκους, που ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, το εμπόριο. Παλαιότερα την έλεγαν Κάνδανο, απέχει κοντά 50 χλμ. από τα Χανιά κι έχει καταστραφεί πολλές φορές από κατακτητές. Το όνομά της, όμως, προέρχεται από το «Καντανία», που σημαίνει «πόλη της Νίκης». Κι αυτή η εκδοχή μοιάζει ίσως η πιθανότερη, αφού αντέχει ακόμα και σε αδιανόητες κτηνωδίες, παραμένοντας όρθια μέχρι τώρα.
Καταστράφηκε για πρώτη φορά τον 9ο αιώνα, από τους Αραβες. Ξανακατοικήθηκε κατά τη Βενετοκρατία και το 1866 από την Κάντανο ξεκίνησε η επανάσταση στην Κρήτη. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν έδρα Τούρκου διοικητή. Ομως, τις πιο ανελέητες θηριωδίες τις έζησε από τους Γερμανούς το 1941. Βίωσε το μίσος των αντιποίνων για την ένοπλη αντίσταση που έδειξαν οι γενναίοι κάτοικοι με τη βοήθεια των κατοίκων γειτονικών χωριών στα Φλώρια και στο φαράγγι πριν από το χωριό, κατά τη μάχη της Κρήτης.
Αβολη στιγμή
Ο Στάινμαϊερ θέλησε -για επικοινωνιακούς λόγους και μόνο, όπως έχουν κάνει και προκάτοχοί του σε άλλες περιοχές- να βρεθεί σήμερα στην Κάντανο. Ασφαλώς, για τον Γερμανό πρόεδρο θα είναι μια τουλάχιστον άβολη στιγμή, αφού θα αντικρίσει όχι μόνο όσα έκαναν σ’ αυτόν τον ειρηνικό τόπο οι ομοεθνείς του, αλλά και τα μάτια των λίγων επιζώντων, που δεν θα πειστούν ούτε από μια «συγγνώμη» ούτε αν ο Στάινμαϊερ «επιτρέψει» σε ένα δάκρυ να κυλήσει στο μάγουλό του.
Η Κάντανος είναι το πρώτο χωριό που εκθεμελίωσαν οι Γερμανοί για αντίποινα. Στις 3 Ιουνίου 1941, τα στρατεύματα του Χίτλερ την έκαψαν και την ισοπέδωσαν, εκδικούμενοι για την αντίσταση που συνάντησαν από τους ηρωικούς κατοίκους της έξω από το δημοτικό σχολείο.
Τρεις επιγραφές άφησαν οι ναζί στην Κάντανο, μοναδικά ιστορικά μνημεία σε όλη την Ευρώπη, καθώς οπουδήποτε κι αν κατέστρεψαν δεν άφησαν γραπτά την απόδειξη του εγκλήματός τους, αλλά και δεν τόνισαν τόσο πολύ την αντίσταση που συνάντησαν. Στις δύο πινακίδες-επιγραφές, που είχαν τοποθετηθεί στις εισόδους της Καντάνου από Παλαιόχωρα και από Χανιά αντίστοιχα, ήταν γραμμένα με ελληνικά και γερμανικά τα παρακάτω: «Διά την κτηνώδη δολοφονίαν Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του Μηχανικού από άνδρας, γυναίκας, παιδιά και παπάδες μαζί, και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του Μεγάλου Ράιχ, κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων, διά να μη επανοικοδομηθεί πλέον ποτέ».
Στη δεύτερη -και πιο… ανορθόγραφη- αναφέρονταν τα εξής: «ΩΣ ΑΝΤΙΠΟΙΝΟΝ ΤΩΝ ΑΠΩ ΟΠΛΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΟΠΙΣΘΕΝ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΕΝΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΚΑΤΕΣΤΡΑΦΗ Η ΚΑΝΔΑΝΟΣ».
Μια τρίτη μαρμάρινη πλάκα, που έφεραν οι κατακτητές το 1943, έγραφε: «Εδώ υπήρχε η Κάντανος – Κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών Στρατιωτικών».
