Αρνήθηκε τη δική του συμμετοχή στον φονικό ξυλοδαρμό του 19χρονου Αλκη Καμπανού ο πρώτος από τους 12 κατηγορουμένους
Εδωσε» έξι από τους δράστες που επιτέθηκαν στους οπαδούς του Αρη την 1η Φεβρουαρίου 2022 στην περιοχή της Χαριλάου, αλλά αρνήθηκε τη δική του συμμετοχή στον ξυλοδαρμό μέχρι θανάτου του 19χρονου Αλκη Καμπανού ο πρώτος από τους 12 κατηγορουμένους που απολογήθηκε χθες στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Θεσσαλονίκης.
Αν και ήταν ο οδηγός του πρώτου αυτοκινήτου που έφτασε στο σημείο της δολοφονικής ενέδρας, ο 24χρονος Αλβανός υποστήριξε ότι παρέμεινε στο όχημα και δεν είδε ποιοι από τους συγκατηγορουμένους του προκάλεσαν τα θανατηφόρα χτυπήματα στον άτυχο Αλκη και τραυμάτισαν τους δύο φίλους του.
«Ακουγα φωνές ότι μάλωναν. Ακουγα βρισιές. Δεν είχα καλή οπτική. Ακουγα τη μανούρα, αλλά όχι να κάνει κάποιος κάτι. Εβλεπα τέσσερις πέντε από εμάς στο πεζοδρόμιο και γύρω από τα σκαλιά. Εκεί κάθονταν και τα παιδιά. Εβλεπα κλοτσιές, μπουνιές. Δεν είδα αντικείμενα. Είδα κάποια στιγμή το στειλιάρι. Ο Αλκης δεν ήξερα σε ποια θέση ήταν» υποστήριξε στην απολογία του.
Πάντως, έπειτα από επίμονες ερωτήσεις της έδρας, κατονόμασε έξι από τους συγκατηγορουμένους του που συμμετείχαν στην επίθεση. «Δεν έβλεπα να κάνει κάτι συγκεκριμένο κάποιος. Το δρεπάνι το είχε ο δέκατος κατηγορούμενος. Είδα τον δέκατο κατηγορούμενο να χτυπάει. Ηταν πάνω στα σκαλιά, είδα να χτυπάει ένα άτομο που πήγε να ανέβει στο τοιχάκι. Ηταν ακόμα στην αρχή το επεισόδιο. Είδα τον δεύτερο κατηγορούμενο που χτυπούσε, αλλά δεν ξέρω ποιον. Ηταν πάνω στα σκαλιά. Τα άτομα που επέβαιναν στο δικό μου αυτοκίνητο είχαν αντικείμενα. Ο δεύτερος κατηγορούμενος είχε μαχαίρι, αλλά δεν το είδα. Ο τέταρτος κατηγορούμενος είχε πυρσό. Ο άλλος σφυρί. Το σφυρί ήταν σίγουρα στο αυτοκίνητο, τα άλλα λογικά τα είχαν πάνω τους» ανέφερε στην απολογία του o 24χρονος, που εμφανίστηκε μετανιωμένος.
«Μέρες σκέφτομαι να πω τα γεγονότα όπως είναι, χωρίς να στενοχωρήσω κανέναν. Θέλω να ζητήσω μία συγγνώμη για τη συμμετοχή σε αυτή την τραγική ιστορία, που κόστισε τη ζωή στον Αλκη και τον τραυματισμό των δύο φίλων του. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, να τα έκανα όλα αλλιώς, να μη βρεθώ σε ομάδες και συνδέσμους, αλλά είναι αργά» επεσήμανε.
Ως προς τους λόγους της επίθεσης, υποστήριξε πως ήταν οπαδικά τα κίνητρα, αλλά ότι ο ίδιος και οι συνεργοί του δεν είχαν σκοπό να σκοτώσουν. Για τον δικό του ρόλο στη δολοφονική ενέδρα, περιέγραψε: «Με το που σταματήσαμε, κατέβηκαν τρία άτομα από το αμάξι μου και πήγαν μπρος το σημείο. Εγώ απλώς έκατσα στο αμάξι, περίμενα να δω τι θα γίνει. Δεν έβλεπα καθαρά τι γίνεται, αλλά κατάλαβα όταν ξεκίνησε το επεισόδιο.
Υπήρχε μια συνομιλία στην αρχή, λέγανε “τι ομάδα είσαι;” και η απάντηση ήταν “Αριανάρα, ρε”. Τότε ξεκίνησε η “μανούρα”. Είδα ένα άτομο να τρέχει στην Πλαστήρα και από πίσω να τον κυνηγάει ο τέταρτος. Εκείνη τη στιγμή βγήκα για πρώτη φορά από το αμάξι, αλλά είδα ότι δεν είχα βάλει χειρόφρενο και γύρισα στο όχημα. Βγήκα μετά, μόλις είδα το δεύτερο άτομο να τρέχει. Εφτασα μέχρι τη μέση του δρόμου, έκανα κίνηση μπρος τα εκεί, αλλά δεν τον κυνήγησα. (…) Μετά το συμβάν λέγαμε στο αμάξι “τους πήραμε,” επιβληθήκαμε δηλαδή» κατέληξε.
Η δίκη συνεχίζεται αύριο με την εξέταση του πρώτου κατηγορουμένου από συνηγόρους υπεράσπισης συγκατηγορουμένων του.