Η Επιτροπή Εμβολιασμών αποφάσισε άρον άρον να προχωρήσει χωρίς να περιμένει την έγκριση. Γιατί έχουν τέτοια πρεμούρα άραγε;
Η Ελλάδα «τρέχει» τη χορήγηση της τρίτης -αναμνηστικής- δόσης, επειδή η κυβέρνηση απέτυχε τόσο στη διαχείριση της πανδημίας όσο και στο εμβολιαστικό πρόγραμμα. Αυτό θα μπορούσε να είναι το συμπέρασμα όσων ειπώθηκαν κατά τη διάρκεια της χθεσινής ενημέρωσης των συντακτών του υπουργείου Υγείας για το άνοιγμα της πλατφόρμας για τους πολίτες άνω των 60 ετών και τους υγειονομικούς.
Αυτός φαίνεται πως είναι ο λόγος για τον οποίο η Επιτροπή Εμβολιασμών αποφάσισε να προχωρήσει χωρίς πρώτα να έχουν υπάρξει οι αποφάσεις των διεθνών οργανισμών, όπως ο ΕΜΑ, κάτι που παραδέχθηκαν τόσο η Μαρία Θεοδωρίδου όσο και ο γ.γ. Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Μάριος Θεμιστοκλέους. Υποστήριξαν, όμως, ότι η έγκριση αυτή… «αναμένεται» και ανέφεραν ότι και άλλες χώρες έχουν προχωρήσει στον εμβολιασμό αυτής της ηλικιακής ομάδας χωρίς τη σχετική έγκριση.
Το εντυπωσιακό, όμως, είναι ότι στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου η πρόεδρος της Επιτροπής Εμβολιασμών παραδέχθηκε πως ακόμα και σήμερα ο CDC δεν έχει δώσει στοιχεία για την αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης, κάτι που γεννά πολλά ερωτήματα για το κατά πόσον οι χθεσινές εξαγγελίες είναι ουσιαστικές ή ένα ακόμα επικοινωνιακό πυροτέχνημα.
Πέραν όλων αυτών, όμως, η Επιτροπή Εμβολιασμών πήγε ένα βήμα παραπέρα, ακόμα και από τις εισηγήσεις του Αμερικανικού Οργανισμού Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), θέτοντας πιο χαμηλά το ηλικιακό όριο πάνω από το οποίο μπορεί να χορηγηθεί η τρίτη δόση.
Έτσι, όπως έγινε χθες γνωστό, η εθνική επιτροπή αποφάσισε τη σύσταση και όχι την υποχρέωση χορήγησης τρίτης δόσης σε άτομα άνω των 60 ετών και όχι των 65 ετών, που έχουν πει οι Αμερικανοί επιστήμονες.
Παράλληλα, η τρίτη -αναμνηστική- δόση έγινε γνωστό πως θα αφορά τους υγειονομικούς, αλλά και τους ηλικιωμένους που βρίσκονται σε μονάδες φροντίδας.
Όπως είπε η κυρία Θεοδωρίδου, μάλιστα, η τρίτη δόση χορηγείται έξι ως οκτώ μήνες μετά τη δεύτερη δόση του εμβολίου, ενώ οι πλατφόρμες για το κλείσιμο των ραντεβού θα ανοίξουν στις 30 Σεπτεμβρίου.
«Διαπιστώθηκε, έπειτα από εννέα μήνες εμβολιαστικής εκστρατείας και τον εμβολιασμό περίπου 6.500.000 ατόμων, ότι, έπειτα από πέντε με έξι μήνες, τα αντισώματα που θεωρούνται δείκτης ανοσιακής απάντησης μειώνονται. Επίσης, λόγω της μετάλλαξης Δέλτα, αυξάνεται ο κίνδυνος για όσους δεν έχουν επαρκή προστασία» υποστήριξε η Μαρία Θεοδωρίδου για να δικαιολογήσει τη -μάλλον βιαστική- απόφαση της επιτροπής για χορήγηση της αναμνηστικής δόσης.
Ερωτήματα, όμως, προκύπτουν και από το γεγονός πως η Επιτροπή Εμβολιασμών άναψε το πράσινο φως για τη χορήγηση και των δύο εμβολίων τεχνολογίας mRNA, δηλαδή της Pfizer και της Moderna, την ώρα που οι Αμερικανοί άναψαν το πράσινο φως μόνο για το εμβόλιο της Pfizer.
Για να δικαιολογήσει την απόφαση αυτή, η κυρία Θεοδωρίδου ανέφερε πως οι Αμερικανοί επιστήμονες έχουν μέχρι στιγμής εγκρίνει μόνο το εμβόλιο της Pfizer, αλλά και αυτό της Moderna θα εξεταστεί το αμέσως επόμενο διάστημα.
Στην πραγματικότητα, η χθεσινή ανακοίνωση Τύπου μοιάζει πολύ με εκείνη για τη χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca.
Οι εισηγήσεις των επιστημόνων, χωρίς την παράθεση των διεθνών δεδομένων και φυσικά χωρίς την έγκριση των ευρωπαϊκών οργανισμών, μοιάζει περισσότερο με συμβιβασμό ανάμεσα στις πολιτικές πιέσεις του Μαξίμου και στη διεθνή επιστημονική πρακτική, που ακολουθεί διαφορετική στρατηγική.