Τότε, ο πληθυσμός της Καντάνου ήταν περίπου 2.000 άτομα. Ηταν πάνω στον δρόμο που οδηγεί από Χανιά και Μάλεμε προς την Παλαιοχώρα, στις νότιες ακτές της Κρήτης, και που οι Γερμανοί ήθελαν να αποκόψουν για να εμποδίσουν τη διαφυγή των βρετανικών στρατευμάτων. Γι’ αυτό, αμέσως μόλις κατέλαβαν, στις 21 Μαΐου, το αεροδρόμιο του Μάλεμε και στις 22 Μαΐου το χωριό Μάλεμε και απέκρουσαν τις επιθέσεις, κινήθηκαν με ισχυρές δυνάμεις προς την περιοχή αυτή. Τότε, οι Σελινιώτες έκαναν συνέλευση στην Κάντανο και αποφάσισαν: «Ντροπή να περάσουν το φαράγγι μας απολέμιστοι! Θα πολεμήσουμε κι ας χαθεί η Κάντανο!»
Στις 23 Μαΐου, ένα γερμανικό τάγμα 800 ανδρών με ισχυρό εξοπλισμό και μηχανοκίνητα μέσα κινήθηκε προς το λεκανοπέδιο της Καντάνου. Ολοι οι ντόπιοι άνδρες, ακόμη και οι γυναίκες και παιδιά, άρχισαν να βάζουν φράγματα για να μην περάσουν οι Γερμανοί.
Οι μάχες
Η πρώτη σύγκρουση των ένοπλων χωρικών με τις εχθρικές εμπροσθοφυλακές έγινε στα Φλώρια. Οι μάχες κράτησαν πάνω από 10 ώρες. Οι επιδρομείς δεν πέρασαν, ενώ έχασαν 20 στρατιώτες.
Την επομένη, ο εχθρός επαναλαμβάνει την επίθεσή του με πολύ ισχυρότερες δυνάμεις και μέσα. Οι Κρητικοί είναι καλύτερα εξοπλισμένοι από τα λάφυρα της προηγούμενης μάχης. Υστερα από σκληρότατη μάχη, οι Γερμανοί κατορθώνουν να προχωρήσουν προς το Φαράγγι, όπου γίνεται νέα μάχη.
Πάνω από 45 νεκροί και άλλοι τόσοι περίπου τραυματίες ήταν οι απώλειες του εχθρού. Από τους ένοπλους χωρικούς μετρήθηκαν 20 νεκροί (17 άνδρες και 3 γυναίκες) και 11 τραυματίες. Αυτός ήταν ο απολογισμός της μάχης κοντά στην Κάντανο.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 2 Ιουνίου, οι κατακτητές επέστρεψαν στην ερημωμένη Κάντανο. Εκτέλεσαν επιτόπου 6 ηλικιωμένους και την επόμενη μέρα ξεκίνησε η εκθεμελίωση της Καντάνου. Διάβασαν τη διαταγή του στρατιωτικού διοικητή Κρήτης, με την οποία ανακοίνωναν ότι η Κάντανος θα καταστραφεί ολοσχερώς, οι κάτοικοί της θα εξοντωθούν και η πόλη δεν θα ξανακατοικηθεί πια. Οι ναζί λεηλάτησαν όλα τα σπίτια, ξεκίνησαν να τα καίνε ή να τα ανατινάζουν με δυναμίτιδα, και εκτέλεσαν όσους κατοίκους βρήκαν.
«…Απηγορεύθη η εποικοδόμησις ταύτης»
«Μας κατηγόρησαν ότι ελάβαμεν μέρος εις τας επιχειρήσεις της καταλήψεως, παρά τους διεθνείς κανόνας του πολέμου, και επομένως έπρεπε να χυθή αίμα προς αντεκδίκησιν… Και ποιος εδίδαξεν τους χωρικούς Κρήτας τους παλιονόμους σας, τους οποίους σεις κατά πάσαν στιγμήν και διά παν συμφέρον σας παραβιάζετε και καταπατείτε με τα παλιοπάπουτσά σας; Αλλωστε, ευρισκόμεθα εις εμπόλεμον κατάστασιν και είχαμεν γενικήν επιστράτευσιν» έγραφε στο ημερολόγιό του ο τότε 16χρονος Λούλης Παναγιωτάκης, που τον εκτέλεσαν τον Αύγουστο του 1944.
Η γερμανική διαταγή μετά την καταστροφή ήταν η εξής: «Ως αντίποινα διά τον φόνον 45 Γερμανών στρατιωτών κατεστράφη το χωρίον Κάντανος. Συγχρόνως απηγορεύθη η εποικοδόμησις ταύτης. Η διαταγή αύτη παραμένει ισχύουσα».